Με τον χρονικό ορίζοντα της ανάσχεσης της πανδημίας του κορωνοϊού και της λήξης του παγκόσμιου συναργερμού να παραμένει δυσδιάκριτος, μια συζήτηση για τις άμεσες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του έχει ξεκινήσει.
Τα όσα θα συμβούν και θα πρέπει να αντιμετωπιστούν σε οικονομικό επίπεδο θα επιφέρουν μοιραία ανατροπές και θα απαιτήσουν αναθεωρήσεις και αναπροσαρμογές. Ως προς τούτο θα κριθούν όλοι, με βάση το κατά πόσον θα έχουν την αντίληψη, την ευελιξία και την ταχύτητα να αντεπεξέλθουν στη συνθήκη του «μεταπολεμικού» κόσμου. Εθνικοί και υπερεθνικοί οργανισμοί θα δοκιμαστούν, κυβερνήσεις και ηγεσίες, επιχειρήσεις και ιδιώτες, πολίτες και πρόσωπα θα κριθούν.
Υπό αυτό το πρίσμα, ήδη εξελίσσεται μια διερεύνηση για τις επιπτώσεις και τις αλλαγές λόγω της εξάπλωσης της πανδημίας, η οποία επιδρά καταλυτικά και σαρωτικά, περισσότερο ίσως από οποιοδήποτε άλλο ιστορικό απρόοπτο των τελευταίων αιώνων.
Τι από όλα αυτά που έχουν αποφασιστεί και εφαρμοστεί έως σήμερα, ή θα εφαρμοστούν στο άμεσο μέλλον, έχει «έλθει για να μείνει»; Τι είναι αδιαμφισβήτητα θετικό και θα πρέπει να διατηρηθεί ως πρακτική και μετά το πέρας της κρίσης; Ποια είναι τα «γκρίζα πεδία»; Με τι διαδικασίες θα χαλαρώσουν τα περιοριστικά μέτρα όταν οι συνθήκες τα επιτρέψουν; Πόσο και πώς θα ελεγχθούν τυχόν «πειρασμοί» όσων ενδεχομένως θα σκέφτονταν μια μετάβαση σε οργουελικές πρακτικές;
Οι αλλαγές στη διοίκηση
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, τα όσα μέχρι στιγμής έχει επιφέρει ο κορωνοϊός σε όλους τους τομείς, πέραν αυτού της δημόσιας υγείας, είναι σαρωτικά.
Η προστασία και η διάσωση ανθρώπινων ζωών έχουν επιβάλει πρωτοφανείς ρυθμούς λήψης αποφάσεων, έχουν αναδείξει δικοικητικές διαδικασίες και ικανότητες κεντρικά και περιφερειακά, έχουν επισπεύσει μεταρρυθμίσεις και έχουν διαμορφώσει μια ιστορικών διαστάσεων κοινωνική συνείδηση – έστω και με ελάχιστες θλιβερές εξαιρέσεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ταχείας προσαρμογής και μετάβασης σε διαδικασίες πρωτόγνωρες για την Ελλάδα είναι τα όσα έχουν συμβεί στο πεδίο της ψηφιακής διακυβέρνησης. Μέσα σε λίγες ημέρες προχώρησαν με ταχείες νομοθετικές ενέργειες μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα έπρεπε να έχουν ήδη συντελεστεί και ενδεχομένως να έπαιρναν χρόνια.
Δρόμος χωρίς επιστροφή
Στο δημοσιονομικό πεδίο, μέσα σε λίγες εβδομάδες έχουν ανατραπεί τα πάντα και παντού. Το Σύμφωνο Σταθερότητας έχει ανασταλεί, οι περιοριστικές πολιτικές έχουν ακυρωθεί, οι κρατικές ενισχύσεις προς δημόσιες και ιδιωτικές επιχειρήσεις είναι μια επιβεβλημένη πολιτική επιλογή, η ρευστότητα αναγκαστικά θα αναζητηθεί σε νέα εργαλεία, είτε αυτά ονομαστούν «κορωνο-ομόλογα», είτε σε πιο παραδοσιακά ή και λιγότερα συμβατικά μέσα, αδιανόητα έως πολύ πρόσφατα στην ευρωζώνη. Υπάρχει επιστροφή στο προηγούμενο καθεστώς για την Ελλάδα και την Ευρώπη; Φαντάζει αδύνατον και αυτοκτονικό.
