Η διεθνής οικονομία πλέει ήδη σε αχαρτογράφητα νερά υπό τη σκιά της ασύμμετρης απειλής του κορωνοϊού.
Στην προηγούμενη συστημική απειλή το 2012 ο τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, είχε εκστομίσει την εμβληματική φράση πως «θα κάνει ό,τι χρειαστεί» (whatever it takes) για να την αντιμετωπίσει.
Η διαβεβαίωση αυτή και μόνο είχε σταθεί ικανή να κατευνάσει τους φόβους των επενδυτών, ενώ παράλληλα ανέβασε ψηλά τον πήχη των προσδοκιών σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση ανάλογων μελλοντικών κρίσεων.
Η διάδοχός του στο τιμόνι της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, στη δική της «μεγάλη στιγμή» δεν δικαίωσε τις προσδοκίες.
Η πολυαναμενόμενη αντίδραση της κεντρικής τράπεζας δεν ήταν σε καμία περίπτωση το «μπαζούκας» που περίμενε η αγορά.
Τα επιτόκια παρέμειναν αμετάβλητα, ενώ οι επενδυτές προεξοφλούσαν μείωση κατά 10 μονάδες βάσης, και τα νέα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης κρίθηκαν ανεπαρκή.
Η απογοήτευση των επενδυτών αποτυπώθηκε στο βαθύ κόκκινο με το οποίο βάφτηκαν οι χρηματιστηριακοί δείκτες στην Ευρώπη, οι οποίοι κατέγραψαν τη μεγαλύτερη πτώση στην ιστορία τους.
Είναι πλέον σαφές ότι τα σποραδικά και αποσπασματικά μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της κρίσης συνιστούν «ασπιρίνες» και όχι πραγματική γιατρειά στη βαριά νοσούσα οικονομία.
Όσο οι αρμόδιες αρχές καθυστερούν να βρουν το κατάλληλο «γιατρικό» και να ενεργήσουν συντονισμένα, η κατάσταση του «ασθενούς» θα επιδεινώνεται.