Παρατηρώ τη συζήτηση που γίνεται για την ανάγκη αυστηρότερων περιορισμών στην κυκλοφορία των ανθρώπων.
Ομολογώ ότι μου κάνει εντύπωση ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται μια γενική εικόνα «ανευθυνότητας των πολιτών».
Θεωρώ ότι δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα.
Εγώ καταλαβαίνω ότι τα μέτρα που τα ονομάσαμε «Μένουμε σπίτι» στηρίζονται στη γνώση που έχουμε για το πώς μεταδίδεται ο ιός.
Και αυτή η γνώση λέει ότι ο ιός μεταδίδεται μέσα από την κοινωνική συναναστροφή.
Γιατί η μετάδοση προϋποθέτει είτε να έρθεις άμεσα σε επαφή με τα σταγονίδια που φεύγουν όταν κάποιος φταρνίζεται, βήχει ή μιλάει, είτε επειδή μοιράζεσαι κοινό χώρο με κάποιον που έχει τον ιό από τις επιφάνειες που θα αγγίξεις και μετά θα βάλεις τα χέρια σου στο στόμα, τη μύτη ή τα μάτια.
Γι’ αυτό το λόγο όσο λιγότερο συναναστρεφόμαστε άλλους ανθρώπους ή συγχρωτιζόμαστε με άλλους ανθρώπους, τόσο μικρότερη μετάδοση έχουμε.
Σ’ αυτό στηρίζεται η λογική των μέτρων «κοινωνικής αποστασιοποίησης».
Τα μέτρα αυτά κυρίως ακυρώνουν δυνατότητες μεγάλης συναναστροφής και συγχρωτισμού ανθρώπων.
Εάν κλείσεις τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, τις εκκλησίες, τα μπαρ, τα εστιατόρια, τα καφέ, τα γήπεδα, τα γυμναστήρια, τα εμπορικά κέντρα και καταστήματα περιορίζεις ριζικά τις δυνατότητες των ανθρώπων να συγχρωτιστούν.
Δεν αρκεί, βέβαια, γιατί έχεις τους χώρους δουλειάς: εκεί εφαρμόζεις μέτρα τηλεργασίας, εκ περιτροπής εργασίας, αραίωσης και λήψης μέτρων προστασίας.
Έτσι περιορίζεις ακόμη περισσότερο τη μετάδοση.
Τώρα στην εφαρμογή αυτών των μέτρων οι κυβερνήσεις προσθέτουν και άλλους περιορισμούς.
Οι άλλοι φόβοι
Υπάρχει για παράδειγμα ο φόβος ότι μπορεί οι άνθρωποι να μην πηγαίνουν σε εστιατόρια αλλά να μαζεύονται σε σπίτια, ή διαρκώς να πηγαίνουν πότε στο ένα σπίτι στο άλλο ή να κάθονται όλοι μαζί στο ύπαιθρο αλλά σε συνθήκες συγχρωτισμού.
Υπάρχει επίσης ένας άλλος φόβος που είναι ότι οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να πηγαίνουν από τη μία πόλη στην άλλη, ή στα χωριά τους ή στα νησιά.
Κάτι που θα μπορούσε να δημιουργήσει τοπικές εστίες και μάλιστα σε μέρη (όπως τα νησιά) που δεν υπάρχουν αναγκαίες υποδομές των υπηρεσιών υγείας.
Για να αντιμετωπιστούν αυτοί οι φόβοι έρχονται οι περιορισμοί στην κυκλοφορία, ας πούμε με τον τρόπο που εφαρμόζονται τώρα.
Ως εδώ καλά.
Βέβαια, όπως μας έχουν δείξει και άλλες χώρες όσο άνθρωποι παραμένουν υποχρεωμένοι να εργάζονται, να πηγαίνουν σε χώρους δουλειάς, να χρησιμοποιούν μέσα μαζικής μεταφοράς, να πρέπει να κάνουν κάποιες συναλλαγές με τράπεζες, δύσκολα σταματάει πλήρως η διάδοση.
Οι ειδικοί ξέρουν καλά ότι τα μέτρα αυτά λειτουργούν μειώνοντας πιθανότητες μετάδοσης και έτσι περιορίζεται ο ρυθμός της διασποράς, δεν αρρωσταίνουν όλοι ταυτόχρονα και δεν καταρρέει το σύστημα υγείας.
Δεν είναι, όμως, τα μέτρα αυτά «απόλυτοι» φραγμοί.
Το ερώτημα που τίθεται είναι: είμαστε τόσο απείθαρχοι στη χώρα μας;
Δεν το πιστεύω, εγώ καταλαβαίνω ότι οι πιο πολλοί έχουν συμμορφωθεί και έχουν αποδεχτεί τα μέτρα και την αναγκαιότητά τους.
Τηρούν αποστάσεις στις ουρές, στέλνουν sms με τις μετακινήσεις, αποφεύγουν ακόμη και να διασταυρωθούν κοντά με έναν άλλο.
Έχουμε παραβάτες;
Έχουμε, όχι όμως σε μια κλίμακα που θα την έλεγες μη εφαρμογή και γενικευμένη απειθαρχία.
Και εδώ πρέπει να πούμε μερικά πράγματα με το όνομά τους.
Ο ιός δεν μεταδίδεται επειδή άνθρωποι βγαίνουν έξω να περπατήσουν, ή να τρέξουν, ή να πάνε βόλτα τον σκύλο τους και να το κάνουν λιγότερο βιαστικά από το συνηθισμένο, να πάνε έναν περίπατο το πρωί και μία βόλτα με τον σκύλο το απόγευμα.
Το κάνουν μόνοι τους δεν εκτίθενται σε κίνδυνο, δεν εκθέτουν σε κίνδυνο.
Μπορώ να καταλάβω το πρόβλημα που υπάρχει με το ότι εάν μπορείς να βγεις από το σπίτι σου μπορεί να πας σε ένα άλλο σπίτι και να το κάνουν και άλλοι δέκα και να κάνετε «συνάθροιση».
Μπορώ να καταλάβω το πρόβλημα με τις μετακινήσεις με αυτοκίνητο που δεν ξέρεις που πάει ο άλλος.
Μπορώ να καταλάβω το πρόβλημα με τις μετακινήσεις ενόψει Πάσχα.
Για όλα αυτά λοιπόν ας ληφθούν ειδικά και συγκεκριμένα μέτρα.
Όχι όμως απαγορεύσεις που απλώς θα κάνουν τη ζωή πιο δύσκολη.
Ακόμη και μέσα στην πανδημία οι άνθρωποι πρέπει να μπορούν να βγουν να περπατήσουν ή να τρέξουν με όρους ασφαλείς.
Οι ίδιοι οι γιατροί υπογραμμίζουν την αξία της σωματικής άσκησης για την καλή υγεία και το ψυχολογικό στρες του εγκλεισμού.
Τα μέτρα που αυτή τη στιγμή εφαρμόζονται, σε συνδυασμό με την αποτροπή των μετακινήσεων στην επαρχία, καλύπτουν τις ανάγκες προστασίας και κάνουν πιο υποφερτό τον κατ’ οίκον εγκλεισμό πολλών ανθρώπων.
Πιο καταθλιπτικοί
Εάν πάμε σε ακόμη πιο αυστηρά μέτρα, που δεν θα αποσκοπούν στην αποτροπή συναναστροφών και συναθροίσεων και απλώς θα περιορίζουν το δικαίωμα στον περίπατο, δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι θα έχουμε κάνει κάτι παραπάνω για πανδημία και απλώς θα έχουμε συμβάλει στο να γίνουν οι άνθρωποι πιο στεναχωρημένοι, πιο καταθλιπτικοί και πιο παχύσαρκοι.
Και επίσης καλό είναι να αναφερόμαστε στην «ατομική ευθύνη», αλλά αυτή να μην οδηγεί στο να προσπερνάμε την πολιτική ευθύνη που έχει η κυβέρνηση.
Για παράδειγμα: αυτές τις μέρες έχει ουρές στις τράπεζες.
Αυτό είναι αναμενόμενο γιατί εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έχουν να κάνουν συναλλαγές με τις τράπεζες (από πληρωμές ενοικίων μέχρι δόσεις φορολογικές) και για μια σειρά από λόγους δεν μπορούν να τις κάνουν με web banking.
Τι θα έπρεπε να κάνουν;
Όμως, αυτό δείχνει ότι κάποιος στην κυβέρνηση δεν το σκέφτηκε αυτό.
Δεν σκέφτηκε ποιες είναι οι ανελαστικές συναλλαγές του μήνα και σε ποιο ποσοστό γίνονται σε γκισέ.
Και κυρίως δεν σκέφτηκε ποια λύση θα μπορούσε να υπάρξει.
Μόνο που αυτός που θα έπρεπε να το σκεφτεί δεν είναι ο πολίτης, είναι ο υπουργός ή ο σύμβουλός του.
Είναι αλήθεια ότι η κυβέρνηση πήρε έγκαιρα μέτρα και εάν εξαιρέσουμε την ταλάντευση σε σχέση με την Εκκλησία ανταποκρίθηκε στην πραγματική ανάγκη επιβολής μέτρων «κοινωνικής αποστασιοποίησης».
Όμως, την ίδια στιγμή και αυτή, όπως και οι προηγούμενες, φέρει ευθύνη γιατί έχουμε πολύ μικρό αριθμό ΜΕΘ.
Όπως και φέρει ευθύνη γιατί τα μέτρα που έχουν ληφθεί για το κοινωνικό κόστος είναι πιο κάτω από τις πολύ μεγάλες ανάγκες παρέμβασης που χρειάζονται σε μια οικονομία που ίδιος ο ΟΟΣΑ υποστηρίζει ότι θα πληγεί περισσότερο από πολλές άλλες.
Στις ευθύνες αυτές πρέπει να κάνει ό,τι μπορεί για να ανταποκριθεί.
Και η κοινωνία θα εκτιμήσει την προσπάθειά της.
Όμως, δεν χρειαζόμαστε προσπάθειες μεταφοράς ευθύνης στις πλάτες των πολιτών.
Γιατί δεν φταίει για όλα ο παππούς που θέλησε να πάει έναν μικρό περίπατο.