Μια offshore που ιδρύθηκε εν μέσω της εξέλιξης του σκανδάλου των εξοπλιστικών, στα τέλη της δεκαετίας του 1990, η οποία φέρεται να συνδέεται με βασικούς πρωταγωνιστές των μιζών που δόθηκαν τότε, συνεχίζει να υπάρχει επί τουλάχιστον 17 χρόνια και μάλιστα φαίνεται να είναι δραστήρια και με περιουσιακά στοιχεία.
Η ιστορία αρχίζει τον Οκτώβριο του 1999, όταν δημιουργήθηκε η Carnfield Properties, μια offshore με έδρα τις Βρετανικές Παρθένους Νήσους. Εκείνη την περίοδο είχε ήδη ξεκινήσει η μεταφορά εκατομμυρίων ευρώ που προορίζονταν για μίζες σε σχέση με την προμήθεια των πυραυλικών συστημάτων Tor M1. Λίγους μήνες πριν, τον Φεβρουάριο του 1999, ο τότε γενικός διευθυντής Εξοπλισμών Γιάννης Σμπώκος και ο πρόεδρος της ρωσικής Almaz Antey – κατασκευάστριας των Tor M1 – Ιγκόρ Βορόμπιεφ υπέγραψαν τη σύμβαση για την προμήθεια των πυραυλικών συστημάτων. Στη συμφωνία περιλαμβάνονταν και αντισταθμιστικά ωφελήματα για την Ελλάδα, ύψους 71 εκατομμυρίων ευρώ. Οταν μερικά χρόνια μετά άρχισαν να ψάχνουν στο υπουργείο τι απέγινε με τα ωφελήματα, διαπιστώθηκε ότι η εταιρεία που τα είχε αναλάβει, η Drumilan, είχε κατεβάσει ρολά και ότι οι υπεύθυνοι ήταν άφαντοι.
Το γαϊτανάκι των εξωχώριων
Η Carnfield Properties όταν δημιουργήθηκε δεν είχε εμφανή μέτοχο. Οπως φάνηκε από τη διαρροή των Panama Papers, οι μετοχές της από το 1999 έως και το 2008 ήταν ανώνυμες: κανείς δεν ήξερε ποιος ήταν πίσω από τη συγκεκριμένη offshore εκτός από αυτόν που είχε τις ανώνυμες μετοχές στα συρτάρια του, ο οποίος ήταν και ο ιδιοκτήτης. Η Carnfield Properties όμως το 1999 δήλωνε έναν διευθυντή: μια άλλη offshore με έδρα τον Παναμά, τη Saturn Corporate Services. Η τελευταία υπεράκτια εταιρεία, όπως αποκαλύπτεται στη διαρροή των Panama Papers, είχε ξαναχρησιμοποιηθεί στο παρελθόν για να αποκρύψει τα ίχνη ενός ανθρώπου που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη διακίνηση μιζών των Tor M1: του Φουάντ Αλ Ζαγιάτ που βρισκόταν πίσω από την Drumilan. Ο σύρος επιχειρηματίας, που καταδικάστηκε ερήμην για
ενεργητική δωροδοκία και ξέπλυμα στο σκάνδαλο των εξοπλιστικών, απεβίωσε πέρυσι στον Λίβανο όντας καταζητούμενος περισσότερο από πέντε χρόνια από τις ελληνικές και τις κυπριακές αρχές. Ο Ζαγιάτ είχε θεωρηθεί βασικός μοχλός για τη διακίνηση «μαύρου» πολιτικού χρήματος προς τον Ακη Τσοχατζόπουλο.
Από την έναρξη των ερευνών το 2003, όταν οι ρωσικές αρχές συνέστησαν ειδική επιτροπή για τη διερεύνηση των αντισταθμιστικών ωφελημάτων των Tor M1, η Carnfield παρέμενε εκτός ραντάρ. Δεν συνέβη όμως το ίδιο και για αυτούς καθαυτούς τους ρώσους επικεφαλής της έρευνας, οι οποίοι δολοφονήθηκαν στη Μόσχα έπειτα από επίσκεψή τους στην Αθήνα.
Τα υπεράκτια ίχνη και οι αποστολές «μαύρου» χρήματος
Τον επόμενο χρόνο ξεκίνησαν έρευνες και στην Ελλάδα για τα άφαντα αντισταθμιστικά ωφελήματα που χρησιμοποιήθηκαν για μίζες. Τότε άρχισαν να φαίνονται και κάποια από τα υπεράκτια ίχνη γύρω από τα οποία αναζητούνταν και οι ύποπτες διαδρομές χρήματος. Και πάλι η Carnfield ήταν εκτός του πεδίου των ερευνών.
