Τις τελευταίες εβδομάδες η επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα μας διεξάγεται κάτω από μία «νέα» COVID-19 πραγματικότητα, η οποία χαρακτηρίζεται από δραστική πτώση της ζήτησης, αστάθεια της εφοδιαστικής αλυσίδας και αποδόμηση των υφιστάμενων μοντέλων επιχειρησιακής λειτουργίας.
Μέσα σε ένα ρευστό κλίμα έντονης αβεβαιότητας στο οποίο κάθε εκτίμηση είναι παρακινδυνευμένη, εταιρείες (ανεξαρτήτου μεγέθους και χρηματοοικονομικής κατάστασης) καλούνται να διαχειριστούν άμεσα τη συρρίκνωση των ταμειακών διαθεσίμων τους, η οποία εξελίσσετε με επιταχυνόμενο ρυθμό, καθώς σε πολλές περιπτώσεις (βλ. ξενοδοχειακές μονάδες, εστίαση) τα έσοδα είναι μηδενικά.
Προκειμένου να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις ανάγκες του οικοσυστήματος τους (π.χ. πελάτες, προμηθευτές, εργαζόμενοι, μέτοχοι), οι διοικήσεις των εταιρειών καλούνται να υιοθετήσουν υπεύθυνη στάση και να λάβουν άμεσα μέτρα θωράκισης του ισολογισμού τους και ενίσχυσης της ρευστότητας τους. Πιο συγκεκριμένα αυτό σπάει σε τρεις χρονικούς πυλώνες: τι πρέπει να κάνουν σε βραχυπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο:
― Εξάντληση των εγκεκριμένων γραμμών πίστωσης από τα συνεργαζόμενα τραπεζικά ιδρύματα με σκοπό την μεγιστοποίηση του μαξιλαριού ασφαλείας των διαθέσιμων μετρητών
― Διερεύνηση πιθανής παραβίασης των όρων (π.χ. financial covenants) των υφιστάμενων δανειακών συμβάσεων και λήψη ενεργειών αποθεραπείας τους
― Συμμετοχή στις ευνοϊκές ρυθμίσεις των κυβερνητικών προγραμμάτων προστασίας αναφορικά με την εξόφληση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών καθώς και την κάλυψη του εργατικού κόστους και μέρους των μισθωτηρίων συμβολαίων
― Αναζήτηση και αξιολόγηση ενναλακτικών πηγών χρηματοδότησης (π.χ. ειδικά χρηματοδοτικά σχήματα για κεφάλαιο κίνησης με την εγγύηση του Ελληνικού δημοσίου)
― Διαπραγμάτευση με τους βασικούς πιστωτές για την μετάθεση των ημερομηνιών πληρωμής και όρων πίστωσης για τους επόμενους μήνες
― Καθορισμός αυστηρότερων κριτηρίων για την αποπληρωμή των τρεχουσών υποχρεώσεων
― Σύνταξη εβδομαδιαίου προϋπολογισμένου πλάνου διαχείρισης της ρευστότητας και συνεχής επισκόπηση / αξιολόγηση των αποκλίσεων του σε σύγκριση με τα απολογιστικά στοιχεία.
Σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο:
― Εγκαθίδρυση κουλτούρας προστασίας και ενίσχυσης της ρευστότητας ως βασικό άξονα εταιρικής στρατηγικής
― Επανεξέταση και βελτιστοποίηση της κοστολογικής βάσης καθώς και επαναξιολόγηση των κεφαλαιουχικών δαπανών
― Αναδιαπραγμάτευση των βασικών όρων των συμβολαίων των προμηθευτών που επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό το κεφάλαιο κίνησης
― Έναρξη συζητήσεων με τα συνεργαζόμενα τραπεζικά ιδρύματα για τυχόν αναδιάρθρωση των υφιστάμενων δανειακών συμβάσεων
― Αναδιαμόρφωση της πολιτικής διαχείρισης ρευστότητας και ανάπτυξη στενής συνεργασίας με εναλλακτικούς παρόχους χρηματοδότησης για σκοπούς ευελιξίας και αύξησης του υφιστάμενου headroom, εάν απαιτηθεί στο μέλλον
― Σύσταση κεντρικής ομάδας και καθορισμός διαδικασιών αποτελεσματικής διαχείρισης ταμειακών διαθεσίμων.
Σε μακροπρόθεσμο επίπεδο:
― Σύνταξη αναλυτικών τριμηνιαίων, εξαμηνιαίων και ετήσιων εκθέσεων προβλεπόμενων ταμειακών ροών, σε επίπεδο εταιρείας και business units
― Ανάπτυξη στρατηγικού πλάνου διαχείρισης του κεφαλαίου κίνησης για τη διασφάλιση της ρευστότητας τόσο κάτω από φυσιολογικές και ακραίες συνθήκες με τη μορφή σεναρίων προσομοίωσης
― Αξιολόγηση σεναρίων ευρύτερης λειτουργικής και χρηματοοικονομικής αναδιάρθρωσης
― Αξιολόγηση και πώληση non-core assets
Αν και τα ανωτέρω μέτρα δεν αποτελούν πανάκεια, παρόλα αυτά μπορούν να αποτελέσουν μια δομημένη προσέγγιση στη διαχείριση της ρευστότητας μιας εταιρείας και να λειτουργήσουν ως ένας πρακτικός οδηγός σε ένα περιβάλλον έντονης μεταβλητότητας, στο οποίο οι σωστές επιλογές και η άμεση λήψη αποφάσεων μπορεί να αποτελέσουν την ειδοποιό διαφορά στη βιωσιμότητα του επιχειρείν.
Ο κ. Δημήτρης Λαμπρόπουλος είναι Γενικός Διευθυντής, Συμβουλευτικό Τμήμα, KPMG