«Κάθε μέρα στις 6 μ.μ. οι Έλληνες ενεργοποιούν τις τηλεοράσεις τους για να παρακολουθήσουν μια εκπομπή που άλλες φορές θα είχαν χάσει»…. Έτσι ξεκινάει άρθρο του Guardian, με τίτλο «Πώς η Ελλάδα χτυπάει τον κορωνοϊό παρά την δεκαετή οικονομική κρίση.
Στο άρθρο γίνεται αναφορά στην καθημερινή ενημέρωση για την πορεία εξέλιξης του κορωνοϊού από τους Σωτήρη Τσιόδρα και ΝίκοΧαρδαλιά : τον ευγενικό καθηγητή μολυσματικών ασθενειών που δίνει τα νέα στοιχεία περιστασιακά με συναισθηματική φόρτιση και τον υφυπουργό που επικαλείται τη σοβαρότητα της κατάστασης προειδοποιώντας τους Έλληνες να παραμείνουν σπίτι, όπως τους περιγράφει το δημοσίευμα.
«Ο καθηγητής και ο πρώην δήμαρχος είναι τα πρόσωπα που έχουν συσχετιστεί με την προσπάθεια της κυβέρνησης να περιορίσει τη διάδοση του Covid-19. Οι προσπάθειές τους να διατηρήσουν τη χώρα ασφαλή φαίνεται να αποδίδουν: σε πληθυσμό άνω των 11 εκατομμυρίων, υπήρξαν, τη Δευτέρα, 2.145 επιβεβαιωμένα κρούσματα κοροναϊού και 99 θάνατοι, πολύ χαμηλότερα από ό, τι αλλού στην Ευρώπη» αναφέρει ο Guardian.
Η εφημερίδα, αναφέρει ότι είναι γενικά αποδεκτό ότι η Ελλάδα αντιμετώπισε την κρίση καλύτερα από το αναμενόμενο, παραθέτοντας τις δηλώσεις Τσιόδρα για «επιπέδωση της καμπύλης» και προσθέτοντας ότι για τις αρχές είναι πρόκληση οι μέρες του Πάσχα.
«Η επιστήμη πάνω από την πολιτική»
Δεν ήταν δεδομένη η ικανότητα της χώρας να αντιμετωπίσει τέτοιες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία. Μετά από σχεδόν μια δεκαετία κρίσης χρέους – χρόνια κατά τα οποία η οικονομία της συρρικνώθηκε κατά 26% – το σύστημα υγείας της Ελλάδας απέχει πολύ από την ανάκαμψη.
Τα κρατικά νοσοκομεία έφεραν το βάρος των περικοπών που απαιτήθηκαν από τους διεθνείς δανειστές για να επιβιώσει η χώρα στην ευρωζώνη. Με την άφιξη της επιδημίας στην Ευρώπη, αξιωματούχοι αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν, 18 μήνες μετά την έξοδο από το τρίτο μνημόνιο, ότι είχαν μόνο 560 κλίνες ΜΕΘ.
Ήταν μια ασταθής πραγματικότητα που δεν άφησε περιθώρια για στρατηγική μετριασμού ή μελετώντας πολιτικές για την επίτευξη «ανοσίας της αγέλης», αναφέρει η εφημερίδα σημειώνοντας ότι η Ελλάδα, όπως και η Ιταλία, έχει επίσης μεγάλο αριθμό ηλικιωμένων.
«Υπήρχαν αδυναμίες, τις οποίες γνωρίζαμε», δήλωσε ο Ανδρέας Μεντής, επικεφαλής του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ. «Πριν από τη διάγνωση της πρώτης περίπτωσης, είχαμε αρχίσει να εξετάζουμε ανθρώπους και να τους απομονώνουμε. Οι εισερχόμενες πτήσεις, ειδικά από την Κίνα, παρακολουθούνταν. Αργότερα, όταν άλλοι άρχισαν να επαναπατρίζονται από την Ισπανία, για παράδειγμα, βεβαιωθήκαμε ότι βρίσκονται σε καραντίνα σε ξενοδοχεία».
Αυτό που ακόμη και πολιτικοί εχθροί αναγνωρίζουν ήταν ότι έγινε μια ιεράρχηση της επιστήμης πάνω από την πολιτική καθώς και μια διαχειριστική προσέγγιση που επικεντρώνεται σε αυτό που ο 51χρονος πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης χαρακτήρισε ως «κατάσταση-ευαισθησίας, συντονισμού, επίλυσης και ταχύτητας ».
