Σε μία λογική κατευνασμού της Τουρκίας κινείται τα τελευταία 24ωρα η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και ειδικότερα η Γερμανία, παρά το γεγονός ότι η κατάσταση στην ελληνοτουρκική μεθόριο στον Έβρο είναι ιδιαίτερα τεταμένη έπειτα από τη συσσώρευση χιλιάδων προσφύγων, ενθαρρυμένων από τις δηλώσεις της τουρκικής ηγεσίας ότι εξαιτίας της κατάστασης στη Συρία θα ανοίξει τα σύνορα προς την Ευρώπη.
Η ευρωπαϊκή λογική αντικατοπτρίζεται σε σειρά δηλώσεων κορυφαίων κοινοτικών αξιωματούχων, ενώ, όπως πληροφορείται «Το Βήμα», το Βερολίνο επιδιώκει συστηματικά τη διαμόρφωση ευνοϊκών διατυπώσεων για την Άγκυρα στο πλαίσιο κοινοτικών κειμένων. Η συγκεκριμένη πρακτική εγείρει σοβαρά ερωτηματικά για τις προσδοκίες συμπαράστασης που θα πρέπει να έχει η Αθήνα από τους εταίρους της. Και παράλληλα, συνιστά καμπανάκι για λήψη κρίσιμων – και προφανώς δύσκολων – πολιτικών αποφάσεων σε μία στιγμή που οι ισορροπίες πολύ ευαίσθητες στα νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου όπου ήδη οι τοπικές κοινωνίες είναι διχασμένες.
Η μετατροπή του Προσφυγικού σε ξεκάθαρο ζήτημα εθνικής ασφαλείας έχει οδηγήσει την Αθήνα να σκληρύνει τη στάση της. Δεν είναι μόνο η ενίσχυση των αστυνομικών και στρατιωτικών δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή τις τελευταίες ημέρες, αλλά και οι αποφάσεις του ΚΥΣΕΑ της Κυριακής 1ης Μαρτίου που δείχνουν προς αυτή την κατεύθυνση.
Η επίκληση του Άρθρου 78, παράγραφος 3 της Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ (ΣΛΕΕ), το οποίο αναφέρει ότι «σε περίπτωση που ένα ή περισσότερα κράτη – μέλη βρίσκονται αντιμέτωπα με μία έκτακτη κατάσταση, η οποία χαρακτηρίζεται από την αιφνίδια ροή υπηκόων τρίτων χωρών, το Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση της Επιτροπής, μπορεί να υιοθετήσει προσωρινά μέτρα προς όφελος του εν λόγω κράτους – μέλους (ή των εν λόγω κρατών – μελών). Θα δράσει (σσ. το Συμβούλιο) κατόπιν διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο» κινείται προς αυτή την κατεύθυνση με σκοπό να τεθούν και οι εταίροι προ των ευθυνών τους.
Σύμφωνα με πληροφορίες, πρόκειται για μία ιδέα που είχε κυκλοφορήσει εδώ και αρκετό καιρό από συγκεκριμένους παράγοντες που ασχολούνται με τη μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης και μάλιστα πριν από την επανασύσταση του ομώνυμου υπουργείου.
Πέραν του Άρθρου 78 (3), το ΚΥΣΕΑ αποφάσισε την προσωρινή αναστολή για ένα μήνα της υποβολής αιτήσεων ασύλου όσων εισέρχονται παράνομα στη χώρα, αλλά και την υποβολή αιτήματος στον Frontex για ανάπτυξη ομάδας Ταχείας Επεμβάσεως (RABIT) στα εξωτερικά σύνορα. Η κυβέρνηση εκτιμά ότι η απόφαση προσωρινής αναστολής της υποβολής αιτήσεων ασύλου και της άμεσης επιστροφής στη χώρα προέλευσης, χωρίς καταγραφή, όσων εισέρχονται παράνομα στην Ελλάδα θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά – ενδέχεται όμως να δεχθούν έντονη κριτική από διάφορες πλευρές.
Ευρωπαϊκή και γερμανική «αβουλία»
Η παρουσίαση της αλληλουχίας των δηλώσεων των αρμοδίων κοινοτικών αξιωματούχων έχει πάντως τη σημασία της. Το βράδυ του Σαββάτου 29 Φεβρουαρίου, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ – με τον οποίο υποτίθεται ότι η κυβέρνηση έχει καλλιεργήσει στενές σχέσεις (!) – εξέδωσε μία δήλωση για τα πρόσφατα γεγονότα στη Συρία και για τα όσα συμβαίνουν τις τελευταίες δύο ημέρες στην ελληνοτουρκική μεθόριο στον Έβρο. Από το κείμενο της δήλωσης πρέπει να συγκρατήσουμε την κατακλείδα: «Η ΕΕ εμπλέκεται ενεργά με σκοπό να στηρίξει τη Δήλωση ΕΕ – Τουρκίας και να υποστηρίξει την Ελλάδα και τη Βουλγαρία να προστατεύσουν τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ». Περίπου την ίδια ώρα, η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έγραψε, στο Twitter, ότι η ΕΕ είναι πρόθυμη να παράσχει στήριξη μέσω του Frontex.
