Έκκληση για μεγαλύτερες περικοπές στην παραγωγή πετρελαίου, ώστε να μην πλημμυρίσει η αγορά λόγω της πτώσης της ζήτησης που προκαλεί η έξαρση του κορωνοϊού και καταρρεύσουν οι τιμές, απηύθυνε την Παρασκευή η Σαουδική Αραβία ενόψει της εαρινής υπουργικής συνόδου του OPEC+ (των κρατών-μελών συν άλλων μεγάλων πετρελαιοπαραγωγών μη-μελών του Οργανισμού, όπως η Ρωσία π.χ.), στις 5 και 6 Μαρτίου στη Βιέννη.
Είναι αμφίβολο, όμως, αν η μεγαλύτερη παραγωγός και ηγέτιδα δύναμη του πετρελαϊκού καρτέλ θα μπορέσει να πείσει τις συμπαραγωγούς της. Διότι… έξις δευτέρα φύσις: η Σαουδική Αραβία «το τερμάτισε» τον Ιανουάριο με τις παραβιάσεις του πλαφόν παραγωγής που είχε συμφωνηθεί στον OPEC+ να ισχύσει από την αρχή του έτους. Την ώρα που η Ρωσία, το Ιράκ και άλλες χώρες που δεν μετέχουν στον Οργανισμό πάσχισαν για να τηρήσουν τα υπεσχημένα, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε το Bloomberg.
Τι επιδιώκει το Ριάντ
Συγκεκριμένα, η Ρωσία παραβίασε για έκτο συνεχόμενο μήνα τα ανώτατα όρια παραγωγής, αλλά όχι σε βαθμό κακουργήματος. Το Αζερμπαϊτζάν και το Ομάν από τις χώρες μη-μέλη του OPEC ήταν παραδείγματα νομιμοφροσύνης, ενώ για λόγους πολιτικούς η Λιβύη, το Ιράν και η Βενεζουέλα (μέλη του Οργανισμού) εξαιρούνται από τις περικοπές.
Εν πάση περιπτώσει, ελάχιστοι πετρελαιοπαραγωγοί παραβίασαν τα πλαφόν. Γι’ αυτό και το Ριάντ συνεπικουρούμενο από το Κουβέιτ και την Αγκόλα, προσπαθήσει να πείσει τους άλλους παραγωγούς να συμφωνήσουν περαιτέρω περικοπές, καλώντας τους να μη σταθούν στις εξαιρέσεις αλλά να δουν τη μεγάλη εικόνα. Διότι, πάντα κατά τα στοιχεία του Bloomberg, αν εξαιρεθεί ο Ιανουάριος και άλλοι δύο μήνες του 2019, η Σαουδική Αραβία τηρεί και με το παραπάνω την υπόσχεσή της για μειωμένη παραγωγή κατά σχεδόν 900.000 βαρέλια αργού ημερησίως. Οι συστηματικές παραβιάσεις ανήκουν στο παρελθόν, στα χρόνια προ της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008.
Οι μειώσεις της παραγωγής αποφασίστηκαν για να αντιμετωπιστεί η κάμψη της ζήτησης εξαιτίας του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ-Κίνας και, πρωτίστως, για να αντιμετωπιστεί η μείζονα απειλή των Αμερικανών παραγωγών σχιστολιθικού πετρελαίου. Για να είναι ασύμφορη η παραγωγή δια της μεθόδου της υδραυλικής ρωγμάτωσης (που παρεμπιπτόντως είναι καταστροφική για το περιβάλλον), πρέπει οι τιμές να είναι υψηλότερες των 55-60 δολαρίων το βαρέλι.
Επιδίωξη (και η μεγάλη αγωνία) του OPEC είναι να μην ξεπερνούν μεν οι τιμές το επίπεδο αυτό και να του κλέβουν μερίδιο της αγοράς οι παραγωγοί σχιστολιθικού, αλλά ούτε και να καταβαραθρώνονται στα Τάρταρα. Από την αρχή του έτους οι τιμές του πετρελαίου έχουν υποχωρήσει κατά 25% και πλέον στις διεθνείς αγορές (φευ, όχι και στα ελληνικά βενζινάδικα…) και την Παρασκευή στη Νέα Υόρκη η τιμή του αργού υποχωρούσε κατά 1,4% συγκριτικά με το κλείσιμο της Πέμπτης στα 45,50 δολάρια το βαρέλι (στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 58 εβδομάδων). Ανάλογες σε ποσοστό ήταν οι ημερήσιες απώλειες και στη λονδρέζικη αγορά εμπορευμάτων, όπου η τιμή το Brent διαμορφωνόταν λίγο πάνω από τα 50 δολάρια το βαρέλι.
Τρόμος για την Κίνα
Εν προκειμένω την προσεχή Πέμπτη και Παρασκευή στην έδρα του OPEC στη Βιέννη το «στοίχημα» των πετρελαιοπαραγωγών είναι να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την τρίτη απειλή που αίφνης προέκυψε, μετά την έκρηξη της τεχνολογίας της υδραυλικής ρωγμάτωσης και του σινοαμερικανικού εμπορικού πολέμου: την επιδημία του κορωνοϊού κυρίως στην Κίνα, που έχει ξεπεράσει τις ΗΠΑ και έχει αναδειχθεί η μεγαλύτερη καταναλώτρια ενέργειας στον κόσμο – και πρώτη στις εισαγωγές πετρελαίου σε μια συγκυρία που οι ΗΠΑ έχουν διακόψει τις εισαγωγές και εμφανίζονται ως ενεργειακώς αυτάρκεις.
Οι προβλέψεις για τις επιπτώσεις του κορωνοϊού στην κινεζική οικονομία είναι εξόχως ανησυχητικές. Και η πετρελαϊκή ζήτηση από την Κίνα αναμένεται να υποχωρήσει κατά 35% το πρώτο τρίμηνο του 2020 συγκριτικά με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα πέρυσι, σύμφωνα με υπολογισμούς της αμερικανικής τράπεζας Morgan Stanley και της κινεζικής πετρελαϊκής CNPC. Η σημασία και η βαρύτητα της Κίνας, εξάλλου, για την κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας γίνεται αντιληπτή και μόνο από το γεγονός ότι συνεισφέρει κατά 15% στη διαμόρφωση του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ στις αρχές του 21ου αιώνα συνεισέφερε μόνο κατά 5%.
Το αίνιγμα της Μόσχας
Σύμφωνα με το Bloomberg, το Ριάντ και οι συν αυτώ έχουν μία επιπλέον απειλή να αντιμετωπίσουν στη Βιέννη: τη διαφαινόμενη αποστασιοποίηση της Μόσχας από τη συμμαχία των πετρελαιοπαραγωγών. Διότι τις τελευταίες εβδομάδες που καλπάζει ο κορωνοϊός στην Κίνα, ο σκληρός πυρήνας του OPEC (Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κυρίως) πάσχιζαν εις μάτην να οργανώσουν έκτακτη υπουργική σύνοδο με τη συμμετοχή ασφαλώς των μη-μελών του ΟPEC. Το αμερικανικό πρακτορείο ειδήσεων θεωρεί ότι η Μόσχα είναι η αιτία της αποτυχίας αυτής. «Με ό,τι αυτό προοιωνίζεται για τη συμμόρφωση της Ρωσίας με τα πλαφόν παραγωγής», σημειώνει.