Ο Αλέξης Πατέλης, σύμβουλος οικονομικών του Μητσοτάκη, είπε: «Υπάρχουν προβλήματα που για να επιλυθούν απαιτούν αλήθεια και διαφάνεια. Ήταν πολύ σαφές ότι χρειαζόμασταν ειδικούς και έπρεπε να τους ακούσουμε. Οι Έλληνες έχουν περάσει από κρίση, ξέρουν τι είναι. Νομίζω ότι αυτό τους επέτρεψε να προσαρμοστούν και να είναι στωικοί».
Το lockdown
Από την αρχή, η 25μελής επιτροπή επέλεξε το lockdown, μια καταστροφική επιλογή για μια χώρα που μόλις είχε αρχίσει να δείχνει σημάδια οικονομικής ανάκαμψης αναφέρει ο Guardian.
Στα τέλη Φεβρουαρίου, προτού η Ελλάδα καταγράψει τον πρώτο θάνατό της, οι καρναβαλικές παρελάσεις ακυρώθηκαν. Στις 10 Μαρτίου, αρκετές εβδομάδες πριν από την υπόλοιπη Ευρώπη, έκλεισαν τα σχολεία. Μέσα σε λίγες μέρες, έκλεισαν επίσης επίσης μπαρ, καφετέριες, εστιατόρια, νυχτερινά κέντρα, γυμναστήρια, εμπορικά κέντρα, κινηματογράφοι, καταστήματα λιανικής, μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι.
Οι τραυματικές εικόνες από τη γειτονική Ιταλία συγκλόνισαν τους Έλληνες και τονίστηκαν από τον Τσιόδρα και τον Χαρδαλιά στην προσπάθειά τους να περάσουν το μηνυμα των κινδύνων που ενέχει η ασθένεια.
Στο δημοσίευμα γίνεται αναφορά στις παραφωνίες που υπήρξαν στην τήρηση των μέτρων από πολίτες και από την εκκλησία, ενώ σημειώνεται πως η πανδημία αξιοποιήθηκε από την κυβέρνηση για να θέσει σε εφαρμογή καθυστερημένες ψηφιακές μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούν τόσο στην προστασία της υγείας των πολιτών όσο και στον εκσυγχρονισμό του κράτους.
«Μένουμε σπίτι»
«Εν μέσω πανδημίας, η ανάγκη απλοποίησης των κυβερνητικών διαδικασιών κατέστη πρωταρχική», δήλωσε ο Υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκος Πιερρακάκης.
«Ένα από τα πρώτα πράγματα που κάναμε για να περιορίσουμε τα κίνητρα για τους ανθρώπους να βγουν από τα σπίτια τους ήταν να τους επιτρέψουμε να λαμβάνουν ιατρικές συνταγές στα τηλέφωνά τους. Αυτό, μόνο, έχει σώσει 250.000 πολίτες από την επίσκεψη στο γιατρό μέσα σε 20 ημέρες. Βοήθησε δραματικά στη μείωση του αριθμού των ανθρώπων που βγαίνουν από το σπίτι τους, κάτι που μπορεί να είναι μόνο καλό».
Εν τω μεταξύ, η Ελλάδα κατάφερε να διπλασιάσει σχεδόν τον αριθμό των ΜΕΘ.
Αλλά οι γιατροί λένε ότι θα πρέπει να ενισχυθεί το σύστημα υγείαας ακόμη περισσότερο.
Με δύο δομές προσφύγων σε καραντίνα, οι ανησυχίες εντείνονται για εγκαταστάσεις που περιγράφονται ως «υγειονομικές βόμβες» αναφέρει ο Guardian.
Το κόστος για μια οικονομία τόσο εξαρτημένη από τον τουρισμό είναι ήδη υψηλό – και αυτό πριν από τη χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης ύψους 14,5 δισ. ευρώ.
Προς το παρόν, ωστόσο, η κυβέρνηση βρίσκεται στο προσκήνιο των απροσδόκητων επαίνων για την ισοπέδωση της καμπύλης.
«Εάν περάσουμε από αυτό, αν δείξουμε ότι είμαστε ικανοί, θα περάσουν τα υπόλοιπα», δήλωσε ο κ.Πατέλης, προσθέτοντας ότι ο στόχος της Αθήνας ήταν να ανακτήσει κάποια από την αξιοπιστία που είχε καταρρεύσει κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. «Όσο πιο γρήγορα αντιμετωπιστεί μια κρίση υγείας, τόσο μεγαλύτερο είναι το βραχυπρόθεσμο οικονομικό κόστος, αλλά τόσο μεγαλύτερα είναι και τα μακροπρόθεσμα οφέλη», κατέληξε.