Η προκυμαία της Θεσσαλονίκης έκλεψε την παράσταση της εφηβικής- μετεφηβικής επιδειξιμανίας, στις δραματικές αυτές ώρες της σαρωτικής επιδημικής εισβολής του Covid-19.
Δεκαοχτάρηδες, εικοσάρηδες και βάλε ξεχύθηκαν όλοι τους στην παραλιακή θεσσαλονικιώτικη λεωφόρο σχεδόν αγκαλιασμένοι. Άλλοι από διάθεση για «καμάκι» στο άλλο φύλο, άλλο από προκλητική περιφρόνηση προς την κρατική εκστρατεία κατά του Covid-19.
Οι περισσότεροι με λουλουδιαστές βερμούδες και σορτς, μερικοί από αυτούς με τις λατινοαμερικάνικες οικόσιτες σαύρες, τις ιγκουάνα, σαν κασκόλ στο λαιμό τους. Η ματαιόδοξη γοητεία μιας νεοπλουτικής μπουρζουαζίας…
Όμως, πέρα από την εγωκεντρική αυτή και ψευδοϋπερήφανη διαστροφή το όλο φαινόμενο εστιάζεται σε δύο καταστροφικούς παράγοντες:
- Στην έλλειψη σχολικής, γιατί όχι και οικογενειακής κοινωνικής αγωγής.
- Στην απαιδευσία όχι μόνον των γονέων, αλλά και αμέτρητων από καθέδρας διδασκόντων. Παληά αγιάτρευτη πληγή η έλλειψη της παιδαγωγικής, σε όλες σχεδόν τις βαθμίδες της παιδείας μας…
Έτσι λοιπόν, ένα κομμάτι του νεανικού δυναμικού προσανατολίζεται σε χαζοχαρούμενες ή σε χουλιγκανικές διεξόδους, ενώ άλλα από τα αδέσποτα αυτά «παιδιά» διαπρέπουν στις ομάδες του σχολικού μπούλινγκ. Ή ακόμη και εντάσσεται σε κάποιες χιλιάδες θαμώνων των ξενυχτάδικων.
Ας μη γελιόμαστε. Αυτά τα «παιδιά»- έτσι αποκαλούν χαϊδευτικά τα κακομαθημένα τέκνα τους, ακόμη και στην ηλικία των τριάντα- αυτοί λοιπόν οι ακριβοντυμένοι μαντράχαλοι, με την αποκλειστική ευθύνη των γονέων αλλά και κάποιων επίορκων διδασκάλων-καθηγητών, συγκροτούν το δυναμικό των αιωνίως χαρτζιλικοδίαιτων της νεοπλουτικής ΛΜΑΤ (Λούμπεν μεγαλοαστικής τάξης).
Συμπερασματικά θα λέγαμε, ότι το νεανικό αυτό δυναμικό ενώ γεννήθηκε και γαλουχήθηκε με την νηπιακή αθωότητα, αργότερα διαπλάστηκε από τους ίδιους τους γονείς τους σε μοντέλο ενός bon viveur, ενός καλοπερασόπουλου χαρτζιλικοδίαιτου, σχεδόν εφ’ όρου ζωής. Στην ομοταξία αυτών των αδέσποτων νέων βασιλεύει το ξενύχτι. «Αγοράζουν νύχτα και πουλάνε ημέρα».
Έγερση στις 11-12 το μεσημέρι. Γεύμα στις 2μμ. Δεύτερος ύπνος από 3μμ έως 10 το βράδυ. Αναχώρηση για το ξενυχτάδικο στις 11 τη νύχτα. Σφηνάκια και χοροπήδημα έως τις 5 το πρωί. Την ώρα που πολλοί άλλοι ξεκινούν για το μεροκάματο. Επιστροφή στο σπίτι και ύπνος έως το μεσημέρι…
Εάν ρωτήσει κανείς τους γονείς, γιατί δεν αντιδρούν σ’ αυτό τον τρόπο ζωής των «παιδιών», τότε εισπράττει την απάντηση: «Ε, ρε φίλε “παιδιά” είναι. Άστα να χαρούν. Δεν θέλω να περάσουν αυτές τις στερήσεις που πέρασαν και οι δικοί μας πατεράδες στην Κατοχή…».
Οι Vitelloni και οι «κότες»
O Φεντερίκο Φελίνι, στις ανεπανάληπτες κοινωνικές ανατομίες του, μέσω του ιταλικού κινηματογραφικού νεορεαλισμού, το 1953, έδωσε ένα από τα δείγματα αυτής της ανατομίας του με τους “vitelloni”. Ο τίτλος αυτός μεταφράζεται «τα μοσχάρια» και στην ιταλική μεταφορική του έννοια ταυτίζεται με τα καλοαναθρεμένα, αλλά και κακομαθημένα «παιδιά» της ημιμαθούς έως άξεστης νεοπλουτοκρατίας, που δεν εργάστηκαν ποτέ στη ζωή τους, ούτε και ξύπνησαν ποτέ με ξυπνητήρι.
Κατά τη γνώμη του γράφοντος, η επικρατέστερη ελληνική μετάφραση σ’ αυτόν τον ιταλικό κινηματογραφικό τίτλο είναι «τα παιδοβούβαλα», στα οποία ο δήμαρχος της Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνος Ζέρβας έδωσε την πρέπουσα απάντηση, φράζοντας με μπάρες την προκυμαία της συμπρωτεύουσας του βορρά.
Φυσικά δεν ήταν μόνον οι vitelloni, και κάποιες εκατοντάδες από μεσήλικους ζεμανφουτίστες αλλά και κάποιες «κυρίες», που σε ύφος αντρο-γυναικείας ψευτομαγκιάς έβρισαν χυδαία, στην ίδια παραλία «κότες» όλους τους Έλληνες και τις Ελληνίδες, που οικειοθελώς αντιμετωπίζουν τη σαρωτική πανδημία, στα σπίτια τους.
Αλλά τι μου θυμίζουν οι… κότες; Μήπως τον πρώην Έλληνα ΥΠΕΞ που καθύβρισε αντιδιπλωματικά και χυδαία «κότα» τον Ρώσο ΥΠΕΞ Σεργκιέϊ Λαβρόφ; Όλα αυτά προφανώς δεν είναι παρά τεκμήρια κάποιων κρουσμάτων κατακριτέας και ασυγχώρητης συμπεριφοράς στους κόλπους της κοινωνίας μας.