Η δήλωση του κ. Μισέλ επιδιώκει καταφανώς «να τετραγωνίσει τον κύκλο», αγνοώντας προφανή πράγματα. Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αφιερώνει το μεγαλύτερο μέρος της δήλωσής του για όσα, όντως τραγικά, συνέβησαν στο Ίντλιμπ, όπου 34 τούρκοι στρατιώτες σκοτώθηκαν την περασμένη Πέμπτη. Αποφεύγει όμως – και μάλιστα επιδεικτικά – να πει ο,τιδήποτε για τα τεκταινόμενα στην ελληνοτουρκική μεθόριο, όπου ελληνικές αστυνομικές και στρατιωτικές δυνάμεις προσπαθούν να ελέγξουν την πίεση που ασκούν χιλιάδες μετανάστες οι οποίοι, ενθαρρυμένοι από το επίσημο κάλεσμα της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας, επιδιώκουν να περάσουν, παρανόμως, στο ελληνικό έδαφος που είναι, παράλληλα, και ευρωπαϊκό έδαφος.
Το χειρότερο όμως είναι άλλο: ο κ. Μισέλ, όπως και η κυρία φον ντερ Λάιεν προσποιούνται ότι δεν έχουν ακούσει καμία από τις δηλώσεις που έχουν εκστομίσει διάφοροι τούρκοι αξιωματούχοι, με κορυφαίο όλων τον Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ότι πλέον τα σύνορα προς την Ελλάδα έχουν ανοίξει και πρόσφυγες που βρίσκονται σε τουρκικό έδαφος προσκαλούνται ουσιαστικά να τα περάσουν με προορισμό την Ελλάδα και την Ευρώπη. Το βράδυ της Κυριακής 1 Μαρτίου, ο κ. Μισέλ ανακοίνωσε ότι θα επισκεφθεί μαζί με τον Έλληνα Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη την ελληνοτουρκική μεθόριο στον Έβρο την προσεχή Τρίτη 3 Μαρτίου. Αυτό που θα πρέπει να καταστεί σαφές στον κ. Μισέλ, σημείωνε προς «Το Βήμα» έλληνας διπλωματικός παράγων, είναι ότι η χώρα μας αντιμετωπίζει πλέον πρόβλημα εθνικής ασφαλείας και όχι απλώς ζήτημα διαχείρισης προσφυγικών ροών.
Ακολούθησε η ανακοίνωση του ύπατου εκπροσώπου της ΕΕ για την εξωτερική και πολιτική ασφαλείας Ζοζέπ Μπορέλ το απόγευμα της Κυριακής, με την οποία προανήγγειλε τη σύγκληση εκτάκτου Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων (σσ. έπειτα και από την επιστολή που του επέδωσε ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας). Εκ πρώτης όψεως μοιάζει ελαφρώς καλύτερη, αλλά και πάλι δεν καλύπτει την Ελλάδα. Η φράση του κειμένου της ανακοίνωσης του επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (EEAS) ότι «η Δήλωση ΕΕ – Τουρκίας πρέπει να διατηρηθεί. Η ΕΕ παραμένει δεσμευμένη στην υποστήριξη της Ελλάδος και της Βουλγαρίας για την αντιμετώπιση της εξελισσόμενης κατάστασης» είναι υπερβολικά γενική.
Αυτό που παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον είναι το παρασκήνιο που διεξήχθη στις Βρυξέλλες κατά τις διαβουλεύσεις επί της έκδοσης Κοινού Ανακοινωθέντος που προηγήθηκαν της δηλώσεως Μπορέλ. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του «Βήματος», μία σειρά χωρών έσπασε τη σιωπηρή διαδικασία επί της αρχικής πρότασης – δήλωσης του κ. Μπορέλ, καθώς ήθελαν πιο θετικές αναφορές για την Τουρκία.
Προεξάρχουσα στην κίνηση αυτή φέρεται να υπήρξε η Γερμανία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Ελλάδα, η Κύπρος και η Αυστρία να σπάσουν με τη σειρά τους τη σιωπηρή διαδικασία, αφού πρώτα η Αθήνα προχώρησε στην κατάθεση τροπολογιών που το Βερολίνο αρνήθηκε να δεχθεί. Ενδεικτική ήταν η αναφορά ότι η ΕΕ καλωσορίζει τη «συνεχιζόμενη δέσμευση» (continuingcommitment) της Τουρκίας στη Δήλωση του 2016 για το Προσφυγικό που εκ των πραγμάτων αμφισβητείται από την Άγκυρα.
Μένει τώρα να φανεί ποια θα είναι τα επόμενα βήματα, καθώς σήμερα, Δευτέρα, θα συνεδριάσει η Επιτροπή Πολιτικής και Ασφαλείας (Political and Security Committee – PSC) σε μία προσπάθεια να βρεθεί κοινός τόπος. Τις προσεχείς ημέρες αναμένεται η σύγκληση έκτακτου Συμβουλίου Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (JHA) ενώ τη Δευτέρα 2 Μαρτίου θα συζητηθεί σε επίπεδο Coreper η πρόταση για έκτακτο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων (ΣΕΥ). Υπενθυμίζεται ότι την Πέμπτη 5 Μαρτίου πραγματοποιείται στο Ζάγκρεμπ άτυπο Συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ (Gymnich) όπου ήταν ήδη προγραμματισμένο να συζητηθεί η στρατηγική σχέση με τη Ρωσία και την Τουρκία. Δεν αποκλείεται το έκτακτο ΣΕΥ να πραγματοποιηθεί στο Ζάγκρεμπ αν το επιτρέψουν οι συνθήκες.