Το Μέγαρο Μαξίμου λειτουργεί, το τελευταίο διάστημα, όπως όλες οι δημόσιες υπηρεσίες, με το μισό προσωπικό σε βάρδιες. Ελάχιστα άτομα κυκλοφορούν στους διαδρόμους του και πολλά γραφεία είναι άδεια. Ο κορωνοϊός «χτύπησε» την καρδιά της κυβέρνησης, με έναν τρόπο που δεν είναι ορατός στους έξω, καθώς ο συντονισμός της κρίσης είναι συνεχής και τα αποτέλεσμα επαινούνται συνεχώς και από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης.

«Πώς τα κατάφερε η Ελλάδα;» είναι το ερώτημα που επιχειρούν να απαντήσουν στην κοινή γνώμη των χωρών τους που θρηνεί χιλιάδες νεκρούς. Εκ των υστέρων όλα μοιάζουναυτονόητα, όμως στις 11 Μαρτίου, όταν αποφασίστηκε το πρώτο μέτρο, το κλείσιμο των σχολείων αμέσως μετά το πρώτο κρούσμα, η κυβέρνηση βάδιζε σε τεντωμένο σκοινί.

Πολιτική στη βάση των δεδομένων

Η απόφαση για την επιβολή περιοριστικών μέτρων δεν ήταν καθόλου εύκολη. Επί τρεις ημέρες ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι στενοί συνεργάτες του εξέταζαν όλα τα δεδομένα, ιατρικά και στατιστικά, που τους έστελναν οι ειδικοί. «Η κυβέρνηση ασκεί πολιτική στη βάση δεδομένων. Ο Πρωθυπουργός από ιδιοσυγκρασία θέλει να έχει προσωπική γνώση και όλα τα δεδομένα προτού πάρει οποιαδήποτε απόφαση. Αλλά δεν κάναμε στάθμιση κόστους – οφέλους» εξηγεί ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, από τους λίγους με καθημερινή παρουσία στο Μέγαρο Μαξίμου όλο το διάστημα της κρίσης του κορωνοϊού, η οποία διαδέχθηκε άλλες μεγάλες κρίσεις στο Μεταναστευτικό και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Οι ανησυχίες Γεραπετρίτη

Ο Γιώργος Γεραπετρίτης, με την ένταση που ανθρώπου που δεν έχει προλάβει να αφομοιώσει το μέγεθος των γεγονότων, καθώς μπαινοβγαίνει σε συσκέψεις και επιβλέπει τη νομοθεσία της κρίσης (μέσα σε ενάμιση μήνα εκδόθηκαν πέντε Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου και 125 υπουργικές αποφάσεις), δεν είναι πρόθυμος να επαναπαυθεί στους επαίνους. Για εκείνον, η κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν πλησιάζει στο τέλος, τον ανησυχεί η συμπεριφορά των πολιτών τις ημέρες του Πάσχα, η κατάσταση της οικονομίας, το ενδεχόμενο δεύτερου κύματος της πανδημίας το φθινόπωρο. Μόλις έχει βγει από μια σύσκεψη για τον τουρισμό, που θα δεχθεί μεγάλο πλήγμα το καλοκαίρι, και ετοιμάζεται να μπει στην επόμενη, με το σταθερό τηλέφωνο να χτυπά διαρκώς για την τακτοποίηση διάφορων εκκρεμοτήτων.

«Οταν τίθεται  ζήτημα προστασίας της ζωής δεν υπάρχει η έννοια του κόστους. Δεν ήταν πολιτική απόφαση αλλά κοσμοθεωρητική προσέγγιση.  Ακόμα και αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά και σήμερα ο τρόπος που κινηθήκαμε έμοιαζε υπερβολικός, πάλι θα είχαμε ήσυχη τη συνείδησή μας ότι δεν διακινδυνεύσαμε ανθρώπινες ζωές» επισημαίνει.

Δύσκολες αποφάσεις με μεγάλο κόστος

Αλλά, όπως ομολογεί, «ήταν μια δύσκολη απόφαση, με βαρύτατο οικονομικό κόστος, και υπήρξαν πιέσεις από πολλές πλευρές που ήθελαν να διατηρηθεί η ισορροπία στην οικονομική δραστηριότητα. Δεν κάναμε πίσω».

