Η Ελλάδα έχει, ως μια μεσογειακή χώρα που επηρεάζεται άμεσα αρνητικά από την κρίση στη Λιβύη, κάθε δικαίωμα να συμμετέχει πλήρως στις πολυμερείς προσπάθειες επίλυσής της, εκτιμά στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα» ο Μιχαήλ Μπογκντάνοβ. Ο ειδικός απεσταλμένος του Βλαντίμιρ Πούτιν για τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική και υφυπουργός Εξωτερικών κρίνει ως επιτυχημένη την κατάσταση στη Συρία τέσσερα χρόνια μετά τη ρωσική επέμβαση, ενώ παράλληλα εκτιμά ότι η αναδίπλωση ή η μείωση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Εγγύς Ανατολή θα ήταν μια κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση.
Το 2015 η Ρωσία πραγματοποίησε μια κομβική επέμβαση στη Συρία, μεταβάλλοντας τη γεωπολιτική ισορροπία στη Μέση Ανατολή. Τέσσερα χρόνια αργότερα, είστε αισιόδοξος για την επίλυση της συριακής διένεξης και υπό ποιες παραμέτρους;
«Πιστεύω ότι τα τελευταία τέσσερα χρόνια ήταν κρίσιμα όσον αφορά την αναζήτηση της σταθερής λύσης του Συριακού. Εγινε το πιο βασικό: αποκαταστάθηκε η κυριαρχία της Δαμασκού στα περισσότερα τμήματα της εθνικής επικράτειας, γενικά διατηρήθηκε το συριακό κράτος, δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για επιτυχή εξέλιξη της πολιτικής διαδικασίας, που να διευθύνεται και να εφαρμόζεται από τους ίδιους τους Σύρους, χωρίς έξωθεν παρεμβάσεις. Πρέπει, φυσικά, να ενθαρρύνουμε τις πλευρές να έχουν μια αισιόδοξη και εποικοδομητική προσέγγιση. Την προσεχή περίοδο, όταν η τρομοκρατία στη συριακή γη κατασταλεί πλήρως, θα είναι απαραίτητο να αποχωρήσουν από την Αραβική Δημοκρατία της Συρίας οι στρατιωτικές μονάδες, που βρίσκονται εκεί παράνομα, και να προχωρήσουμε στη μακροπρόθεσμη πολιτική διευθέτηση με βάση τις διατάξεις του Ψηφίσματος 2254 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Από αυτή την άποψη, μεγάλη σημασία αποδίδουμε στον διάλογο των συριακών πλευρών στη Γενεύη, στο πλαίσιο της Συνταγματικής Επιτροπής. Ταυτόχρονα θεωρούμε σπουδαίο να υπάρχει συνεισφορά στη μετά την κρίση ανασυγκρότηση της Συρίας».
Ανεξάρτητα από τη «στενή» Μέση Ανατολή, η Ρωσία εμφανίζεται πιο ενεργή και στη Λιβύη, όπου προσπαθεί να μεσολαβήσει μεταξύ των δύο πλευρών στη χώρα. Αν συγκαλούσατε τη Διάσκεψη για τη Λιβύη, δεν θα σκεφτόσασταν να προσκαλέσετε την Ελλάδα, μια κατ’ εξοχήν μεσογειακή χώρα, αντί να την περιθωριοποιούσατε;
«Η ερώτηση είναι πράγματι ρητορική. Δεν σκοπεύουμε να συγκαλέσουμε σε εμάς μια νέα Συνδιάσκεψη για τη Λιβύη. Εχουν διοργανωθεί αρκετές σε διάφορες πρωτεύουσες. Πιστεύω ότι η πρόοδος στη διευθέτηση του λιβυκού ζητήματος δεν εξαρτάται από τον αριθμό των διεθνών Συνδιασκέψεων πάνω σε αυτό το θέμα, αλλά από την ποιότητα εφαρμογής των αποφάσεων που λαμβάνονται εκεί. Οσον αφορά την Ελλάδα, αυτή, ως μεσογειακή χώρα που επηρεάζεται άμεσα αρνητικά από τη λιβυκή κρίση, έχει κάθε δικαίωμα να συμμετέχει πλήρως στις πολυμερείς προσπάθειες επίλυσής της».
