Σε ιστορικών διαστάσεων δοκιμασία και για το μεταπολεμικό μοντέλο διακυβέρνησης της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας εξελίσσεται η πανδημία του κορωνοϊού. Η μία μετά την άλλη, κυβερνήσεις επιβάλλουν περιορισμούς σε μετακινήσεις και δραστηριότητες, πολλές από τις οποίες ούτε σε καιρό πολέμου δεν είχαν εφαρμοστεί.
Υπό αυτές τις συνθήκες, στην πανδημία αυτή δεν δοκιμάζονται μόνο τα συστήματα υγείας. Δοκιμάζονται και τα συστήματα διακυβέρνησης, τα πολιτεύματα, οι θεσμοί και εν τέλει αξιολογούνται οι ηγέτες, οι πολιτικές τάξεις εν γένει και οι πολίτες.
Η εξέλιξη της πανδημίας έχει διαμορφώσει πολλές παραδοξότητες και έχει αναδείξει πολλές πτυχές των συστημάτων διακυβέρνησης και χαρακτηριστικά του πολιτικού προσωπικού που τα στελεχώνει.
Αυθαίρετα συμπεράσματα
Πολλοί ήδη έχουν επιδείξει μια τάση να συνδέσουν την αντιμετώπιση του κορωνοϊού με συστήματα πολιτικής οργάνωσης και άσκησης της εξουσίας. Ωστόσο, είναι μάλλον παρακινδυνευμένο να καταλήξει κάποιος σε κατηγορηματικές διαπιστώσεις ότι το ένα πολιτικό σύστημα είναι αποτελεσματικότερο από το άλλο.
Είναι χαρακτηριστική η συζήτηση η οποία γίνεται, εν πολλοίς αυθαίρετα, για την αποτελεσματικότητα ενός ολοκληρωτικού συστήματος διακυβέρνησης όπως αυτό της Κίνας, έναντι του πιο φιλελεύθερου στην Ευρώπη, όπου η επιβολή περιορισμών είναι δυσχερέστερη και στο να αποφασιστούν και στο να επιβληθούν και να εφαρμοστούν.
Παρά ταύτα, στην Κίνα και μέχρις ότου το ολοκληρωτικό καθεστώς επιδείξει την πυγμή του για τον έλεγχο της εξάπλωσης της πανδημίας, υπήρξαν δραματικές καθυστερήσεις στην ενημέρωση, μια βασική παράμετρο της αντιμετώπισης της πανδημίας.
Οι αποφάσεις και τα διλήμματα
Αυτό που θα κριθεί στην πορεία της κρίσης και θα αξιολογηθεί αφότου θα έχει περάσει, είναι το κατά πόσον οι κατά τόπους ηγεσίες ήταν σε θέση να αρθούν στο ύψος της περίστασης. Οι αποφάσεις κατά βάση λαμβάνονται όχι τόσο σε συνεργασία μεταξύ κυβερνήσεων, αλλά κατά κύριο λόγο διά της παρατήρησης των αποτυχιών στα διάφορα κράτη και περιοχές. Οι καθυστερήσεις στην Ιταλία και στη Γαλλία επέσπευσαν τις διαδικασίες αλλού, όπως στην Ελλάδα, όπου επιταχύνθηκαν οι αποφάσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη, ενώ τα διλήμματα παραμένουν εκ των πραγμάτων αναπάντητα.
Πόσο αυστηρά και ριζικά μέτρα μπορούν να ληφθούν, πόσο γρήγορα πρέπει να επιβληθούν περιορισμοί, γνωρίζουμε ποια θα είναι η κατάσταση και το πλήθος των κρουσμάτων σε διάστημα ενός ή δύο μηνών, τι θα συμβεί εν τέλει αν τα συστήματα υγείας υπερφορτωθούν και απειληθούν με κατάρρευση; Θα αντέξουν οι κοινωνίες στις συνθήκες απομόνωσης και τι σημασία θα έχουν όλα αυτά αν επιβεβαιωθούν τα σενάρια σύμφωνα με τα οποία μια συντριπτική πλειονότητα θα νοσήσει;
Η δημοκρατία έχει τα όπλα
Υπό την πίεση όλων αυτών και πολλών άλλων παραγόντων, καλούνται οι σύγχρονες δημοκρατίες να αντεπεξέλθουν σε μια συνθήκη που όμοιά της δεν υπήρξε εδώ και πολλές δεκαετίες. Στην πραγματικότητα, αναδεικνύεται μια παράμετρος η οποία είναι εξαιρετικά δύσκολο να συνειδητοποιηθεί στην πλήρη διάστασή της σε αυτήν την πρώτη φάση της κρίσης: οι σύγχρονες δημοκρατίες διαθέτουν τα μέσα να αντιμετωπίσουν την απειλή, και τα όπλα τους είναι πολλά.