Αυτές οι πλευρές που πίεζαν για την προτεραιότητα της οικονομίας έναντι της δημόσιας υγείας έγιναν στη συνέχεια αρωγοί της κυβερνητικής προσπάθειας με δωρεές και άλλες διευκολύνσεις. Ο Γιώργος Γεραπετρίτης, όμως, δεν είναι μεμψίμοιρος. Προτιμά να μιλάει για την ευρεία κοινωνική συστράτευση πρώτη φορά στη Μεταπολίτευση, για την κατανόηση που έδειξαν ιδρύματα και επιχειρηματίες στην κρισιμότητα της στιγμής, για τη σοβαρότητα και τα γρήγορα αντανακλαστικά του κράτους.

Απόλυτη εμπιστοσύνη στους ειδικούς

Το Μέγαρο Μαξίμου, εξηγεί, εφάρμοσε ένα μοντέλο διαχείρισης από πάνω προς τα κάτω, ώστε να αποφύγει αντιφάσεις και αυτενέργειες από τα εμπλεκόμενα υπουργεία. Επίσης, εμπιστεύτηκε την επιστήμη. «Πολύ γρήγορα ο Πρωθυπουργός συγκρότησε μια ομάδα ειδικών συμβούλων που μας καθοδηγούσε. Τους εμπιστευτήκαμε απόλυτα και τους παρείχαμε να εχέγγυα για να λειτουργούν ανεξάρτητα από οποιαδήποτε πίεση» σημειώνει. Πολλοί αναρωτήθηκαν γιατί ενημερώνει τους πολίτες ο Σωτήρης Τσιόδρας και όχι ο υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας. «Ο καθηγητής Τσιόδρας», εξηγεί ο Γιώργος Γεραπετρίτης, «ήταν επιλογή του υπουργού Υγείας και του Πρωθυπουργού μέσα από μια λίστα ειδικών επιστημόνων, με βάση το βιογραφικό και τη διαδρομή του. Δεν επελέγη με πολιτικά και πολύ περισσότερο επικοινωνιακά κριτήρια, που μας ήταν άγνωστα. Λόγω του μεγέθους της κρίσης αποφασίσαμε να βγάλουμε μπροστά επιστήμονες και όχι πολιτικούς για να ενημερώνουν συνεχώς, εμπεριστατωμένα, με ειλικρίνεια τους πολίτες. Σε καμία άλλη χώρα δεν γίνεται τέτοια καθημερινή και εκτεταμένη ενημέρωση. Αποτυπώνει το μοντέλο της εξουσίας με βάση όχι την επιβολή αλλά την πειθώ, την οποία έχει ανάγκη ο πολίτης σε συνθήκες περιστολής των ελευθεριών του».

Ουδείς κερδισμένος από πρόωρες εκλογές

Αυτές τις ημέρες το πρωθυπουργικό επιτελείο δεν έχει να διαχειριστεί μόνο στατιστικές και δεδομένα, αλλά και την κόπωση των πολιτών από την καραντίνα και την υφέρπουσαφημολογία για πρόωρες εκλογές το φθινόπωρο. «Εμείς, εδώ, δεν πιστεύουμε ότι μπορείς να χειραγωγήσεις τους θεσμούς για να κεφαλοποιήσεις κέρδη αντί να υπηρετήσεις το δημόσιο συμφέρον. Οταν η δουλειά γίνεται καλά μιλάει από μόνη της. Η πολιτική κεφαλαιοποίηση είναι ζημιά για τη δημοκρατία. Ούτε η χώρα έχει να κερδίσει τίποτα από τις πρόωρες εκλογές ούτε εμείς. Τι να διεκδικήσουμε; Εναν χρόνο επιπλέον, όταν έχουμε την πεποίθηση ότι με όσα κάνουμε η χώρα πάει μπροστά;» ερωτά ο υπουργός Επικρατείας.

Κατά την άποψή του, για την προκήρυξη πρόωρων εκλογών υπάρχει μόνο μία λογική. «Η απρόοπτη μεταβολή των συνθηκών. Χωρίς ανάγκη αλλαγής του μείγματος πολιτικής με το οποίο εξελέγης και απέκτησες νομιμοποίηση, γιατί να πας στην κάλπη; Εμείς, παρά τις απανωτές κρίσεις, εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι η χώρα χρειάζεται μεγαλύτερη ανάπτυξη, λιγότερους φόρους, αύξηση των θέσεων εργασίας. Το ίδιο μείγμα, με διαφορετικά εργαλεία, θα χρησιμοποιήσουμε και την επόμενη ημέρα της κρίσης».

