Σε ιδιαίτερα θετικό κλίμα πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου στη Θεσσαλονίκη, η Διάσκεψη Υψηλού Επιπέδου για την Ευρωπαϊκή Προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων «Από τη Θεσσαλονίκη στο Ζάγκρεμπ» (High Level Conference on the Western Balkans’ European Perspective «From Thessaloniki to Zagreb») με τη συμμετοχή όλων των υποψηφίων χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, των βαλκανικών κρατών που είναι ήδη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), καθώς επίσης της Ιταλίας, αλλά και στελεχών της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (European External Action Service – EEAS) και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Όπως περιέγραψε και στις δημόσιες δηλώσεις του κατά την έναρξη των εργασιών ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, η θέση της Αθήνας έχει υπάρξει διαχρονικά σαφής. Υποστηρίζει απαρέγκλιτα την ευρωπαϊκή προοπτική όλων των χωρών της περιοχής  – υπό την αυτονόητη προϋπόθεση της πλήρους τήρησης του ευρωπαϊκού κεκτημένου καθώς και των όρων και προϋποθέσεων της ενταξιακής διαδικασίας.

«Κοινός στόχος μας είναι μια ειρηνική, ισχυρή, σταθερή, ευημερούσα και ενωμένη Ευρώπη, μέσα από την πλήρη ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ)» πρόσθεσε. Κατά τον κ. Δένδια, «τόσο η ΕΕ όσο και τα Δυτικά Βαλκάνια πρέπει πλέον να στρέψουν το βλέμμα στο μέλλον και να εξετάσουν ζητήματα όπως το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών, αλλά και η προαγωγή της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας».

Στον υψηλό συμβολισμό της Διάσκεψης στάθηκε στις σύντομες δηλώσεις του ο Νίκολα Ντιμιτρόφ. «Εδώ στη Θεσσαλονίκη ήταν που η ΕΕ υποσχέθηκε την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων. Να υπενθυμίσουμε στην ΕΕ εκείνη την υπόσχεση» σημείωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Βόρειας Μακεδονίας.

«Δεν είμαστε τέλειοι, αλλά έχουμε ισχυρά επιχειρήματα, καθώς  επιλύσαμε δύσκολα θέματα που σοβούσαν επί δεκαετίες, ενώ έχουμε και την εσωτερική ατζέντα των μεταρρυθμίσεών μας. Δικαιούμαστε να προχωρήσουμε στην επόμενη ημέρα και στις ενταξιακές συνομιλίες» τόνισε, ενώ σε ερώτηση για τη στάση του VMRO – DPMNE επί της Συμφωνίας των Πρεσπών και την παράλληλη ψήφιση από το κόμμα του Πρωτοκόλλου Προσχώρησης στο ΝΑΤΟ υπήρξε μάλλον δηκτικός:

«Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε που θέλουμε να πάμε και πως θα πάμε. Δεν μπορώ να μιλήσω για το VMRO – DPMNE, δεν ξέρω αν θα είναι στην εξουσία μετά τις εκλογές, νομίζω θα τις χάσουν. Πρέπει να είμαστε έντιμοι με τους πολίτες. Είναι ασυνεπές να μην υποστηρίζουμε τη Συμφωνία των Πρεσπών και να υιοθετούμε την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Δεν είναι σωστό να μην μας αρέσει ο λόγος και να μας αρέσουν οι συνέπειες».

Η ατμόσφαιρα στις εργασίες της Διάσκεψης υπήρξε ιδιαίτερα θερμή. Οι συμμετέχοντες εξήραν, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, ως καίριας σημασίας την ελληνική πρωτοβουλία. Όλοι τους επικεντρώθηκαν στην ανάγκη οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων να προωθήσουν τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται και η ΕΕ να τηρήσει τις δεσμεύσεις της. Ανώτερος ευρωπαίος αξιωματούχος επεσήμανε μιλώντας στο «Βήμα» ότι έπειτα από τη δημοσιοποίηση της νέας μεθοδολογίας για τη διεύρυνση, υπάρχει η αισιοδοξία ότι θα ανοίξει ο δρόμος για τη χορήγηση ημερομηνίας έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων για τη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία. Οι κοινοτικοί θεσμοί και ιδιαίτερα η Επιτροπή υπήρξαν πάντα σαφείς ότι έχει έλθει το πλήρωμα του χρόνου και τόσο η Βόρεια Μακεδονία όσο και η Αλβανία έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους.

Αυτό αναμένεται, με βάση τις πληροφορίες, να αποτυπωθεί στις Εκθέσεις Προόδου που μάλλον θα δημοσιοποιηθούν την προσεχή εβδομάδα, ενόψει και της συζήτησης στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων στις 24 Μαρτίου, λίγα 24ωρα πριν από τη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (26-27 Μαρτίου). Σε σχέση επίσης με τις συνομιλίες Σερβίας – Κοσόβου, ο ίδιος αξιωματούχος επεσήμανε ότι χάθηκε λίγος χρόνος εξαιτίας της καθυστέρησης της συγκρότησης της νέας κοσοβαρικής κυβέρνησης, αλλά υπάρχει πλέον αισιοδοξία ότι και σε αυτό το μέτωπο θα επιτευχθεί πρόοδος.

