«Η σοβαρότητα ενός ανθρώπου κρίνεται από την σχέση της λογικής με τα έργα του. Στον κ. Παπαγγελόπουλο αμφισβητώ αυτή την σοβαρότητα», είπε η πρώην εισαγγελέας Εφετών Γεωργία Τσατάνη ολοκληρώνοντας την κατάθεσή της στην προανακριτική επιτροπή της Βουλής.
«Την αμφισβητώ γιατί με την εξουσία που είχε πίστευε ότι μπορούσε να επέμβει στην εισαγγελική μου κρίση. Νόμιζε ότι ήμουν διαβλητή. Δεν ήμουν», συμπλήρωσε. Όπως τόνισε «είμαι πεντακάθαρη και ποτέ δεν υπήρξα διαβλητή σε τίποτε», ενώ επανέλαβε όσα είχε πει για τις πιέσεις που δεχόταν από τον Παπαγγελόπουλο για τον χειρισμό εκ μέρους της της δικογραφίας Βγενόπουλου που είχε θέσει στο αρχείο.
«Έπρεπε πάση θυσία να γίνουν διώξεις. Υπήρχε αφόρητη πίεση. Αυτή η πίεση πέρα από τα δημοσιεύματα προερχόταν από τον αναπληρωτή υπουργό Παπαγγελόπουλο. Σε καμία περίπτωση αυτά που υπέστην δεν ταιριάζουν σε κράτος δικαίου. Όσα υπέστην ήταν πρωτόγνωρα», φέρεται να είπε χαρακτηριστικά. Μάλιστα ρωτήθηκε από τον πρόεδρο της προανακριτικής Γιάννη Μπούγα για τα στοιχεία που διαθέτει σχετικά με τις πιέσεις που καταγγέλλει ότι δέχθηκε από τον Παπαγγελόπουλο: «Έχω αντίγραφο από την εταιρεία κινητής τηλεφωνίας που θα αποδείξει τα τηλεφωνήματα με τον κ. Παπαγγελόπουλο. Θα σας το προσκομίσω», είπε.
Η βουλευτής της ΝΔ Ζωή Ράπτη την ρώτησε: Στην αναφορά σας στον Άρειο Πάγο υποστηρίζετε ότι παρανόμως ο κ. Παπαγγελόπουλος σας αφαίρεσε την δικογραφία Βγενόπουλου. Και η πρώην εισαγγελέας της απάντησε: «Κάθε μου παραγγελία την κοινοποιούσα στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Όμως από πλευράς του κ. Παπαγγελόπουλου έχω να πω ότι εδώ έχει λάβει χώρα ειδική καθορισμένη συμπεριφορά, δηλαδή “διώξτε την δικογραφία και να παραδοθεί αλλού”». «Έχει ξαναγίνει ποτέ κάτι τέτοιο;», την ρώτησε η Ράπτη: «Από το 1981 μέχρι το 2019 προσωπικά εγώ δεν γνωρίζω να έχει γίνει κάτι τέτοιο. Οπωσδήποτε βρέθηκα σε πολύ δύσκολη θέση. Ίσως ο κ. Παπαγγελόπουλος πίστευε ότι ήμουν ένα διαβλητό άτομο και ότι θα ενδώσω. Παρά την στοχοποίηση εγώ δεν ενέδωσα. Δεν μπορούσα να δεχθώ ότι θα ερχόμουν αντιμέτωπη με όλο αυτό τον βρώμικο πόλεμο που είχε προεκτάσεις και σε μέλη της οικογενείας μου», απάντησε η Τσατάνη.
Η ίδια μάλιστα είπε με αφορμή την τρομοκρατική επίθεση που είχε δεχθεί ότι δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί της αφαίρεσαν την ασφάλεια που διέθετε: «Η στοχοποίησή μου ήταν μεγάλη κι όμως μου αφαίρεσαν την φύλαξη που είχα από το 2011», είπε χαρακτηριστικά. Η Ράπτη την ρώτησε αν είχε απευθυνθεί αρμοδίως για το θέμα. «Έκανα την αναφορά μου. Αργότερα συνάντησα τυχαίως στο αεροδρόμιο τον τότε υπουργό Προστασίας του Πολίτη και του είπα “Υπουργέ, μου την ανάψατε”. Εκείνος είπε για την φύλαξη ”Ε, σου την επαναφέραμε”. Αυτά, και ο νοών νοείτω… Εγώ πάντως πήγα το 2018 και κατέθεσα αυτοβούλως. Θα μπορούσα να αναγνωρίσω και πρόσωπα που με παρακολουθούσαν. Όμως ούτε φωτογραφία ούτε τίποτε άλλο μου επεδείχθη. Και μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για επίθεση που θα μπορούσαν να τραυματισθούν πολλά άτομα».
Η μάρτυρας αναφέρθηκε και σε δήλωση της άλλοτε εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευτέρπης Γκουτζαμάνη (του 2016) με την οποία, όπως είπε, «υπονοούσε την ύπαρξη εξωδικαστικών παρεμβάσεων». «Αφορούσε και την δική σας υπόθεση αυτό που λέτε;», ρωτήθηκε από τον Μπούγα και απάντησε: «Ναι. Αυτό το έχω αντιληφθεί». «Σε ποιους πιστεύετε ότι η κυρία Γκουτζαμάνη αναφερόταν για αυτές τις εξωδικαστικές παρεμβάσεις;», την ρώτησε ο πρόεδρος της επιτροπής και εκείνη φέρεται να απάντησε: «Μόνο στον κ. Παπαγγελόπουλο. Σε κανέναν άλλον».
Απάντηση Παπαγγελόπουλου
Έντονα αντέδρασε ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης ο οποίος δήλωσε: «Η κυρία Τσατάνη ολοκλήρωσε την κατάθεσή της και επανέλαβε τα ανόητα ψέματά της. Παρέλειψε όμως για άλλη μια φορά να εξηγήσει με ποιο τρόπο και με ποιο κίνητρο κατάφερε μόνο μέσα σε 72 ώρες να μελετήσει και να κατανοήσει χιλιάδες σελίδες της δικογραφίας του σκανδάλου Βγενόπουλου με ζημία δισεκατομμυρίων ευρώ για την Ελλάδα και την Κύπρο και να συντάξει πράξη αρχειοθέτησης εκατοντάδων σελίδων».
Εν τω μεταξύ, με έγγραφό της προς τον πρόεδρο της προανακριτικής, η εισαγγελέας Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη απαντά στο αίτημα του ΚΙΝΑΛ για κλήτευσή της με την ιδιότητα της υπόπτου και όχι του μάρτυρα υπενθυμίζοντας ότι εις βάρος της διενεργείται προκαταρκτική εξέταση από αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου και ότι το σχετικό αίτημα «παραβιάζει κατάφωρα το τεκμήριο της αθωότητάς της καθόσον η ως άνω προανακριτική επιτροπή είναι αρμόδια κατά νόμο να κρίνει μόνο για ενδείξεις τέλεσης αξιοποίνων πράξεων από πολιτικά πρόσωπα».
Όπως αναφέρει εξάλλου, οι ενέργειες αυτές «συνιστούν ευθεία παρέμβαση από τα συγκεκριμένα μέλη της επιτροπής που υπέβαλλαν το ανωτέρω αίτημα στην δικαστική έρευνα που διενεργούν οι αρμόδιοι κ.κ. Αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου».