Να αξιοποιήσει τώρα το «πολύ σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας, το απόθεμα του «μαξιλαριού» ασφαλείας», για ένα γενναίο εμπροσθοβαρές πρόγραμμα, εγκαίρως, πριν από το ενδεχόμενο ενός «Αρμαγεδδώνα» για την ελληνική οικονομία, κάλεσε την κυβέρνηση ο Αλέξης Χαρίτσης.
Το «βλέποντας και κάνοντας» θα έχει πολλαπλάσιο κόστος για την οικονομία
Ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών είπε ότι «αν η κυβέρνηση συνεχίσει στη λογική «βλέποντας και κάνοντας», επειδή σε λίγους μήνες θα είναι πολλαπλάσιο το κόστος για να αναταχθεί η οικονομία, θα χρειαστεί να καταφύγουμε σε εξωτερικό δανεισμό και το φάσμα των μνημονίων θα βρεθεί πάλι μπροστά μας».
Σημείωσε ότι το πλεονέκτημα του «μαξιλαριού» δεν πρέπει να το απεμπολήσει με καθυστέρηση η κυβέρνηση.
Τόνισε πως πρέπει να είναι απολύτως σαφές ότι μετά την πανδημία και την άρση των περιορισμών,«δεν πρέπει επ’ ουδενί να μείνουν κατάλοιπα», «όταν ολοκληρωθεί ο κύκλος των περιοριστικών μέτρων, η κοινωνία πρέπει να επιστρέψει σε λειτουργία με πλήρη δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα».
Τόνισε ότι«δεν πρόκειται να επιτρέψουμε να υπάρχει μια μόνιμη περιστολή εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων», προσθέτοντας ότι στην εργασία «ο κ. Βρούτσης και η κυβέρνηση ήδη επιχειρούν να το κάνουν».
Απορρύθμιση της εργασίας
Ανέφερε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι διατεθειμένος να στηρίξει οποιοδήποτε μέτρο βοηθά στην ενίσχυση των επιχειρήσεων, των εργαζομένων και των νοικοκυριών, όμως «τα μέτρα που έχουμε δει έως τώρα είναι ανεπαρκή, αποσπασματικά και ιδεοληπτικά, ενώ ειδικά στην εργασία οδηγούν στην απορρύθμιση της».
Ο κ. Χαρίτσης είπε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε με την παρουσίαση του προγράμματος «Μένουμε Όρθιοι», χαρακτηρίζοντας οξύμωρο η αξιωματική αντιπολίτευση να καταθέτει «ολοκληρωμένη πρόταση με σαφή και πλήρως κοστολογημένα μέτρα» και η κυβέρνηση «να κινείται βλέποντας και κάνοντας».
Πρωτοβουλίες για την αποφυγή του Αρμαγεδδώνα
Ερωτηθείς, με αφορμή τις προβλέψεις του ΔΝΤ, για την ελληνική οικονομία, τόνισε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν περιμένει την εκδήλωση του «Αρμαγεδδώνα» για να αναλάβει πρωτοβουλίες και πως πέρα απ’ το «Μένουμε Όρθιοι» ήδη κατέθεσε τροπολογία για παράταση της προστασίας της πρώτης κατοικίας και δύο επίκαιρες ερωτήσεις για το ζήτημα των ταμειακών διαθέσιμων και τη «μη στήριξη» της μεσαίας τάξης από την κυβέρνηση.
Αναφορικά με το γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ ζήτησε από τον κ. Σταϊκούρα να καταθέσει επίσημα τα ταμειακά διαθέσιμα του κράτους και του συνόλου της γενικής κυβέρνησης, όπως αυτά ήταν διαμορφωμένα, μεταξύ άλλων, στις 20 Μαρτίου, αλλά και την εκτίμηση για το ύψος που θα έχουν στις 30 του ερχόμενου Ιουνίου, ο κ. Χαρίτσης είπε ότι ο λαός έχει το δικαίωμα να γνωρίζει με πλήρη διαφάνεια ποια είναι αυτά, ειδικά σε τόσο κρίσιμες συνθήκες.
Πρόσθεσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν έκρυψε τίποτα απ’ τον λαό, κατέθεσε τι παρέλαβε το ’15 και τι παρέδωσε τον Ιούλιο στην επόμενη κυβέρνηση.
«Αυτό πρέπει να κάνει η κυβέρνηση, δεν μπορεί να κρύβεται, ούτε να διαστρεβλώνει την πραγματικότητα σε σχέση με αυτά που παρέλαβε απ’ τον ΣΥΡΙΖΑ και σε σχέση με το πού βρισκόμαστε σήμερα».
Σημείωσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα εξαντλήσει «κάθε δυνατότητα με πολιτικές πρωτοβουλίες και κοινοβουλευτικές δράσεις, να αποτρέψουμε ενδεχόμενο Αρμαγεδδώνα».
«Στο τραπέζι είναι τα πάντα, βεβαίως και το συμβούλιο πολιτικών αρχηγών», είπε, προσθέτοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν απέρριψε κάτι τέτοιο, όμως «ο πρωθυπουργός φαίνεται ότι κινείται με μια αλαζονεία που στοιχίζει στην ελληνική οικονομία και την κοινωνία».
Βαθιά ύφεση
Ο κ. Χαρίτσης σχολίασε ότι δεν είναι καθόλου σαφές από πού προκύπτει η εκτίμηση του πρωθυπουργού για εκρηκτική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας το 2021, δεδομένων των εκτιμήσεων «όλων των διεθνών οίκων που μιλούν για βαθιά ύφεση που περιμένει την ελληνική οικονομία».
Υπογράμμισε ότι το σενάριο αυτό πρέπει να διαψευσθεί, «να μην επιτρέψουμε η οικονομία να φτάσει σε αυτό το σημείο», σημειώνοντας ότι «γι’ αυτό καταθέτουμε εμπροσθοβαρείς προτάσεις για γενναίο πακέτο στήριξης τώρα, γιατί μετά από μια τέτοια βαθιά ύφεση θα είναι πάρα πολύ δύσκολο -όσα ευχολόγια κι αν ακούσουμε απ’ τον πρωθυπουργό – να επιστρέψει γρήγορα στην ανάκαμψη η οικονομία».
Παράλληλα, χαρακτήρισε τα μέτρα που αποφάσισε το Eurogroup ως «απολύτως ανεπαρκή για να αντιμετωπίσουν την κρίση σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο», προσθέτοντας επίσης ότι δεν μπορεί κιόλας να συνοδεύονται από προαπαιτούμενα, αλλά να είναι μέτρα άμεσης ενίσχυσης.
«Αυτή την κριτική ασκούμε και στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και την κυβέρνηση, που οφείλει να πιέσει και να διεκδικήσει πολύ περισσότερα», είπε. Ενόψει της Συνόδου Κορυφής, τόνισε πως είναι αυτονόητο ότι η κυβέρνηση πρέπει να πιέσει για πολύ περισσότερα μέτρα ενίσχυσης.
Ανέφερε ότι δεν αρκεί από μόνο του ότι υπέγραψε -«και καλώς»- το αίτημα για ευρωομόλογο, αλλά «χρειάζεται να διαπραγματευτεί, ενδεχομένως και να συγκρουστεί με τους ομοϊδεάτες της στο ΕΛΚ που πιέζουν στην αντίθετη κατεύθυνση από αυτή του συμφέροντος της χώρας μας». Σε κάθε περίπτωση, τόνισε, ότι «δεν μπορεί να αρκεστεί σε αυτά που ήδη έχουν ανακοινωθεί».
Ξανθός: Προσεκτική και καλά οργανωμένη αποκλιμάκωση των περιοριστικών μέτρων
Την ανάγκη να υπάρξει «προσεκτική και καλά οργανωμένη αποκλιμάκωση των περιοριστικών μέτρων όταν έρθει η ώρα» τόνισε ο τομεάρχης Υγείας και πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ, Ανδρέας Ξανθός, κατά τη διάρκεια της σημερινής ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών από την αξιωματική αντιπολίτευση.
Ο Α. Ξανθός, απαντώντας σε ερώτηση για ενδεχόμενη αυστηροποίηση των περιοριστικών μέτρων τις μέρες του Πάσχα, επισήμανε πως πρέπει να γίνουν αποδεκτές και να τηρηθούν «όποιες συστάσεις και εισηγήσεις» από την επιστημονική κοινότητα, ακόμα και «για ενδεχόμενη αυστηροποίηση των μέτρων».
«Για μας είναι κρίσιμο να πάμε σε μια καλά προετοιμασμένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη απεμπλοκή από τα μέτρα», τόνισε, προσθέτοντας ότι για την επόμενη μέρα πρέπει να προβλεφθεί μια σειρά ασφαλιστικών δικλείδων, για την παρακολούθηση της ανοσιακής ανταπόκρισης της κοινότητας με περισσότερα τεστ, πιο στενή επιτήρηση των ευάλωτων ομάδων και τη σταδιακή επάνοδο του ΕΣΥ στην κανονική λειτουργία.
Επισήμανε δε, την ανάγκη μιας «συναινετικής στάσης» για την αναβάθμιση των μισθολογικών αποδοχών στο σύστημα υγείας, τόσο για γιατρούς όσο και υγειονομικό προσωπικό.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Α. Ξανθός επανέλαβε τη «βασική ιδέα» του ΣΥΡΙΖΑ, ότι δηλαδή «η έκτακτη και επείγουσα παρέμβαση» που γίνεται τώρα λόγω της κρίσης «δεν πρέπει να είναι μιας χρήσης, αλλά να οδηγεί και σε μονιμότερη ενίσχυση με ανθρώπινο προσωπικό και υλικούς πόρους».
Δημόσιο σύστημα υγείας
«Αυτή είναι η ευκαιρία. Η κρίση και η παγκόσμια απειλή ανέδειξε την αξία του δημόσιου συστήματος υγείας», είπε, σημειώνοντας ότι ακόμα και οι πιο σκληροί «νεοφιλελεύθεροι», όπως η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη, «δεν τολμούν» να μιλάνε πια για «αναποτελεσματικό και σπάταλο» δημόσιο.
Επίσης, σημείωσε πως «η μεγάλη διαφορά με τη σημερινή κυβέρνηση είναι η προσέγγιση για την επόμενη μέρα», ένα «όραμα» για ένα δημόσιο σύστημα υγείας πιο «ισχυρό, πιο ανθεκτικό και πιο ενδυναμωμένο σε μόνιμη βάση», ενώ προειδοποίησε πως η πανδημία του κορονοϊού δεν πρέπει να γίνει η αφορμή «να διευρυνθούν οι οικονομικές, κοινωνικές και υγειονομικές ανισότητες».
Επίσης, μεταξύ άλλων, άσκησε κριτική στην κυβέρνηση υποστηρίζοντας ότι δεν έχει δείξει τα «απαραίτητα αντανακλαστικά» σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση κρουσμάτων και την προστασία των ευάλωτων ομάδων που ζουν σε άσχημες συνθήκες, όπως σε καταυλισμούς προσφύγων και μεταναστών, οικισμούς Ρομά, γηροκομεία και προνοιακά ιδρύματα, στρατώνες, φυλακές και ψυχιατρικές κλινικές.
«Δεν πρέπει να επιτρέψουμε κοινωνικό ρατσισμό. Οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι υγειονομική βόμβα, αλλά κινδυνεύουν περισσότερο» τόνισε.
Το ΕΣΥ αντέχει
Εξάλλου, το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρθηκε στις «κρίσιμες» παρεμβάσεις στο ΕΣΥ στις οποίες είχε προχωρήσει η προηγούμενη κυβέρνηση, σημειώνοντας ότι η «ηπιότερη πορεία» της επιδημίας στην Ελλάδα είναι μια «καλή εξέλιξη» και ότι μεταξύ άλλων το ΕΣΥ «φαίνεται να αντέχει».
Όπως είπε, αυτό οφείλεται εν μέρει και στην «κρίσιμη στήριξή του στα δύσκολα χρόνια των μνημονίων» και συγκεκριμένα στην δράση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για να «αναστραφεί η πορεία της πρώτης πενταετίας» και να «διασφαλιστεί η επιβίωση των νοσοκομείων» και η «προσβασιμότητα χωρίς διακρίσεις».
Συγκεκριμένα, αναφέρθηκε σε προκηρύξεις οργανικών θέσεων γιατρών και άλλου προσωπικού, σε αύξηση των ΜΕΘ, στην επένδυση σε τμήματα επειγόντων περιστατικών, σε παρεμβάσεις στην πρωτοβάθμια φροντίδα και στην ενίσχυση της κουλτούρας ομάδας υγείας και οικογενειακού γιατρού.