Ακόμη, σε μία ιδιαίτερη θετική παρέμβαση, ο υπουργός Εξωτερικών της Σερβίας Ίβιτσα Ντάτσιτς κάλεσε, σύμφωνα με πληροφορίες, όλες τις βαλκανικές χώρες να υποστηρίξουν την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας, τα θαλάσσια και χερσαία σύνορά της, σχετικά με το θέμα της Τουρκίας – Λιβύης, καθώς και για το αίτημά της για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο.

Σύμφωνα με την Κοινή Δήλωση η οποία υιοθετήθηκε στη Διάσκεψη, οι συμμετέχοντες αναφέρουν ότι «η Πολιτική Διεύρυνσης έχει αποτελέσει μία από τις πιο επιτυχημένες πολιτικές της ΕΕ. Έχει αξιοσημείωτα συμβάλλει στον ρόλο της Ένωσης ως περιφερειακής και παγκόσμιας δύναμης». Προσθέτουν ότι «είναι ουσιαστικό για την ΕΕ να προσφέρει αξιόπιστη προοπτική διεύρυνσης και για τα Δυτικά Βαλκάνια να επιταχύνουν όλες τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο της φιλοευρωπαϊκής ατζέντας τους, επί τη βάση αυστηρής και δίκαιης αιρεσιμότητας και της αρχής της αξιοκρατίας».

Οι εκπρόσωποι των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων εκφράζουν ρητώς «την προσδοκία ότι με βάση και τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η ΕΕ θα αποφασίσει την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Αλβανία και τη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας πριν από τη Σύνοδο του Ζάγκρεμπ το Μάιο του 2020». Και αναγνωρίζουν ότι «η επιτάχυνση της διαδικασίας των μεταρρυθμίσεων για όλους του εταίρους των Δυτικών Βαλκανίων θα απαιτήσει άμεσους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς βασισμένους στην αξιοκρατία. – αποτελεσματική χρήση του Εργαλείου Προενταξιακής Βοήθειας (Instrument for Pre-Accession Assistance – IPA) και του Επενδυτικού Πλαισίου για τα Δυτικά Βαλκάνια (Western Balkans Investment Framework – WBIF).

Οι συμμετέχοντες κάλεσαν την ΕΕ να προχωρήσει στο άνοιγμα ενταξιακών συνομιλιών τόσο με τα Σκόπια όσο και με τα Τίρανα, «κατά προτίμηση τον Μάρτιο» του 2020 και πριν από τη Σύνοδο ΕΕ – Δυτικών Βαλκανίων στο Ζάγκρεμπ τον προσεχή Μάιο. Αναμφίβολα υπάρχουν ορισμένες επιφυλάξεις για την Αλβανία σε ορισμένους τομείς, ζήτημα στο οποίο αναφέρθηκε και ο κ. Δένδιας στις δηλώσεις του κατά τη συνέντευξη Τύπου. Αυτές αφορούν σε θέματα σεβασμού των μειονοτικών δικαιωμάτων και του σεβασμού στα περιουσιακά δικαιώματα, αλλά όπως εξήγησε ο υπουργός Εξωτερικών η Ελλάδα βλέπει όλη αυτή τη διαδικασία με θετικό μάτι στο πλαίσιο της εφαρμογής του πυρήνα του κοινοτικού κεκτημένου και όχι με διάθεση επιβολής όρων στην αλβανική πλευρά.

Στη Διάσκεψη Υψηλού Επιπέδου συμμετείχαν η Χέλγκα Σμιντ Γενική Διευθύντρια της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, ο Μασιέ Πόποσκι, Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής για θέματα Διεύρυνσης και Γειτονίας, ο Γκεντ Τσακάι εκτελών χρέη υπουργού Εξωτερικών της Αλβανίας, ο Γιόζιπ Μπρίκιτς, υφυπουργός Εξωτερικών Βοσνίας – Ερζεγοβίνης, η Εκατερίνα Ζαχάριεβα, Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών της Βουλγαρίας, ο Γκόρνταν Γκρίλιτς – Ραντμάν, υπουργός Εξωτερικών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Κροατίας και Προεδρεύων, το τρέχον εξάμηνο, του Συμβουλίου της ΕΕ, ο πρεσβευτής της Ιταλίας στην αθήνα Εφίζιο Λουϊτζι Μάρας (σσ. λόγω της κρίσης του κορονοϊού δεν μπόρεσε να έλθει ο υπουργός Εξωτερικών Λουϊτζι ντι Μάιο), ο Σέρνταν Νταρμάνοβιτς, υπουργός Εξωτερικών του Μαυροβουνίου, η Ιουλία Ραλούτσα Ματέι, Γενική Γραμματέας επί Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Ρουμανίας, ο Ίβιτσα Ντάτσιτς,  Πρώτος Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών της Σερβίας, ο Μίρο Τσεράρ, υπουργός Εξωτερικών της Σλοβενίας και Γκλάουκ Κονιούφσκα, υπουργός Εξωτερικών και Διασποράς του Κοσόβου