Στην επίσημη ιστοσελίδα του ΕΟΔΥ και στο από 20.3.2020 Δελτίο Τύπου με τίτλο «Ολοκληρωμένο σχέδιο συμμετοχής ερευνητικών εργαστηρίων για την αύξηση του αριθμού των εξετάσεων για COVID-19» πληροφορούμαστε ότι «εδώ και δύο εβδομάδες, το Εθνικό Συμβούλιο Ερευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας (ΕΣΕΤΕΚ) με τον συντονισμό του προέδρου του ΕΣΕΤΕΚ και Καθηγητή Ιατρικής του Πανεπιστημίου Γενεύης Μανώλη Δερμιτζάκη, σε συνεργασία με τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας, την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας και το σύνολο των ερευνητικών κέντρων της Ελλάδας και των ελληνικών πανεπιστημίων, έχει αναπτύξει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, συνεπικουρώντας τις ενέργειες που έχουν υλοποιηθεί ως τώρα σε εθνικό επίπεδο».
Και παρακάτω: «Σε πρώτη φάση, το σχέδιο εστιάζει στην υποστήριξη και στην αύξηση των εξετάσεων για τον COVID-19. Η αρχή γίνεται με τη συμμετοχή εργαστηρίων, που θα αναπτύξουν σε μικρό χρονικό διάστημα τη μεθοδολογία της εξέτασης με βασικά αντιδραστήρια».
Δεν χωρεί αμφιβολία ότι η χώρα μας διαθέτει εξαιρετικό ερευνητικό δυναμικό. Και είναι απολύτως θεμιτό το δυναμικό αυτό να θέλει να τεθεί στην υπηρεσία της πατρίδας στις δύσκολες αυτές στιγμές. Πολύ φοβούμαι όμως ότι η διενέργεια διαγνωστικών εξετάσεων δεν είναι ο καλύτερος τρόπος αξιοποίησης του δυναμικού αυτού και η ασάφεια της τελευταίας πρότασης του παραπάνω κειμένου με προβληματίζει. Μπορεί τα ερευνητικά εργαστήρια να διαθέτουν τον απαραίτητο εξοπλισμό, αλλά δεν είναι διαπιστευμένα για διενέργεια εξετάσεων. Πόσο μικρό θα είναι το διάστημα; Ποια είναι τα βασικά αντιδραστήρια; Πώς θα διασφαλιστεί η εγκυρότητα των αποτελεσμάτων;
Δεν θα λύναμε ταχύτερα και αποτελεσματικότερα το πρόβλημα της υπερφόρτωσης των υπαρχόντων διαπιστευμένων εργαστηρίων με αύξηση του ανθρώπινου δυναμικού ή/και του εξοπλισμού τους; Και δεν θα αξιοποιούσαμε καλύτερα τα πρόθυμα να βοηθήσουν ερευνητικά εργαστήρια ζητώντας τους να κάνουν αυτό που γνωρίζουν τόσο καλά; Να «διαβάσουν», παραδείγματος χάριν, την αλληλουχία του γενετικού υλικού του ιού από διαφορετικά δείγματα και να προβούν στη φυλογενετική ανάλυσή τους προκειμένου να αποκτήσουμε μια καλύτερη εικόνα της διασποράς της νόσου στη χώρα; Να μελετήσουν την επίδραση της νόσου στους πνεύμονες των βαρέως πασχόντων; Να αναζητήσουν σε μοριακό επίπεδο τις αιτίες της παιδικής ανθεκτικότητας στη νόσο;
Σε περιόδους υγειονομικών κρίσεων όπως αυτή που διανύουμε, η εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης στους επιστήμονες είναι κεφαλαιώδους σημασίας. Θα ήταν ολέθριο λάθος, ειδικά τώρα που κανείς δεν περισσεύει, να διακινδυνεύσουμε με βιαστικές επιλογές να κλονιστεί η εμπιστοσύνη της ελληνικής κοινής γνώμης στην επιστημονική μας κοινότητα.