Την ποιήτρια και ακαδημαϊκό Κική Δημουλά αποχαιρέτισε την Τρίτη 25 Φεβρουαρίου το απόγευμα, στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών, πλήθος κόσμου, ακαδημαϊκοί και ποιητές, άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών.
Στην κηδεία παρευρέθηκαν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, με τη σύζυγό του Μαρέβα, η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, η υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Νίκη Κεραμέως ο δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Μπακογιάννης, ο Λουκάς Παπαδήμος, ο Γιώργος Νταλάρας, ο Δημήτρης Λιγνάδης, ο Σταύρος Ξαρχάκος, η Λίνα Νικολακοπούλου, η Αλκηστις Πρωτοψάλτη, ο Γιάννης Ψυχοπαίδης, ο Νίκος Δήμου, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, ο Γιώργος Μεσσάλας, ο Νίκος Σταμπολίδης κ.ά.
Στον «σπινθηροβόλο λόγο» της Κικής Δημουλά αναφέρθηκε παίρνοντας πρώτη τον λόγο στο πέρας της νεκρώσιμης ακολουθίας η πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών Άννα Ψαρούδα–Μπενάκη αποθέτοντας εκ μέρους του ανώτατου πνευματικού ιδρύματος της χώρας δάφνινο στεφάνι στο φέρετρο της ποιήτριας, κάτι που θα θυμίζει «πόσο κοντά μας πέρασε αυτή η μεγάλη ποιήτρια που ήταν και υπέροχος άνθρωπος».
Η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως απευθύνθηκε στην «κυρία Δημουλά» και θύμισε, αποχαιρετώντας την, τα δικά της λόγια από τον Ερανο σκέψεως, την ομιλία της Κικής Δημουλά στην Αρχαιολογική Εταιρεία το 2009: «Με ρωτούν αν πιστεύω στην άλλη, αν θέλω να υπάρχει άλλη ζωή. Πώς να πω ναι, έτσι στα τυφλά, χωρίς να δα ένα προσπέκτους, να συγκρίνω τιμές, αντιπαλότητες, μίση, χωρίς να σταθμίσω πόση ελευθερία φαντασίας μου αναλογεί. Γιατί αν είναι να μην τολμάω να δαγκώσω ένα μήλο, να μου λείπει ο Αδάμ και η περίφημη πλευρά του, τόσο ακριβοπληρωμένη άλλωστε». Και έκλεισε δανειζόμενη μια φράση του Γιώργου Βέη, με αφορμή την τελευταία συλλογή της Κικής Δημουλά, την Άνω τελεία: «Το επίτευγμα αυτό της Κικής Δημουλά την αναδεικνύει απόλυτη διαχειρίστρια των υποθέσεων της ψυχής ως τόπου όπου ευδοκιμεί επιτέλους ανεμπόδιστη η αλήθεια».
Τα λόγια της εκλιπούσης ακούγονταν διαρκώς, διανθίζοντας τον λόγο των ομιλητών και των ομιλητριών. «Ένα βιογραφικό σημείωμα πρέπει, αφού γραφτεί, να μείνει επ’ αρκετόν καιρό κρεμασμένο στον αέρα από ένα τσιγκέλι αυστηρότητας, ώστε να στραγγίξουν καλά τα στερεότυπα» είχε γράψει σε ένα σύντομο βιογραφικό της η Δημουλά, όπως ανακάλεσε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη. Αναφέρθηκε στο «έργο της που είναι συγκλονιστικό στην κάθε στροφή του, καθρεφτίζοντας όλα εκείνα που στη ζωή μας εμείς δεν τολμάμε ακόμη να αρθρώσουμε», μίλησε για την «ομορφιά που εξέπεμπε χάρη στη μυστική αγάπη της για τη ζωή, που τη μετρούσε με το φως που ανεπαίσθητα χανόταν», για όσους ευλογημένοι διασταυρώθηκαν μαζί της και «χαρήκαμε το λόγο της, τη παιγνιώδη της διάθεσή, την κρίση της για τα σοβαρά που τα συνόδευε πάντα η ευγένεια, η ταπεινότητα και η υπομονή της». Και κατέληξε: «Κυρία Δημουλά, ο χρόνος υποκλίθηκε ενώπιον σας και θα σας κρατήσει στην αιωνία αγκαλιά του. Και αυτή θα είναι παραμυθία για τα παιδιά σας, για τα εγγόνια σας, για εκείνους, τους πάντα νέους, που θα καταφεύγουν στην ποίησή σας» κλείνοντας με στίχους από το ποίημα «Διάλογος ανάμεσα σε μένα και σε μένα».
Η Κατερίνα Καρύδη, εκδότρια του Ικαρου, του εκδοτικού οίκου που κυκλοφορεί τα βιβλία της Κικής Δημουλά, σε μια πολύ προσωπική απεύθυνση, θυμήθηκε τις ουρές για υπογραφή βιβλίων στην οδό Βουλής όποτε η Δημουλά εξέδιδε μια νέα ποιητική συλλογή: «Δεν έγραψε ποτέ δύο φορές την ίδια αφιέρωση, ρωτούσε κάτι τον καθένα και του έγραφε κάτι προσωπικό». Ετσι, περνούσαν ώρες πολλές και το μόνο που ζητούσε η Δημουλά ήταν ένα τσιγάρο. Στις επιστολές της στις εκδότριές της, τις αδελφές Καρύδη, είπε συγκινημένη η Κατερίνα Καρύδη, τις αποκαλούσε «κόρες μου» και έκανε λόγο για τη διαθεσιμότητα της Δημουλά, «που δύσκολα έλεγε όχι», να επισκεφθεί σχολεία και εκθέσεις, να δώσει ομιλίες και συνεντεύξεις. Μιλώντας για τους πολλούς ρόλους της Κικής Δημουλά –κόρη, εργαζόμενη, σύζυγος, μητέρα, γιαγιά, προγιαγιά– σχολίασε ότι «ίσως όλοι αυτοί οι ρόλοι γέννησαν την ποίηση που τόσο αγαπήσαμε».
