Ερχεται η αμερικανική βοήθεια! Και στην περίπτωση της ανώτατης εκπαίδευσης της χώρας μας φαίνεται ότι φέρνει ανατροπές. Το ερώτημα στα παραπάνω βέβαια είναι πού θα σταθεί η… Ευρώπη, καθώς τα περισσότερα ελληνικά ΑΕΙ σχεδιάζουν ήδη να επενδύσουν στο πρόγραμμα των «Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων» που είναι η νέα στρατηγική κίνηση σε θέματα Παιδείας, την οποία υιοθέτησαν πρόσφατα τα ανώτατα Ιδρύματα της Γηραιάς Ηπείρου.
Είσοδος με δίδακτρα
Με δεδομένο δε ότι η ανώτατη εκπαίδευση και η Παιδεία γενικότερα αποτελούν σήμερα τις πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις στον κόσμο, το ερώτημα είναι ποιος τελικά θα κερδίσει.
Η ομάδα των 28 αμερικανικών πανεπιστημίων που έρχεται στη χώρα μας την άνοιξη φέρνει βέβαια θετικά μηνύματα καθώς ανασύρει από τον μικρόκοσμό τους πολλά από τα ανώτατα Ιδρύματα της χώρας μας. Ωστόσο είναι προφανώς αφελής όποιος θεωρεί ότι κολοσσοί της εκπαίδευσης σε παγκόσμιο επίπεδο όπως το Χάρβαρντ, το Μπέρκλεϊ, το Πρίνστον, ή το Τζον Χόπκινς θα διοργανώσουν κοινά προγράμματα σπουδών με ελληνικά πανεπιστήμια, εκτός φυσικά εάν το κομμάτι τους που θα γίνει στο εξωτερικό υπάγεται στις «τιμές» των ΗΠΑ.
Πάντως από την ώσμωση που θα υπάρξει είναι σημαντική η συνεργασία σε επίπεδο τεχνογνωσίας και ενδεχομένως ανταλλαγής καθηγητών ή φοιτητών ή επέκτασης των καλοκαιρινών προγραμμάτων που ήδη διοργανώνουν πολλά αμερικανικά ανώτατα Ιδρύματα στη χώρα μας. Ειδικά για το Χάρβαρντ, βέβαια, στις συναντήσεις με την Ελλάδα, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες, θα συμμετάσχουν οι εκπρόσωποι της Σχολής Δημόσιας Υγείας του, που ενδιαφέρονται και για τη μελέτη του προσφυγικού ζητήματος.
Τα μεγάλα αμερικανικά πανεπιστήμια άλλωστε ξέρουν ότι ο βαθμός διεθνοποίησης αλλά και η δυνατότητα να βοηθάς ανθρώπους να ταξιδεύουν στον κόσμο μέσω των σπουδών τους μπορούν να σου φέρουν μόνο επιτυχίες.
Η χώρα μας από την πλευρά της έχει προτερήματα που εκτιμώνται ιδιαίτερα στο εξωτερικό, αλλά προσφέρει και σπουδές σε αντικείμενα τα οποία ενδιαφέρουν παγκοσμίως. Αυτά είναι κυρίως οι κλασικές σπουδές και η Νεοελληνική Γλώσσα (που έφεραν προ 20ετίας εδώ το Χάρβαρντ και το Κέντρο Νεοελληνικών Σπουδών του υπό την ηγεσία του φιλέλληνα καθηγητή Gregory Nagy), αλλά και το οικονομικό κομμάτι των ναυτιλιακών σπουδών, καθώς όπως είναι γνωστό η χώρα μας ανήκει στις μεγαλύτερες παγκόσμιες ναυτιλιακές «υπερδυνάμεις».
Σε αυτό το κομμάτι, πολλά πανεπιστήμια κινούνται ήδη μόνα τους, με το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΟΠΑ) να έχει ολοκληρώσει ήδη το δεύτερο πρόγραμμα συνεργασίαςμε το μεγάλο κορεατικό πανεπιστήμιοKorea Maritime and Ocean University (ΚΜΟU) σε θέματα Διεθνούς Ναυτιλίας, Χρηματοοικονομικής και Διοίκησης.
Από την άλλη πλευρά, όσον αφορά τις ΗΠΑ, τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί δείχνουν την Ελλάδα ως δέκατο εκπαιδευτικό προορισμό σε επίπεδο ενδιαφέροντος μεταξύ 165 χωρών για τα μέλη του Χάρβαρντ, δηλαδή τους φοιτητές και καθηγητές του.
Τι θα γίνει την άνοιξη
Να προστεθεί στα παραπάνω ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι πιθανόν να «υποδεχθεί» τα αμερικανικά ΑΕΙ χωρίς να έχει προωθήσει την περίφημη διάταξη για τη διοργάνωση προπτυχιακών προγραμμάτων στην αγγλική γλώσσα στα ελληνικά Ιδρύματα. Η σχετική διάταξη «σκοντάφτει» στο θέμα των ελλήνων φοιτητών, καθώς δεν μπορεί κανείς να τους αποκλείσει, εάν θελήσουν, να παρακολουθήσουν ένα αντίστοιχο πρόγραμμα. Ωστόσο τα προγράμματα αυτά θα χρεώνουν δίδακτρα καθώς θα απευθύνονται σε φοιτητές εκτός της Ελλάδας ή της ΕΕ, οπότε εκεί προκύπτουν ερωτήματα νομικής φύσης.
