Υπάρχει μία άλλη διάσταση στα όσα ανέφερε ο Αλέξης Τσίπρας το Σαββατοκύριακο για τον έλεγχο των «αρμών της εξουσίας».
Δεν είναι μόνο η επιβεβαίωση αντιδημοκρατικών αντιλήψεων και ολοκληρωτικών πρακτικών, η οποία επισημάνθηκε και αναλύθηκε και τα προηγούμενα χρόνια και τις τελευταίες ημέρες.
Είναι και κάτι ακόμη, το οποίο αφορά την ύπαρξη και λειτουργία του κράτους.
Σε μία περίοδο όπου η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση, εν πολλοίς αφανώς και με την δραστηριοποίηση στελεχών και επιστημόνων που μένουν μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, επιχειρεί να διαμορφώσει ένα θεσμικό πλαίσιο το οποίο θα διασφαλίζει την συνέχεια του κράτους και της διοίκησης σε όλα τα επίπεδα, μία απλοϊκή απορία τίθεται σε κλειστές συζητήσεις: Τι είναι εκείνο που διασφαλίζει ότι οι αλλαγές αυτές θα είναι μόνιμες και θα παγιωθούν ως προς την λειτουργία των κυβερνήσεων στο διηνεκές;
Τι είναι αυτό που θα αποτρέψει κάθε κόμμα που θα κερδίζει εκλογές από το να ξηλώνει δομές και λειτουργίες και θα διευκολύνει εν τέλει την διακυβέρνηση της χώρας, η οποία υπό τις παρούσες συνθήκες είναι οριακά κυβερνήσιμη;
Κατά τα όσα αναφέρονται στις συζητήσεις αυτές από στελέχη και συνεργάτες της κυβέρνησης, δυνατότητα θεσμικής κατοχύρωσης δεν υπάρχει για τις όποιες μεταρρυθμίσεις σε αυτό το πεδίο. Υπάρχει όμως και μία πεποίθηση ή ελπίδα, ότι όλοι θα αντιληφθούν την λειτουργικότητα των αλλαγών, ότι εν τέλει θα διευκολύνεται η άσκηση της διακυβέρνησης και ως εκ τούτου δεν θα έχει κάποιος λόγο να μην τις διατηρήσει.
Ακόμη και αν δεχθεί κάποιος ότι κάτι τέτοιο έχει μία βάση, έρχεται ο κ. Τσίπρας και διαλύει την εντύπωση. Πέραν του τι σημαίνει η απόπειρα ελέγχου των «αρμών» σε επίπεδο λειτουργίας του πολιτεύματος, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ κατέστησε σαφές το προηγούμενο Σαββατοκύριακο ότι μία δεύτερη περίοδος διακυβέρνησης δική του θα σημάνει το ξεχαρβάλωμα της όποιας προσπάθειας ή μεταρρύθμισης γίνει.
Με λίγα λόγια, η αναζήτηση μίας δεύτερης ευκαιρίας από τον ίδιο και το κόμμα του δεν θα έχει χαρακτηριστικά πολιτικής μεταστροφής, αποδοτικής για την χώρα διακυβέρνησης ή εν τέλει πραγματικής αντιστοίχισης στην πραγματικότητα του 21ου αιώνα. Θα είναι, στην υποθετική περίπτωση κατά την οποία υπάρξει αυτή η «δεύτερη ευκαιρία», μία διαδικασία με χαρακτηριστικά ρεβάνς, μία νέα εκδοχή του ζαχαριαδικού «με το όπλο παρά πόδα».
Η επίδραση αυτής της αντίληψης είναι διαβρωτική. Ειδικώς για όποιους έχουν συναίσθηση του ότι η χώρα έχει πρωτίστως ανάγκη την θεσμική της ανασυγκρότηση με τρόπο αποτελεσματικό και πάγιο. Είναι μία βασική προϋπόθεση και για την προσέλκυση επενδύσεων και για την διαμόρφωση θετικού οικονομικού και επιχειρηματικού κλίματος και περιβάλλοντος και για την εμπέδωση της εντύπωσης ότι η Ελλάδα μπορεί να βηματίσει στην νέα εποχή.
Υπό αυτούς τους όρους και μέχρις ότου φτάσουμε στις επόμενες εκλογές, γίνεται εύκολα αντιληπτό το τι θα διακηρύττει και θα επιδιώκει ο κ. Τσίπρας, μακριά και πέρα από όλα αυτά.
Οι εξελίξεις έως τότε δεν είναι δυνατόν να προδιαγραφούν, όμως υπάρχει και η περίπτωση να εμφανίζεται εν τέλει ως πολιτική καρικατούρα όποιος έχει τέτοιες – κατά τα άλλα επικίνδυνες – επιδιώξεις…