Είδα τη δήλωση και εντυπωσιάστηκα. «Αυτό είναι μια τρομοκρατική ενέργεια» δήλωσε ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης για μια από τις πρόσφατες παρεμβάσεις του Ρουβίκωνα.
Είναι αλήθεια ότι ο ορισμός της τρομοκρατίας δεν είναι εύκολος και έχει απασχολήσει εθνικά κοινοβούλια και διεθνείς οργανισμούς. Άλλωστε, υπάρχει και το πρόβλημα ότι ειδικά στον 20ο αιώνα οι χτεσινοί «τρομοκράτες» έγιναν αυριανοί «εθνικοί ηγέτες».
Όμως, σε κάθε περίπτωση η τρομοκρατία πάντα συνδέθηκε με την απειλή κατά της ζωής και της ασφάλειας εγκαταστάσεων και υποδομών, την προσπάθεια πρόκλησης σημαντικού αριθμού θυμάτων, τις μεγάλες καταστροφές.
Ας μην τρελαθούμε: τίποτα από αυτά δεν έχει σχέση με τον Ρουβίκωνα.
Μπορεί ο καθένας να έχει γνώμη για το συμβολισμό, αλλά δε γενικές γραμμές ο νόμος τιμωρεί πράξεις και όχι συμβολισμούς.
Επιπλέον, ο ποινικός κώδικας – και ορθά – έχει κάνει βήματα προς τα εμπρός και κάνει διακρίσεις.
Καταλαβαίνει ότι είναι άλλο πράγμα η δολοφονία, άλλο ο τραυματισμός, άλλο η έκρηξη και άλλο η αναγραφή συνθημάτων.
Και ορθά δεν ποινικοποιεί π.χ. το να πετάγονται τρικάκια (πέραν των όποιων αστυνομικών διατάξεων αφορούν την καθαριότητα των δρόμων).
Το πρόβλημα είναι ότι η κυβέρνηση από την αρχή θεώρησε ότι έπρεπε να επικεντρώσει στην «ασφάλεια».
Μόνο που η ανασφάλεια των πολιτών δεν έχει να κάνει με τα «Εξάρχεια», αλλά με τους κοινωνικούς όρους στους οποίους ζουν: την επισφάλεια στη δουλειά, την ανεργία, το φόβο ότι θα σου κάνουν έξωση για να δώσουν το σπίτι σε airbnb, τη σύνταξη που δεν φτάνει.
Και εάν έχει να κάνει με την εγκληματικότητα, έχει να κάνει με αυτή που όντως συμβαίνει στις γειτονιές.
Όμως, υπάρχει και η λογική που λέει ότι «σου προσφέρω εικόνα ασφάλειας».
Πολύ φοβάμαι ότι αυτός είναι ο λόγος της εμμονής με τα «Εξάρχεια» ή της επικέντρωσης σε μορφής ακτιβισμού (γιατί δεν μπορεί να περιγραφεί αλλιώς) όπως του Ρουβίκωνα.
Όχι να προσφέρει ασφάλεια, αλλά την εικόνα της ασφάλειας.
Μόνο που αυτό δεν μπορεί να γίνει ξαναγράφοντας τον ποινικό κώδικα και παραβαίνοντας στοιχειώδεις αρχές του κράτους δικαίου.
Πιο σωστό είναι να κάτσουν να σκεφτούν τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να διαμαρτύρονται, ενίοτε και δυναμικά.