Το κυριότερο από αυτά είναι ο κάθε πολίτης ξεχωριστά. Η εξ αποστάσεως συνεργασία στην απομόνωση είναι το κρισιμότερο στοιχείο, η συμμόρφωση σε υποδείξεις, περιορισμούς και οδηγίες δεν είναι εν προκειμένω υποταγή, αλλά συστατικό ευθύνης.
Οι επισημάνσεις της Μέρκελ
Δεν ήταν καθόλου τυχαίες οι επισημάνσεις της καγκελαρίου Μέρκελ την προηγούμενη Τετάρτη. Στο διάγγελμά της προς τους γερμανούς πολίτες σημείωσε ευθύς εξ αρχής: «Απευθύνομαι σε εσάς με αυτόν τον ασυνήθιστο τρόπο επειδή θέλω να σας πω τι είναι αυτό που μας οδηγεί, εμένα ως καγκελάριο και όλους τους συναδέλφους μου στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, σε αυτές τις συνθήκες. Ετσι αρμόζει σε μια ανοιχτή δημοκρατία: οι πολιτικές αποφάσεις πρέπει να είναι διαφανείς και να εξηγούνται. Οι ενέργειές μας πρέπει να τεκμηριώνονται και να επικοινωνούνται όσο καλύτερα γίνεται, προκειμένου να γίνονται κατανοητές. Είμαι πεπεισμένη ότι θα πετύχουμε σε αυτή την αποστολή, αν όλες και όλοι οι πολίτες την αντιληφθούν ως ΔΙΚΗ τους αποστολή».
Την ίδια στιγμή, το διαφορετικό μοντέλο πολιτικής αντίδρασης στη Βρετανία, όπου υιοθετήθηκε αρχικώς το παραδοσιακό δόγμα «keep calm and carry on», προκάλεσε ένα άλλου τύπου παράδοξο: την αντίδραση των πολιτών στη μη επιβολή περιοριστικών μέτρων στις συγκεντρώσεις, στις μετακινήσεις και στην κοινωνική δραστηριότητα εν γένει. Υπό αυτό το πρίσμα, όλος ο πλανήτης παρακολουθούσε την προηγούμενη εβδομάδα τους 30.000 θεατές να συνωστίζονται σε ένα κοντσέρτο στο Κάρντιφ, με τρόμο μεγαλύτερο και από εκείνον τον οποίο προκάλεσαν οι εικόνες από τις μαζικές εξορμήσεις και συναθροίσεις στις παραλίες της Αττικής και της Θεσσαλονίκης…
Η νέα ιεράρχηση των αξιών
Στην πραγματικότητα κάθε πολιτικό σύστημα ανά τον κόσμο δοκιμάζεται αυτή τη στιγμή, όχι μόνο ως προς την αποτελεσματικότητα των δομών υγείας. Περισσότερο ίσως να δοκιμάζεται ως προς την αξιοπιστία του και ως προς την ικανότητά του να απευθυνθεί με ειλικρίνεια στους πολίτες, να εμπνεύσει, να καθοδηγήσει και να δράσει. Σε αυτό το πλαίσιο, οι μεταπολεμικές δημοκρατικές αρχές επαναπροσδιορίζονται, αξίες ιεραρχούνται εκ νέου και η σχέση πολιτικής – κοινωνίας – οικονομίας εξετάζεται με νέους και άγνωστους τρόπους.
Την ίδια στιγμή, αναδεικνύονται άλλου τύπου προβλήματα και ελλείμματα, σε ό,τι αφορά τη διεθνή συνεργασία. Χαρακτηριστικά είναι πολλά από τα όσα επισήμανε με άρθρο του στον «Guardian» ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Γκόρντον Μπράουν. Μεταξύ των άλλων σημείωσε ότι «οι ηγέτες μας αποδεικνύονται ανεπαρκείς στην κρίση του κορωνοϊού» και υπογράμμισε ότι σε αυτές τις συνθήκες απαιτείται διεθνής συνεργασία, και όχι μια έξαρση του λαϊκιστικού εθνικισμού, τον οποίο περιέγραψε ως υπαρξιακή απειλή.