Έχει «φουντώσει» για τα καλά η συζήτηση για τις αυξήσεις στον κατώτατο μισθό καθώς στα τέλη του μήνα αναμένεται να ξεκινήσει η διαδικασία αναπροσαρμογής.
Η προεκλογική δέσμευση της ΝΔ έκανε λόγο για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 703 ευρώ μέσα στην επόμενη τριετία.
Επανειλημμένα η κυβέρνηση έχει επισημάνει ότι στοχεύει σε αυξήσεις διπλάσιες του ρυθμού ανάπτυξης, ενώ πρόσφατα ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), Γιάννης Στουρνάρας εμφανίστηκε θετικός στο ενδεχόμενο μίας αύξησης, που θα συνδέεται με τους ρυθμούς της παραγωγικότητας.
Σε ότι αφορά τον κατώτατο μισθό, ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταικούρας μιλώντας στον ΑΝΤ1 επανέλαβε ότι ισχύει η κυβερνητική δέσμευση για την αύξηση του, αλλά για το πότε και το πόσο θα αυξηθεί, θα πρέπει να περιμένουμε να ολοκληρωθεί σχετική διαβούλευση όπως προβλέπει ο νόμος, κάτι που αναμένεται να έχει γίνει μέχρι τον προσεχή Μάιο.
Ο κατώτατος μισθός
Με δεδομένο ότι ο επίσημος στόχος στον προϋπολογισμό κάνει λόγο για ρυθμούς ανάπτυξης 2,8% το 2020, ενώ η ΤτΕ και άλλοι οργανισμοί κατεβάζουν ελαφρώς τον πήχη στο 2,2% με 2,5%, τα σενάρια τοποθετούν το ύψος της αύξησης κοντά στο 5%. Εάν επιβεβαιωθούν θα μιλάμε για μία αύξηση της τάξης των 32 ευρώ στα 682 ευρώ.
Άμεσα ενδιαφερόμενοι περισσότεροι από 700.000 εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ για πλήρη απασχόληση ή εργάζονται με συμβάσεις μερικής απασχόλησης και απολαβές ακόμη και κάτω των 500 ευρώ μηνιαίως, οι οποίες όμως εξαρτώνται απο το ύψος του κατώτατου μισθού.
Τα οφέλη δεν επηρεάζονται ωστόσο για αυτούς. Με τον κατώτατο μισθό συνδέονται και περισσότερα από 20 επιδόματα, μεταξύ των οποίων το επίδομα ανεργίας, το επίδομα αφερεγγυότητας εργοδότη και τα επιδόματα μαθητείας και ασκούμενων φοιτητών.
Όσο για τις ασφαλιστικές εισφορές των αυτοαπασχολούμενων που με την προηγούμενη αύξηση του κατώτατου μισθού ακολούθησαν την ανιούσα, από 1/1/2020 έχουν αποσυνδεθεί από την αύξηση του κατώτατου μισθού και επομένως δεν επηρεάζονται.
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ
Πρόταση νόμου για την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 7,5%, τόσο το 2020 όσο και το 2021, κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η διαδικασία
Τριμελής επιτροπή συντονισμού της διαβούλευσης (ο πρόεδρος του ΟΜΕΔ, εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών και εκπρόσωπος του υπουργείου Εργασίας) πρέπει να αποστείλει πρόσκληση προς εξειδικευμένους φορείς (ΤτΕ, ΕΛΣΤΑΤ, ΟΑΕΔ, ινστιτούτα ΓΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΤΕ καθώς και τα ΙΟΒΕ και ΚΕΠΕ) ώστε να συντάξουν έκθεση αξιολόγησης του ισχύοντος κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.
Οι εκθέσεις πρέπει να υποβληθούν έως τις 31 Μαρτίου στην επιτροπή διαβούλευσης, η οποία με τη σειρά της θα αποστείλει τον φάκελο στους εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων. Οι τελευταίοι θα υποβάλουν υπόμνημα με τις θέσεις τους.
Η επιτροπή συγκεντρώνει εκθέσεις και υπομνήματα και τα κοινοποιεί έως τις 15 Απριλίου. Στις 30 Απριλίου) το σύνολο των στοιχείων θα αποσταλεί στον Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών, το οποίο θα πρέπει να συντάξει το τελικό πόρισμα διαβούλευσης, σε συνεργασία με πενταμελή επιτροπή σοφών.
Το πόρισμα θα σταλεί στους υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας έως 31 Μαΐου. Ο υπουργός Εργασίας λαμβάνοντας υπόψη το πόρισμα θα εισηγηθεί στο υπουργικό συμβούλιο το ύψος της αύξησης.
Οι τριετίες
Στο μεταξύ, εντός του πρώτου τετραμήνου του 2020 αναμένεται να εκδοθεί η απόφαση του ΣτΕ που θα κρίνει την τύχη των τριετιών για δεκάδες χιλιάδες εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα.
Η υπόθεση εκδικάστηκε αρχές Δεκεμβρίου στο Δ’ Τμήμα του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου.
Με την απόφασή τους οι δικαστές θα κρίνουν αν δεκάδες χιλιάδες μισθωτοί που είχαν θεμελιώσει δικαίωμα για επιδόματα προϋπηρεσίας το 2012 τα δικαιούνται ακόμη ή θα τα χάσουν καταγράφοντας απώλειες μισθού έως και 195 ευρώ τον μήνα.
Η πολυαναμενόμενη απόφαση θα είναι κομβική και για το περιβάλλον εντός του οποίου θα ισχύσει ο νέος κατώτατος μισθός, καθώς εκτιμάται πως το τοπίο θα έχει ξεκαθαρίσει ως προς τις τριετίες πριν από τη θεσμοθέτηση του νέου ελάχιστου μισθού και ημερομισθίου.