Μια σειρά από ερωτήματα για τον κοροναϊό θέτουν πολίτες στον γνωστό καθηγητή της πολιτικής υγείας του London School of Economics (LSE) , Ηλία Μόσιαλο. Ο κ. Μόσιαλος, απαντά σε ορισμένα από αυτά μέσω Facebook. Χθες έκανε δύο αναρτήσεις. Η πρώτη ήταν ένα γράφημα που έδειχνε πώς γίνεται η διασπορά του ιού και πώς αυτή μπορεί να αποφευχθεί με το να μένουμε στο σπίτι.
Μια άλλη ερώτηση που τέθηκε και απαντήθηκε ήταν: «Έπρεπε να πάρουμε μέτρα για τον Covid-19;»
Η απάντηση του κ. Μόσιαλου είναι η εξής:
Οι συζητήσεις και οι διαφωνίες για την αναγκαιότητα της λήψης των μέτρων για την αντιμετώπιση του Covid-19 έχουν μεγάλο ενδιαφέρον. Σε επιστημονικό επίπεδο είναι πάντα χρήσιμες. Εξάλλου η επιστήμη ποτέ δεν εξελίσσεται αν δεν υπάρχει διάλογος, αποκλίνουσες γνώμες και μερικές φορές έντονες διαφωνίες.
Προσωπικά έμαθα, στην Αγγλία, να λειτουργώ σε ένα περιβάλλον που ενθαρρύνει τη συζήτηση και την δημιουργική αντιπαράθεση. Μόνο έτσι δεν σκουριάζεις και δεν ζεις με την αφελή πεποίθηση ότι μόνο οι δικές σου απόψεις είναι σωστές.
Ήταν επομένως απαραίτητα τα μέτρα σε διάφορες χώρες; Είχαμε και έχουμε επαρκείς γνώσεις; Είναι αλήθεια ότι δεν γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό των κρουσμάτων. Επομένως δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με ακρίβεια την πραγματική θνητότητα. Η δημογραφική κατανομή των κρουσμάτων στις χώρες με πολλά κρούσματα διαφέρει.
Οι διαφορές μεταξύ Ιταλίας και Γερμανίας είναι εντυπωσιακές. Γι’αυτό και υπάρχουν σημαντικές διαφορές και στη θνητότητα μεταξύ των δύο χωρών. Γνωρίζαμε τι να κάνουμε με βάση την εμπειρία προηγούμενων επιδημιών και πανδημιών; Σίγουρα όχι με βάση τα δεδομένα της πανδημίας του 2009 (γρίπη των χοίρων) γιατί η θνητότητα ήταν πολύ μικρή.
Δεν γνωρίζουμε πολλά και από τη διαχείριση της επιδημίας του SARS. Τότε ελήφθησαν δραστικά μέτρα αλλά η διαχείρηση ήταν πιο εύκολη γιατί οι ασθενείς είχαν έντονα συμπτώματα και οι αρχές μπορούσαν να τους βρουν εύκολα και να τους απομονώσουν. Τώρα έχουμε ένα μεγάλο ποσοστό ασυμπτωματικών φορέων και η διαχείρηση είναι πιο δύσκολη. Ποιο είναι λοιπόν το πραγματικό πρόβλημα;
Η πίεση στο σύστημα υγείας
Η μεγάλη πίεση στο σύστημα υγείας αν δεν υπάρχουν μέτρα. Αν βασιστούμε στα στοιχεία της Wuhan όπου το 5% των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων χρειάστηκαν να έχουν πρόσβαση σε αναπνευστήρες τότε μπορούμε να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα (στην Ιταλία το αντίστοιχο ποσοστό είναι περίπου 10%). Επομένως αν υποθέσουμε ότι δεν υπάρχουν μέτρα τι θα συμβεί;
Αν το 50% των Ελλήνων προσβληθεί από τον ιό τι θα γίνει; Τότε 275,000 συμπολίτες μας (αν 5.5 εκατομμύρια κολλήσουν τον ιό) μπορεί να χρειαστούν πρόσβαση σε αναπνευστήρα. Ας θεωρήσουμε όμως ότι το 5% είναι υπερβολικό και ότι το πραγματικό ποσοστό στη χώρα μας θα είναι 1%. Τότε 55,000 συμπολίτες μας θα χρειαστούν πρόσβαση σε αναπνευστήρα και πολλοί περισσότεροι σε νοσοκομειακές υπηρεσίες. Αν αυτό συμβεί, λόγω έλλειψης μέτρων, εντός 3-4 μηνών θα αντέξει το σύστημα υγείας; Προφανώς και δεν θα αντέξει. Πολλοί θα χάσουν τη ζωή τους (ακόμη και αν μόνο το 1% χρειαστεί αναπνευστήρα). Είδαμε το τι γίνεται στην Ιταλία όπου καθυστέρησαν δραματικά να συνειδητοποιήσουν το μέγεθος του προβλήματος. Είδαμε και το τι έγινε στη Wuhan.