Την ίδια στιγμή, άλλα οικονομικά αξιώματα τα οποία ίσχυσαν επί δεκαετίες θα χρειαστεί να αναθεωρηθούν. Για παράδειγμα και σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, πόσο μπορεί ή πρέπει να παραμείνουμε προσκολλημένοι στο δόγμα του τουρισμού ως «βαριάς βιομηχανίας» της χώρας μας, από τη στιγμή κατά την οποία αυτή μπορεί να διαλυθεί κυριολεκτικά εν μια νυκτί; Το ζήτημα δημιουργίας και άλλων «βαριών βιομηχανιών» θα τεθεί και εκ των πραγμάτων μόλις περάσει η κρίση.
Οι περιορισμοί
Στο πεδίο των περιοριστικών μέτρων, εξελίσσεται μια παγκόμια συζήτηση για την «επόμενη μέρα». Στη χώρα μας, όπως και στο σύνολο των κρατών-μελών της ΕΕ, ό,τι μέτρο έχει ληφθεί είναι συνταγματικά προβλεπόμενο (άρθρο 5 και ερμηνευτική δήλωση). Συνεπώς, από νομική και πολιτειακή άποψη δεν έχει επιβληθεί κάποιο έκτακτο καθεστώς. Υπό αυτή την έννοια, η επιστροφή στους κανονικούς ρυθμούς, σε όποιον χρόνο αυτή συμβεί και όσο σταδιακά εξελιχθεί, δεν θα είναι κάτι το σύνθετο από νομοθετικής πλευράς.
Ως προς αυτά, στην Ελλάδα και διεθνώς αναδεικνύεται μια άλλη διάσταση του ζητήματος: ο ρόλος, η ευθύνη και η συμπεριφορά του πολίτη στις φιλελεύθερες δημοκρατίες, έναντι του ρόλου των ολοκληρωτικών καθεστώτων και των πρακτικών ελέγχου και περιορισμού των ελευθεριών, τις οποίες ούτως ή άλλως εφάρμοζαν.
Στη χώρα μας, έστω και με τα παρατράγουδα της πρώτης περιόδου, διαμορφώθηκε σε κρίσιμο χρόνο μια στάση κοινωνικής υπευθυνότητας, η οποία πιθανώς θα αποδειχθεί καθοριστικής σημασίας. Κρίσιμο ρόλο ως προς τούτο έπαιξε η στάση της ηγεσίας, η διαφάνεια στην κεντρική και επίσημη ενημέρωση, η επιμονή των υπευθύνων σε όλα τα πεδία να απευθύνονται στους πολίτες, ακόμα και η προσαρμογή της πλειονότητας των διαύλων ενημέρωσησης και των ΜΜΕ στις απαιτήσεις της κρίσης.
Ενίσχυση του σύστηματος υγείας
Σε πρώτο επίπεδο ή, ορθότερα, στην πρώτη γραμμή του μετώπου βρίσκεται το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Με δραματικό τρόπο καταφαίνεται η υποβάθμισή του τα προηγούμενα χρόνια και επαναπροσδιορίζεται η επείγουσα ανάγκη ενίσχυσής του στο μέλλον. Αυτό αναγνωρίζεται πλέον από όλους και η νέα προσέγγιση αναπόφευκτα θα πρέπει να σημάνει μια στήριξη του ΕΣΥ. Αυτό το ίδιο σύστημα άλλωστε και όσοι το στελεχώνουν θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι είτε για την επόμενη φάση της ίδιας πανδημίας είτε για το ξέσπασμα μιας νέας στο μέλλον. Η μεταρρύθμιση σε αυτό το πεδίο προσλαμβάνει άλλη έννοια, υπαρξιακής κρισιμότητας για τη χώρα μας.