Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να δέχεται κατ’ εξαίρεση ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση για την παροχή ρευστότητας στις τράπεζες συνιστά σημαντικό βήμα στήριξης στην εγχώρια οικονομία.
Σε μια πολύ κρίσιμη περίοδο, διευρύνει σημαντικά τις πηγές χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών και κατ’ επέκταση την ικανότητά τους να στηρίξουν την πραγματική οικονομία τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, όπως δήλωσε και ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας.
Να θυμίσουμε στο σημείο αυτό ότι η ΕΚΤ κατήρηγησε την πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών σε φθηνό δανεισμό τον Αύγουστο του 2018, με τη λήξη δηλαδή του προγράμματος, καθώς η τότε κυβέρνηση είχε επιλέξει να μην ζητήσει προληπτική γραμμή στήριξης.
Χάρη σε πρόσφατη απόφαση της ΕΚΤ τα ελληνικά ομόλογα θεωρούνται πλέον αποδεκτοί τίτλοι στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης λόγω της πανδημίας (PEPP), δίνοντας επιπλέον «ανάσα» στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα.
Όπως δήλωσε στο «Βήμα της Κυριακής» η Ιζαμπελ Σνάμπελ, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, η συμπερίληψη των ελληνικών ομολόγων στο PEPP καταδεικνύει ότι «η ΕΚΤ στέλνει ένα ξεκάθαρο σήμα στις αγορές ότι αυτή η κρίση επηρεάζει ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ και ότι δεν θα ανεχθεί κινδύνους για την ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής της σε οποιαδήποτε χώρα της ζώνης του ευρώ».
Είναι κοινή πεποίθηση πως η Κρστίν Λαγκάρντ, αντιλαμβανόμενη την κρισιμότητα των στιγμών και βαδίζοντας στα χνάρια του προκατόχου της, Μάριο Ντράγκι, αναλαμβάνει καίριες πρωτοβουλίες. Διαμηνύει μάλιστα πως θα κάνει ό,τι χρειαστεί, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το σοκ που προκαλεί η πανδημία.
Μόνο οι δικές της πρωτοβουλίες και αποφάσεις όμως, δεν επαρκούν για να αναχαιτιστούν οι συνέπειες της πρωτοφανούς κρίσης.
Αυτό πρέπει να το αντιληφθούν οι Ευρωπαίοι ηγέτες στις Βρυξέλλες και να προβούν στους απαραίτητους συμβιβασμούς προτού να είναι πολύ αργά.