 

Η Ευρώπη σε μεγάλο σταυροδρόμι

Η επόμενη ημέρα της κρίσης σκιάζεται από την αντιπαράθεση των ευρωπαϊκών κρατών και τον διχασμό Βορρά και Νότου για τα κατάλληλα εργαλεία χρηματοδότησης των χωρών που έχουν πληγεί περισσότερο. «Είναι αποκαρδιωτική η εικόνα της Ευρώπης σε επίπεδο θεσμών και αλληλεγγύης, λειτουργεί σήμερα πιο αποσυσπειρωτικά από ποτέ. Η Ευρώπη βρίσκεται σε μεγάλο σταυροδρόμι, στη μεγαλύτερη πρόκληση από τη σύστασή της. Εκδηλώθηκε σαφής διάθεση των χωρών να στεγανοποιηθούν, να δημιουργήσουν έναν περίκλειστο χώρο ασφάλειας. Η πολιτική αυτή απομειώνει την οφειλόμενη αλληλεγγύη απέναντι στους λαούς και δημιουργεί μεγάλες εντάσεις σε κοινότητες, όπως η ΕΕ, που υφίστανται σημαντικές εγγενείς και διαρθρωτικές ανισότητες.

Δυνητικά θα μπορούσε να οδηγήσει και σε μια υφέρπουσα κατάσταση ξενοφοβίας, όπου δεν θα φοβόμαστε τον ιό αλλά τη μετάδοση οποιασδήποτε εθνικής παθολογίας σε άλλες χώρες. Η κρίση καλλιεργεί την ανάγκη απομόνωσης σε όλα τα επίπεδα, όχι μόνο την κοινωνική αλλά και την πολιτική απομόνωση. Ας σκεφτούμε μόνο πώς αντέδρασαν οι χώρες στην εξεύρεση ή στη διανομή υγειονομικού υλικού. Περιόρισαν τις εξαγωγές ή επιδόθηκαν σε πράξεις εμπορικής πειρατείας, ένα φαινόμενο που σταδιακά μεταφέρεται από το πεδίο του εμπορίου στο πεδίο της πολιτικής και είναι πολύ ανησυχητικό».

Η Ελλάδα αξιοποίησε τις διπλωματικές γέφυρες που ανέπτυξε με χώρες εκτός ΕΕ, όπως η Κίνα, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, για την προμήθεια υγειονομικού υλικού. Η επαφή έγινε απευθείας με τις πρεσβείες και τις κυβερνήσεις και όχι με τις εταιρείες. «Ανεβάσαμε το επίπεδο συναλλαγής από εμπορικό σε διπλωματικό και έτσι καταφέραμε να έχουμε επάρκεια υλικού, που το χρησιμοποιούμε με φειδώ ώστε να είμαστε προετοιμασμένοι για τυχόν δεύτερη φάση της πανδημίας» σημειώνει. Παράλληλα, οι προσλήψεις ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, η συνεργασία δημόσιων και ιδιωτικών νοσοκομείων και η προσπάθεια να περιοριστούν οι ελλείψεις του δημόσιου συστήματος υγείας θα αφήσουν, προσθέτει, σημαντική παρακαταθήκη για το ΕΣΥ.

Τα καλά και κακά νέα από το Eurogroup

Τα πάντα δεν εξαρτώνται από τους χειρισμούς και τις αποφάσεις της κυβέρνησης. Το Eurogroup μετατράπηκε σε πεδίο μάχης και ο κ. Γεραπετρίτης δεν ενδιαφέρεται να ωραιοποιήσει την κατάσταση. «Η Ευρώπη παραμένει ζωντανή αλλά δεν είναι βέβαιο ότι βγαίνει από την Εντατική. Η χθεσινή απόφαση του Eurogroup αποτελεί έναν ένδοξο συμβιβασμό, με αρκετά ανοιχτά κεφάλαια.