Η έναρξη λειτουργίας της Carnfield εν μέσω του χορού των μιζών και η εμφάνιση της Saturn στο διευθυντήριό της, που παραπέμπει στον Ζαγιάτ, δεν είναι τα μοναδικά στοιχεία που φαίνεται να την εντάσσουν στο κάδρο της υπόθεσης των Tor M1. To 2012 o Νικόλαος Ζήγρας, εξάδελφος του Ακη Τσοχατζόπουλου, σε κατάθεσή του είχε κατονομάσει ως εμπλεκόμενο στις μίζες – πέρα από τον Φουάντ Αλ Ζαγιάτ – τον Βλάση Καμπούρογλου. Σύμφωνα με τον Ζήγρα, ήταν αυτοί που οργάνωσαν και προγραμμάτισαν τις αποστολές «μαύρου» χρήματος για τις προμήθειες των πυραυλικών συστημάτων.
Εντεκα χρόνια μετά την έναρξη της λειτουργίας της Carnfield το 1999, o Καμπούρογλου θα εμφανιζόταν ως βασικός μέτοχός της. Οπως φαίνεται από τα έγγραφα των Panama Papers, στις 24 Νοεμβρίου 2010 ο Βλάσης Καμπούρογλου, σύμφωνα με αναγραφή στο μετοχολόγιο της offshore, κατείχε 50.000 μετοχές της Carnfield. Ενώ ο Καμπούρογλου ήταν στην Drumilan, ξεκίνησε και η λειτουργία της Carnfield, η οποία τότε εμφάνιζε ως διευθυντή άλλη offshore που χρησιμοποιούσε ο Ζαγιάτ.
Λίγους μήνες μετά την κατάθεση Ζήγρα όπου κατονομάζονταν οι Ζαγιάτ και Καμπούρογλου ως εμπλεκόμενοι στις μίζες, ο τελευταίος βρέθηκε νεκρός σε δωμάτιο ξενοδοχείου της Τζακάρτα στην Ινδονησία. Την Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012 μια καμαριέρα ειδοποίησε τις τοπικές αρχές για το συμβάν και μετά ακολούθησαν έρευνες για το περιστατικό, κατά τις οποίες δεν εντοπίστηκαν ίχνη διάρρηξης στο δωμάτιο, ούτε εμφανή σημάδια ή τραύματα στη σορό. Το πιστοποιητικό θανάτου του Καμπούρογλου εκδόθηκε με ημερομηνία 6 Οκτωβρίου 2012.
Ομως, στο μετοχολόγιο της Carnfield, που βρίσκεται στη διάθεση του «Βήματος», φαίνεται ότι ο Βλάσης Καμπούρογλου συνέχιζε και μετά θάνατον να είναι μέτοχος της offshore για σχεδόν δύο χρόνια, έως και τον Αύγουστο του 2014, οπότε οι μετοχές μεταβιβάστηκαν σε συγγενικό του πρόσωπο. Λίγο πριν από τον θάνατό του, από εσωτερικά έγγραφα και αλληλογραφία των διαχειριστών της offshore που διέρρευσαν, φαίνεται ότι η Carnfield είχε συναλλαγές με την Ahli United Bank, τη μεγαλύτερη τράπεζα του Μπαχρέιν.
Από την ημέρα που βρέθηκε νεκρός στο ξενοδοχείο της Τζακάρτα οι έρευνες για τον Καμπούρογλου σταδιακά
ατόνησαν, έως ότου τον Σεπτέμβριο του 2015 εκδόθηκε βούλευμα για την οριστική – λόγω θανάτου – παύση της ποινικής δίωξης εις βάρος του για την υπόθεση των Tor M1.
Η Carnfield και οι ιδιοκτήτες της offshore
Tα Panama Papers, η διασυνοριακή δημοσιογραφική συνεργασία της Διεθνούς Σύμπραξης Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ), της γερμανικής εφημερίδας «Sueddeutsche Zeitung» και άλλων τουλάχιστον 100 μέσων ενημέρωσης, κατά την οποία διέρρευσαν 11,5 εκατομμύρια έγγραφα, είδαν το φως της δημοσιότητας τον Απρίλιο του 2016.
Οπως είναι σε θέση να γνωρίζει «Το Βήμα», μετά τη δημοσίευση της διαρροής η Carnfield συνέχισε να λειτουργεί: Σύμφωνα με αδημοσίευτα από πρόσφατη διαρροή έγγραφα, τον Σεπτέμβριο του 2016 μετοχές της offshore – και όποια περιουσιακά στοιχεία μπορεί να κουβαλάει από το παρελθόν – άλλαξαν και πάλι χέρια ανάμεσα σε συγγενικά πρόσωπα του Βλάση Καμπούρογλου. Από έρευνα του «Βήματος» στο εταιρικό μητρώο των Βρετανικών Παρθένων Νήσων δεν εντοπίστηκε μέχρι σήμερα διαγραφή της offshore.