Πέρυσι, παράλληλα με τον ρόλο της στη Συρία, η Μόσχα πρότεινε μια νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας για την περιοχή του Κόλπου. Πώς βλέπετε την παρουσία, τον ρόλο και την επιρροή της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή στον 21ο αιώνα;
«Η περιοχή της Εγγύς Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής συνεχίζει να συνταράσσεται από τις οξύτατες συγκρούσεις και τις επικίνδυνες αντιθέσεις, που εν πολλοίς προκλήθηκαν από τις ενέργειες των εξωτερικών παικτών. Ας μη μνημονεύσω τα γεγονότα της Αραβικής Ανοιξης, τη διάλυση του λιβυκού κράτους, τις προσπάθειες να γίνουν γεωπολιτικά πειράματα και σε άλλα κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Συρίας. Η Ρωσία βασιζόταν και βασίζεται σταθερά στο ότι τέτοιες ενέργειες είναι απαράδεκτες, ενάντια στους κανόνες και στις αρχές του διεθνούς δικαίου. Η εξωτερική πολιτική της Ρωσίας προσανατολίζεται αμετάκλητα στη στήριξη της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών της Εγγύς Ανατολής, θεωρούμε απαράδεκτη την ωμή επέμβαση στις εσωτερικές τους υποθέσεις. Ας μην αναφερθούμε στις προσπάθειες επιβολής κάποιων έτοιμων «συνταγών», χωρίς να υπολογίζονται οι ιστορικές, πολιτιστικές και άλλες ιδιαιτερότητες των κοινωνιών της Εγγύς Ανατολής. Πρέπει να σημειώσουμε ότι, σε αντίθεση με τα επιθετικά και καιροσκοπικά βήματα ορισμένων γνωστών παικτών, η ρωσική αντιμετώπιση βρίσκει την όλο και πιο πολύ θετική ανταπόκριση και εμπιστοσύνη των εταίρων μας στην περιοχή, όπως επίσης των εκπροσώπων του ευρέος φάσματος των πολιτικών δυνάμεων, και όχι μόνο των επίσημων κυβερνητικών κύκλων. Επιδιώκουμε να αξιοποιήσουμε αυτή την πίστωση εμπιστοσύνης με στόχο την εγκαθίδρυση της ειρήνης και της ασφάλειας στην Εγγύς Ανατολή. Πέρυσι το καλοκαίρι, με φόντο την κλιμάκωση στον Περσικό Κόλπο, επικαιροποιήσαμε την Αντίληψή (Concept) μας σχετικά με την εξασφάλιση της συλλογικής ασφάλειας στην περιοχή. Εδώ και αρκετό καιρό ασχολούμαστε με την προώθηση των σχετικών προτάσεων: η πρώτη έκδοση του εγγράφου πραγματοποιήθηκε ήδη στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’90. Εχουμε κοινοποιήσει την καινούργια εκδοχή της Αντίληψης ως επίσημο έγγραφο του ΟΗΕ, γνωστοποιώντας τη στους βασικούς διεθνείς εταίρους μας, συμπεριλαμβανομένων φυσικά των μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η ρωσική πρωτοβουλία προϋποθέτει σταδιακή πορεία προς επίλυση των συγκρουσιακών καταστάσεων, επεξεργασία των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης και ελέγχου και, ως αποτέλεσμα, τη δημιουργία σε αυτή την υπο-περιοχή ενός ολοκληρωμένου μηχανισμού συλλογικής ασφάλειας και συνεργασίας. Γι’ αυτόν τον σκοπό πρέπει να δημιουργηθούν ανάλογες οργανωτικές δομές. Εννοούμε ότι αυτό το σύστημα θα αποτελέσει πρόλογο για τη δημιουργία μιας κοινής, μετά την κρίση, αρχιτεκτονικής της περιοχής. Οι συγκεκριμένες προτάσεις δεν είναι τελικές ή υποχρεωτικές, αλλά αποτελούν τη βάση για συζητήσεις με συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων παικτών. Πρωτίστως, φυσικά, των ίδιων των κρατών του Περσικού Κόλπου. Στη βάση των ιδεών μας βρίσκεται η αρχή της ισότιμης συνεργασίας όλων των περιφερειακών και άλλων ενδιαφερόμενων πλευρών, η αυστηρή τήρηση των κανόνων του διεθνούς δικαίου. Ιδού η θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στο ρωσικό έγγραφο και στις άλλες πρωτοβουλίες που προωθούνται από τους εξωτερικούς παίκτες».
Το 2011, και κατά τις πρώτες ημέρες της Αραβικής Ανοιξης, σε μια κλειστή συνάντηση στην Ουάσιγκτον ο Ζμπίγκνιου Μπρζεζίνσκι είχε επισημάνει ότι σε έναν σύγχρονο πολυπολικό κόσμο μια προσέγγιση Ρωσίας, Τουρκίας και Ιράν θα μπορούσε να είναι ακόμη και προς το συμφέρον των ΗΠΑ. Πώς θα το σχολιάζατε, δεδομένων και των σχετικά πρόσφατων εξελίξεων με τη δολοφονία του Κασέμ Σουλεϊμανί;
«Ο συντονισμός των προσπαθειών ανάμεσα στη Ρωσία, στην Τουρκία και στο Ιράν, όπως γίνεται για παράδειγμα στο πλαίσιο της Διαδικασίας της Αστάνα, συμβάλλει στη μείωση της έντασης στην περιοχή της Εγγύς Ανατολής και οδηγεί στη γενική σταθεροποίηση της κατάστασης. Κατά πόσο αυτή η τάση συμπίπτει με τις πολιτικές απαιτήσεις της νυν αμερικανικής διοίκησης, δεν είμαι εγώ που θα απαντήσω σε αυτή την ερώτηση. Πρέπει να την απευθύνετε στην Ουάσιγκτον. Ενίοτε δημιουργείται η εντύπωση ότι ορισμένες δυνάμεις στην αμερικανική ελίτ δεν ενδιαφέρονται για τη σταθεροποίηση αλλά, αντιθέτως, για την αποσταθεροποίηση στην Εγγύς Ανατολή, ώστε, εκμεταλλευόμενες την πολιτική ασάφεια και τις συνεχιζόμενες συγκρούσεις, να ψαρέψουν, όπως λέμε, στα θολά νερά. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η εξόντωση του Κασέμ Σουλεϊμανί, που εν τω μεταξύ είχε συνεισφέρει ουσιαστικά στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας και ειδικότερα στην καταστολή του ISIS. Από την άλλη, ακούγονται δηλώσεις, σαν κι αυτές που έκανε ο πρόεδρος Τραμπ στο Κογκρέσο στις 5 Φεβρουαρίου, για την επιθυμία «να τεθεί τέρμα στους πολέμους στην Εγγύς Ανατολή» και να αναδιπλωθεί – ή τουλάχιστον να μειωθεί – η αμερικανική στρατιωτική παρουσία στις εστίες κρίσης. Η εφαρμογή αυτών των σχεδίων αναμφισβήτητα θα εξυγίαινε σημαντικά την κατάσταση στην περιοχή».