«Η Κική Δημουλά γέμισε το μυαλό, την καρδιά και τα χέρια μας με Το λίγο του κόσμου και αυτό είναι πολύ. Ποίησε με τη σκέψη της, υλοποιώντας τη δική μας, γιατί η ποίηση είναι τέχνη που σκέφτεται. Μετέφερε τη δική της συγκίνηση, δημιουργώντας μεταφορές για τη δική μας, γιατί η ποίηση είναι τέχνη που συν-κινεί. Χειροποίητες οι λέξεις της ήρθαν στα χέρια μας, γιατί η ποίηση είναι τέχνη χειρωνακτική» ξεκίνησε παίρνοντας τον λόγο ο ποιητής Γιώργος Χουλιάρας, πρόεδρος της Εταιρείας Συγγραφέων. «Η Κική Δημουλά γνώριζε. Ασφαλώς οι καιροί είναι δύσκολοι για την ποίηση, γιατί οι καιροί είναι πάντοτε δύσκολοι. Ασφαλώς υπάρχει αμφιθυμία για την ποίηση, όπως διαπιστώνουν όσοι με ένα “π” αναιρούν την οίηση. Η πόλη και ο εξ αυτής πολιτισμός συνεχίζουν όμως να κινούνται. Μια άλλη Ελλάδα προσμετράται από την κηδεία του Παλαμά έως την κηδεία του Σεφέρη και έως σήμερα. Η ποίηση δεν είναι στάση. Είναι ανάσταση. Είναι επανάσταση. Ένα έτος πριν συμπληρωθούν διακόσια, η ποίηση θυμίζει μια άλλη Ελλάδα που δημιούργησαν, από τα απροσάρτητα Επτάνησα, ο Σολωμός και, από τη φιλελληνική οικουμένη, ο Μπάιρον, όπως κάποτε είχε κάνει ένας Όμηρος συνέχοντας τους Έλληνες» και τόνισε ότι η Κική Δημουλά «έφερε νέους αναγνώστες πιο κοντά στην ποίηση» και «τους νέους ανθρώπους πιο κοντά στην ελληνική γλώσσα». «Ο θάνατός της είναι τεράστια απώλεια, αλλά η ζωή και το έργο της είναι τεράστιο κέρδος για την ελληνική λογοτεχνία», καταλήγοντας στον αποχαιρετισμό: «Χαίρε ποτέ. Πάντοτε. Κική Δημουλά».
Προσωπικά μίλησε και ο καρδιοχειρουργός Στρατής Παττακός, γιατρός της Κικής Δημουλά, ο οποίος την ευχαρίστησε για τη φιλία της, για τη γήινη και επικοινωνιακή φύση της που αποτελούσε έκπληξη για όσους δεν γνώριζαν τον άνθρωπο πίσω από το δημόσιο πρόσωπο. «Ζωή είναι να δείχνεις ότι δεν έχεις ανάγκη τη ζωή» είπε σχολιάζοντας τη συμπεριφορά της Δημουλά ως ασθενούς τον τελευταίο καιρό και εξέφρασε την πεποίθηση ότι η ποιήτρια δεν έφυγε, αλλά «μετακόμισε παραπλεύρως», παραπέμποντας με τη σειρά του σε στίχους της Δημουλά και στη συλλογή Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως.
Εκ μέρους της Ακαδημίας Αθηνών, της οποίας η Δημουλά ήταν τακτικό μέλος από το 2002, ο γενικός γραμματέας Βασίλειος Πετράκος μίλησε για τον «έξοχο άνθρωπο» που μας εγκαταλείπει σήμερα, όπως γράφει το συμβόλαιό μας από τη γέννησή μας. «Θα μας λείψει η γήινη μορφή της γιατί η πνευματική της υπόσταση ζει μαζί μας όσο η ποίησή της διαβάζεται». Θύμισε κι εκείνος λόγια της Δημουλά, τον ορισμό του ποιήματος όπως τον είχε δώσει εκείνη κάποτε: «Βαδίζεις σε μιαν έρημο. Ακούς ένα πουλί να κελαηδάει. Όσο κι αν είναι απίθανο να εκκρεμεί ένα πουλί μέσα στην έρημο, ωστόσο εσύ είσαι υποχρεωμένος να του φτιάξεις ένα δέντρο. Αυτό είναι το ποίημα». Την αποχαιρέτησε εκ μέρους της Ακαδημίας Αθηνών, της εν Aθήναις Aρχαιολογικής Eταιρείας και του Ιδρύματος Ουράνη λέγοντας: «Πάντα μαζί θα είμαστε, συντοπίτες του πνεύματος και της τέχνης».
Τον λόγο έλαβε τελευταία η Έλση Δημουλά, η κόρη της Κικής Δημουλά, η πρώτη αναγνώστρια και ο πιο αυστηρός κριτής της αλλά και το αποκούμπι της, όπως την χαρακτήρισε η Κατερίνα Καρύδη, με τα λόγια: «Κράτα πάντα αναμμένη τη μηχανή, μάνα! Δεν θα ξεμείνεις τώρα από καύσιμο. Κράτα πάντα αναμμένη τη μηχανή κι εγώ θα έρχομαι!». Ήταν το σύνθημα για τον τελευταίο ασπασμό προτού η Κική Δημουλά αναχωρήσει για την τελευταία της κατοικία εν μέσω θερμού χειροκροτήματος.