Αποφασισμένο να μη διστάσει να χρησιμοποιήσει αντισυμβατικά για την εποχή μας μέτρα προκειμένου να αντιμετωπίσει την κρίση του νέου κορωνοϊού εμφανίζεται το Βερολίνο. Για να βοηθήσει, εν προκειμένω, τις επιχειρήσεις που πλήττονται και απειλούνται με λουκέτο από τη γενική κατάρρευση της οικονομικής δραστηριότητας, σκέπτεται να καταφύγει ακόμα και σε κρατικοποιήσεις.
«Στη βιομηχανική στρατηγική που είχα παρουσιάσει το 2019 είχα ήδη αναφερθεί στο ενδεχόμενο μιας προσωρινής συμμετοχής του Κράτους, ως έσχατη καταφυγή, στο μετοχικό κεφάλαιο επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε τομείς με μεγάλη στρατηγική σημασία, προκειμένου να αποφευχθεί η εξαγορά τους. Μια κρίση σαν κι αυτή του κορωνοϊού, που διερχόμαστε, μας θέτει αντιμέτωπους με ανάλογα ερωτήματα τεχνολογικής και οικονομικής κυριαρχίας», δήλωσε ο υπουργός Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Der Spiegel».
Κράτος αρωγός
«Θα εμποδίσουμε την κατάρρευση και την χρεοκοπία υγιών επιχειρήσεων και τον κίνδυνο να χαθούν εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας», υπογράμμισε ο γερμανός υπουργός, προσθέτοντας πάντως ότι δεν βλέπει στον ορίζοντα μεγάλο αριθμό εθνικοποιήσεων και ότι «εν πάση περιπτώσει το Κράτος δεν είναι ο καλύτερος μάνατζερ μιας επιχείρησης». Ο Αλτμάιερ είναι βέβαια στέλεχος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος της Άνγκελα Μέρκελ και θεωρεί υποχρέωσή του να σώσει τα φιλελεύθερα προσχήματα.
Ο Σοσιαλδημοκράτης συνάδελφός του, υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς, δεν έχει τόσο ενοχλητικά ιδεολογικά προβλήματα για να εξηγήσει πώς θα γίνουν οι κρατικές παρεμβάσεις εκεί που θα κριθεί
απαραίτητο και πώς θα εκταμιευθούν τα απαραίτητα κονδύλια στις αναξιοπαθούσες επιχειρήσεις της χώρα.
Το οπλοστάσιο
«Σήμερα βγάζουμε το μπαζούκα. Για το ελαφρύ πυροβολικό θα δούμε αργότερα. Όλο το οπλοστάσιό μας είναι σε πλήρη επιχειρησιακή ετοιμότητα», είπε ο Σολτς σε συνέντευξη τύπου που έδωσε την Παρασκευή στο Βερολίνο χρησιμοποιώντας στρατιωτική ορολογία για να δείξει την κρισιμότητα της κατάστασης και ταυτόχρονα την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού Χριστι
Συγκεκριμένα ο Σολτς εξήγησε ότι οι επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν ταμειακό πρόβλημα θα έχουν τη δυνατότητα να λάβουν δάνεια από την κρατική τράπεζα KfW. Για τον σκοπό αυτό η κυβέρνηση του Βερολίνου αυξάνει κατά 93 δισ. ευρώ επιπλέον τα διαθέσιμα κεφάλαια της τράπεζας, ώστε να φτάσουν συνολικά τα 550 δισ. ευρώ. «Δεν υπάρχει όριο στο ύψος των δανείων που μπορεί να χορηγήσει η KfW», τόνισε ο υπουργός Οικονομικών, υποσχόμενος επίσης σε επιχειρήσεις και ιδιώτες φορολογικές ελαφρύνσεις και διευκολύνσεις εν γένει.
Ευλογίες των «σοφών»
Ενδεικτικό της κρισιμότητας της κατάστασης είναι το γεγονός ότι η επιστράτευση του κρατικισμού για τη διάσωση των γερμανικών επιχειρήσεων και την προστασία των θέσεων εργασίας των Γερμανών βρίσκει σύμφωνους και ορισμένους διάσημους τοποτηρητές της φιλελεύθερης οικονομικής ορθοδοξίας (εντός και εκτός γερμανικής επικράτειας μάλιστα…), όπως είναι το ανεξάρτητο οικονομικό ινστιτούτο Ifo. «Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν είναι προς την ορθή κατεύθυνση, καθώς κεφαλαιοποιούν τα μαθήματα από την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 ενώ είναι προσαρμοσμένα στην παρούσα κρίση», δήλωσε πρόεδρος του Ifo Κλέμενς Φούεστ.
Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιοποίησε το Ινστιτούτο την περασμένη Πέμπτη, το 56% των γερμανικών επιχειρήσεων, κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών – με πρώτο τον κλάδο του τουρισμού – αλλά και στο βιομηχανικό τομέα, αντιμετωπίζουν ήδη ασφυκτικά οικονομικά προβλήματα
Το Σάββατο εξάλλου, μία ημέρα μετά τις εξαγγελίες Αλτμάιερ και Σολτς, η Lufthansa ανακοίνωσε ότι δεν μπορεί να ανταπεξέλθει μετά το κλείσιμο των αμερικανικών συνόρων και ότι σκέπτεται να θέσει σε προσωρινή αργία 10.000 υπαλλήλους της.
Αναλογιζόμενος το ειδικό βάρος της Γερμανίας στην ΕΕ και την επιρροή του Βερολίνου στις αποφάσεις της, θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς τις προαναγγελίες Σολτς και Αλτμάιερ τροχιοδεικτικές των πολιτικών που θα εφαρμόσουν οι Βρυξέλλες για την αντιμετώπιση της κρίσης του νέου κορωνοϊού. Στο μέτρο της προσωρινής συμμετοχής του κράτους σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, κυρίως του ευρύτερου χρηματοοικονομικού τομέα, κατέφυγαν εξάλλου κατά την κρίση του 2008 πολλές κυβερνήσεις της Δύσης, με πρώτες των ΗΠΑ και της Βρετανίας.