Πρυτάνεις: Αμοιβαίο όφελος
Πώς αντιμετωπίζουν το θέμα τα ελληνικά ΑΕΙ; Ο πρύτανης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Εμμανουήλ Γιακουμάκης λέει ότι «καλά στοχευμένες συνεργασίες ελληνικών ΑΕΙ με επιλεγμένα αμερικανικά πανεπιστήμια υψηλού κύρους και ποιότητας, τα οποία διακρίνονται από τις θέσεις που καταλαμβάνουν σε διεθνείς αξιολογικές καταστάσεις, μπορούν να επιδράσουν θετικά στην ενίσχυση της ακαδημαϊκής ταυτότητας των συνεργαζόμενων Ιδρυμάτων καθώς και στο κύρος των πτυχίων τους. Σε μια διεθνοποιημένη πανεπιστημιακή εκπαίδευση και έρευνα, η εξωστρέφεια των ελληνικών ΑΕΙ είναι αναγκαία. Οι συνεργασίες αποδίδουν όταν υπάρχει αμοιβαίο όφελος και καλά σχεδιασμένη εφαρμογή». «Ουσιαστικά πρόκειται για μια πρωτοβουλία του υπουργείου Παιδείας που καλεί τον καθε πρύτανη να παρουσιάσει το πανεπιστήμιό του» λέει ο πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Νίκος Παπαιωάννου. «Χρήσιμο σίγουρα, με το δεδομένο ότι ταξιδεύουμε εμείς στις ΗΠΑ συχνά για μνημόνια συνεργασίας μας με αμερικανικά ΑΕΙ».
Μία επιτυχημένη συνεργασία που δείχνει τον δρόμο για μελλοντικές συνδέσεις
Στα σχέδιά της για τους επιστήμονες, η Ευρώπη δεν φάνηκε τόσο προνοητική όσο οι ΗΠΑ που δημιούργησαν μετά τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο το Institute of International Education (ΙΙΕ), το οποίο στήριξε εκπαιδευτικούς και επιστήμονες εκτός ΗΠΑ, από τους οποίους έως σήμερα σχεδόν 70 άτομα υπήρξαν κάτοχοι βραβείων Νομπέλ.
Για τα παραπάνω, με τη στήριξη του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, λειτούργησε στη χώρα μας ένα πρόγραμμα συνεργασίας με ξένα πανεπιστήμια, το Πρόγραμμα Υποτροφιών της Ελληνικής Διασποράς που διοργανώνεται από το Institute for International Education, με την τεχνική υποστήριξη του Ιδρύματος Fulbright.
Οπως λέει η καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Εφη Μπάσδρα, που ήταν πρόεδρος του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών και μέλος του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του προγράμματος αυτού, «διακεκριμένοι καθηγητές πανεπιστημίων ελληνικής καταγωγής ήρθαν σε ελληνικά ανώτατα ιδρύματα για διδασκαλία, ανάπτυξη ερευνητικών συνεργασιών και επίβλεψη φοιτητών. Ηδη έχουν τρέξει τρία τέτοια προγράμματα και τώρα βρίσκεται σε διαδικασία αξιολόγησης το 4ο πρόγραμμα. Περίπου 120 έλληνες επιστήμονες της Διασποράς επελέγησαν και δίδαξαν σε ελληνικά πανεπιστήμια. Ο πρόεδρος του ΙΙΕ Allan Goodman βοήθησε πολύ στον σχεδιασμό και στην υλοποίηση του προγράμματος και το στηρίζει σημαντικά. Τέτοιου είδους προγράμματα όμως, με ανταλλαγές και φοιτητών πέρα από το προσωπικό, θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για μελλοντικές στενότερες συνδέσεις και με τα μεγάλα φημισμένα αμερικανικά πανεπιστήμια που είναι ιδιωτικά με τεράστια κόστη σε δίδακτρα και έξοδα διαβίωσης. Ενδιαφέρον εδώ είναι και αυτό το ίδιο το ΙΙΕ· είναι ένα αμερικανικό ίδρυμα που ιδρύθηκε το 1919, και στηρίζει επιστήμονες, ερευνητές, καθηγητές πανεπιστημίων, σπουδαστές, καλλιτέχνες που προέρχονται από χώρες οι οποίες απειλούνται από συγκρούσεις και αναταραχές, προωθώντας τις ανταλλαγές και πρωτοστατώντας σε νέα μοντέλα συνεργασίας μεταξύ των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με παγκόσμια εμβέλεια. Στην Ευρώπη δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο και η πιο κοντινή ίσως εκδοχή είναι το Erasmus+ πρόγραμμα, το οποίο όμως είναι κυρίως ενδοευρωπαϊκό πρόγραμμα».