Γι’αυτό και εγώ, με βάση αυτά τα δραματικά δεδομένα, και με γνώση των σχετικών αδυναμιών του δικού μας συστήματος, έκανα έγκαιρα έκκληση για άμεση σύσταση διυπουργικής επιτροπής και κατέθεσα δώδεκα σημεία για την αρχική αντιμετώπιση της κρίσης.
Ο σκοπός ήταν να σταματήσουμε το πρώτο επιθετικό κύμα, να κερδίσουμε χρόνο να αναδιατάξουμε το σύστημα υγείας και να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στις πιέσεις. Έλεγα από την αρχή ότι άλλο είναι να έχουμε 100 ασθενείς ταυτόχρονα σε αναπνευστήρες και άλλο να υπάρχει ανάγκη για 5000 και να μη μπορούμε να ανταπεξέλθουμε. Αν συμβεί αυτό θα πεθάνουν δυστυχώς πολλοί.
Το δεύτερο χτύπημα
Βέβαια όσοι θέτουν εύλογα ερωτήματα για την αναγκαιότητα της λήψης των μέτρων, σωστά επισημαίνουν ότι δεν θα είναι μάλλον δυνατόν να εφαρμόσουμε μέτρα για μεγάλα χρονικά διαστήματα που πιθανώς θα υπερβαίνουν τους έξι μήνες ίσως και τον ένα χρόνο. Αυτό δεν είναι ένα επιχείρημα που πρέπει να το υποτιμήσουμε. Αν καταρρεύσει η παγκόσμια οικονομία τι θα γίνει;
Εδώ υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές. Η μια είναι να γίνει η νόσος εποχική τους επόμενους μήνες. Αν αυτό συμβεί θα πάρουμε ανάσες και θα περιμένουμε το δεύτερο κύμα ίσως το φθινόπωρο. Θα έχουμε όμως χρόνο να προετοιμάσουμε καλύτερα το σύστημα υγείας. Και οι επιπτώσεις στην οικονομία θα είναι μικρότερες. Όταν έρθει το δεύτερο χτύπημα θα είμαστε πιο κοντά στο εμβόλιο. Αλλά δεν ξέρουμε αν θα γίνει εποχική η νόσος.
Αν δεν γίνει για πόσο θα αντέξουμε να συνεχίζουμε με αυστηρά μέτρα; Τότε θα αρχίσει μια μεγάλη συζήτηση για το πως θα μπορέσουμε να προστατεύσουμε καλύτερα τις ευπαθείς ομάδες, ενώ μεγάλο μέρος των εργαζομένων επιστρέφει στις δουλειές τους. Το πιο πιθανό είναι ότι σε μερικούς μήνες θα έχουμε καλύτερα διαγνωστικά τεστ που θα μας δίνουν άμεσα αποτελέσματα. Αυτό θα βοηθήσει πολύ. Θα μπορέσουμε επίσης να σκεφθούμε τρόπους καλύτερης προστασίας των ευπαθών ομάδων. Να οργανωθούμε καλύτερα με μορφές τηλεργασίας. Ειδικά για τις ευπαθείς ομάδες.
Να σκεφθούμε στρατηγικά. Όπως το κάναμε στη χώρα μας αρκετά νωρίς για να αποφύγουμε τα χειρότερα. Χρειάζεται να γίνει αυτή η προετοιμασία από τώρα. Σε κάθε περίπτωση εμείς καλά κάναμε και πήραμε τα μέτρα ανάσχεσης της νόσου. Θα έχουμε σίγουρα απώλειες, θα θρηνήσουμε δικούς μας ανθρώπους. Αλλά κάναμε ότι μπορούσαμε, με τις μικρές δυνάμεις της χώρας, για να μειώσουμε τις επιπτώσεις. Αν δεν το κάναμε (και αν βέβαια οι πολίτες δεν εφαρμόσουν τα μέτρα) θα είχαμε (και θα έχουμε) πολύ μεγαλύτερες απώλειες.
Τα διλήμματα είναι βέβαια πολλά. Ηθικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά. Η ελπίδα είναι στη γρήγορη ανακάλυψη του εμβολίου. Τώρα πρέπει να αντέξουμε. Οι ακαδημαϊκές παρεμβάσεις συμβάλλουν στην καταγραφή και την ανάδειξη όλων των διαστάσεων μιας μεγάλης κρίσης. Το μόνο σίγουρο είναι ότι όλοι θα αλλάξουμε από αυτή την περιπέτεια. Ελπίζω προς το καλύτερο. Και να συνειδητοποιήσουμε ότι πλέον χρειάζεται να έχουμε ισχυρούς μηχανισμούς για την αντιμετώπιση πανδημιών σε παγκόσμιο και σε εθνικό επίπεδο.