Το καλό νέο είναι ότι υπήρξε συμφωνία παρά τον σοβαρό διχασμό κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Για να γίνει αυτό, όμως, χρειάστηκε τηλεδιάσκεψη σε επίπεδο κορυφής μεταξύ της καγκελαρίου Μέρκελ, του προέδρου Μακρόν και του πρωθυπουργού Ρούτε ώστε να επιβληθεί λύση στο ανώτατο επίπεδο. Καλό νέο είναι επίσης ότι διατίθενται πόροι, όχι βεβαίως κατ’ ανάγκην επαρκείς, για μία πρώτη επανεκκίνηση της ευρωπαϊκής οικονομίας.

Τα κακά νέα έχουν να κάνουν με τις ασάφειες της συμφωνίας. Πρώτον, παραμένει ασαφές πόσο ευέλικτος θα είναι ο ορισμός της έννοιας των πόρων για τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης. Δεύτερον, το μέγεθος του προτεινόμενου προγράμματος του ESM, δηλαδή στο 2% του ΑΕΠ, παραμένει μάλλον μικρό. Τρίτον, στο Ταμείο Ανάκαμψης δεν γίνεται συγκεκριμένη αναφορά σε τιτλοποίηση του χρέους με τη μορφή ευρωομολόγου ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, με αποτέλεσμα να αναβάλλεται η συζήτηση για το αν τελικά θα υπάρξουν νέα οχήματα χρηματοδότησης στην ΕΕ, κάτι που αποτελεί θέση και της χώρας μας» επισημαίνει.

Με αυτά τα δεδομένα, ο στόχος της κυβέρνησης είναι «να βγούμε όσο το δυνατόν λιγότερο πληγωμένοι από την υγιειονομική κρίση και να ενισχύσουμε την κοινωνία και την οικονομία. Να μη διακινδυνεύσουμε την επιβίωση της χώρας. Στην οικονομία, θα πορευτούμε με απόλυτη σύνεση και σιγουριά, όχι με αλόγιστη πλειοδοσία. Βασική μας πολιτική να χρησιμοποιούμε μετρημένα τα ταμειακά διαθέσιμα του κράτους. Τώρα είναι 16 δισεκατομμύρια ευρώ. Τα μέτρα του Aλέξη Τσίπρα δεν υφίστανται. Θα διαφυλάξουμε απολύτως τον κρίσιμο δημοσιονομικό χώρο για να επανεκκινήσει η οικονομία μας και θα εξαντλήσουμε κάθε δυνατότητα να πάρουμε πόρους από άλλες πηγές, ιδίως από προγράμματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της ΕΚΤ, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, έτσι ώστε να μη χρειαστεί να αντλήσουμε μεγάλο μέρος του κεφαλαίου μας. Τα διαθέσιμα δεν εξυπηρετούν μόνο άμεσες ανάγκες αλλά διασφαλίζουν και το οικονομικό μέλλον. Συνιστούν εγγύηση ότι θα μπορούμε ακόμα και σε περιόδους κρίσης και ύφεσης να δανειζόμαστε από τις αγορές με ανεκτούς όρους. Αν βρεθούμε χωρίς τα αναγκαία ταμειακά διαθέσιμα και σε αδυναμία δανεισμού από τις αγορές, θα διακινδυνεύσουμε νέα μνημόνια» επισημαίνει.

Μεγαλύτερη πρόκληση η ανεργία

Ο κίνδυνος κοινωνικής κατάρρευσης εξαιτίας των μέτρων που επέβαλε η πανδημία προβληματίζει τον υπουργό Επικρατείας, ο οποίος επισημαίνει ότι η ανεργία αποτελεί τη μεγάλη πρόκληση για όλες τις χώρες. «Η Ελλάδα», παρατηρεί, «έλαβε το πιο ριζικό μέτρο, επέβαλε απαγόρευση απολύσεων με αποτέλεσμα να έχουν ανασχεθεί όλες οι απολύσεις, κάτι που δεν τόλμησε καμία άλλη κυβέρνηση παγκοσμίως». Και ελπίζει ότι θα επέλθει ισορροπία στην αγορά εργασίας υπό την προϋπόθεση ότι θα συμμετάσχουν όλοι, εργοδότες, εργαζόμενοι, κράτος και ιδιώτες, όπως οι τράπεζες και οι ιδιοκτήτες ακινήτων, μέσω παροχών, στην προσπάθεια για δίκαιη κατανομή του βάρους της υγιειονομικής κρίσης.