Στους αληθινούς ήρωες τα μεγάλα ανδραγαθήματα φαντάζουν αυτονόητα. 
 
Η θετική απόκριση στο κάλεσμα της Ιστορίας είναι γι’ αυτούς μονόδρομος. 
 
Είναι η ευκαιρία που τους δίνεται να υπερασπιστούν ακόμη και με το τίμημα της ζωής τους, τις ιδέες και τα ιδανικά τους. 
 
Η συνέπεια απέναντι στον αξιακό τους κώδικα εξαλείφει κάθε φόβο και δισταγμό.  Γι’ αυτό και συχνά εκπλήσσονται από το δέος που προκαλούν στους άλλους οι ηρωικές τους πράξεις.
 
Και όταν καλούνται να τις εξιστορήσουν, ο τρόπος τους είναι απλός, λιτός και ανεπιτήδευτος. 
 
Όπως ακριβώς αυτός του Μανώλη Γλέζου, κάθε φορά που του ζητούσαν να περιγράψει τη νύχτα της 30ής Μαΐου του 1941, όταν μαζί με τον Λάκη Σάντα κατέβαζε το σύμβολο των κατακτητών από την Ακρόπολη.
 
Η αντίσταση ενάντια στον φασισμό και κάθε είδους καταπίεση αποτελούσε για τον Μανώλη Γλέζο ιερό καθήκον. Δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Έτσι είχε μάθει να ζει από τα πρώτα χρόνια της ζωής του στην Απείρανθο της Νάξου. Ελεύθερος και ανυπόταχτος.
 
«Απεραθίτης είναι αυτός που δεν ορρωδεί μπροστά σε τίποτα. Αμα κάτι τον σκιάζει, τον φοβίζει, δεν είναι Απεραθίτης», είχε πει ο «πρώτος παρτιζάνος της Ευρώπης», κατά τη ρήση του Ντε Γκολ. 
 
Και έτσι ακριβώς έζησε. Έφηβος και άφοβος μέχρι τα βαθιά γεράματα.