Μια άλλη προσέγγιση για την προσφυγή στη Χάγη

Πολύ μελάνι έχει χυθεί συζητώντας τα υπέρ και τα κατά μιας προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο, που θα κληθεί με τη συμφωνία των μερών να επιλύσει την ή τις διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Οι διαφορετικές προσεγγίσεις όμως δεν αναιρούν τον συνεχιζόμενο διάλογο κωφών: αναλισκόμεθα σε παράλληλους μονολόγους χωρίς να έχει επιτευχθεί καμία πρόοδος επί της ουσίας. Αντιθέτως, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι με τον τρόπο αυτόν παγιώνονται οι αντιτιθέμενες θέσεις και οι κυβερνήσεις και των δύο πλευρών εγκλωβίζονται σε προσεγγίσεις, από τις οποίες γίνεται ολοένα δυσκολότερο να αποδεσμευθούν χωρίς σοβαρό πολιτικό κόστος. Στο μεταξύ, στον πραγματικό κόσμο οι γειτονικές χώρες επεκτείνουν τις θαλάσσιες ζώνες τους και προχωρούν στην αξιοποίηση του θαλάσσιου πλούτου που βρίσκεται σε αυτές.

Η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (ΣΔΘ), όμως, δεν προβλέπει έναν μόνο μηχανισμό επίλυσης διαφορών. Πέραν της δυνατότητας τα δύο μέρη να φέρουν τις προκύπτουσες από τη Σύμβαση διαφορές τους ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου στη Χάγη, του Διεθνούς Δικαστηρίου για το Δίκαιο της Θάλασσας ή ενός διαιτητικού σχηματισμού, το άρθρο 298 παρέχει τη δυνατότητα επίλυσης διαφορών οριοθέτησης με τον μηχανισμό της συνδιαλλαγής. Η διαδικασία αυτή έχει ελάχιστα χρησιμοποιηθεί: μία φορά το 1988 μεταξύ Νορβηγίας και Ισλανδίας για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών περί το νησί Jan Meyen και προσφάτως το 2018 μεταξύ Αυστραλίας και Ανατολικού Τιμόρ, με την οποία φαίνεται να κλείνει μια διαμάχη που πηγαίνει πίσω πάνω από 50 χρόνια. Αναρωτιέμαι γιατί να μην προσπαθήσουμε να ξεφύγουμε από τη διμερή μετωπική σύγκρουση μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, κάνοντας ένα βήμα στο πλάι στηριζόμενοι σε εμπειρίες που έρχονται από την άλλη πλευρά του πλανήτη. Τι είναι αυτό που θα εμπόδιζε όλες τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, την Ιταλία, την Αλβανία, την Ελλάδα, την Κύπρο, την Αίγυπτο, οι περισσότερες των οποίων έχουν ήδη εκκρεμείς διαπραγματεύσεις για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών τους, να επιδιώξουν μια συνδιαλλαγή με την οποία θα ρυθμίσουν κατά τρόπο οριστικό και μη επιδεχόμενο καμία περαιτέρω αμφιβολία όλες τις σχετικές διαφορές τους;

Τα πλεονεκτήματα μιας τέτοιας προσπάθειας είναι πολλά. Μια διαδικασία συνδιαλλαγής δεν εμποδίζεται από τυχόν επιφυλάξεις που έχουν καταθέσει τα μέρη, όπως αυτή της Ελλάδας από τον Ιανουάριο 2015, εξαιρώντας συγκεκριμένες διαφορές από τον μηχανισμό επίλυσης διαφορών της Σύμβασης. Αντιθέτως το άρθρο 298 ΣΔΘ επιτάσσει σε μια τέτοια περίπτωση την υποχρεωτική παραπομπή σε συνδιαλλαγή, το αποτέλεσμα της οποίας δεν έχει όμως υποχρεωτικό χαρακτήρα – με τρεις προϋποθέσεις: Πρώτον, η διαφορά πρέπει να έχει γεννηθεί μετά τη θέση σε ισχύ της ΣΔΘ – προφανές εν προκειμένω. Δεύτερον, θα πρέπει να έχουν προηγηθεί διαπραγματεύσεις για εύλογο χρονικό διάστημα – το οποίο συμβαίνει. Και τρίτον, δεν θα πρέπει να υπάρχει υποκείμενη διαφορά σχετική με την κυριαρχία επί συγκεκριμένων περιοχών – το οποίο συμβαίνει με όλους αυτούς τους γείτονές μας. Το πρόσθετο προσόν είναι ότι για τη διαδικασία αυτή δεν απαιτείται η ειδική συναίνεση των ενδιαφερομένων κρατών (π.χ. με την υπογραφή συνυποσχετικού): η αρχική τους συναίνεση να δεσμευθούν από τη Σύμβαση αρκεί, αν και φαντάζεται κανείς ότι μια κάποια συνεννόηση θα μπορούσε να προϋπάρξει.

Η διαδικασία είναι εξαιρετικά απλή και μπορεί να είναι όσο ανοικτή ή κλειστή επιθυμούν τα μέρη. Η επιτροπή συνδιαλλαγής αποτελείται από 5 μέλη, τα οποία ορίζονται ισομερώς από τα μέρη και μπορεί να έχουν ή να μην έχουν την εθνικότητά τους. Στην υπόθεση του Τιμόρ η Αυστραλία αμφισβήτησε την εξουσία της επιτροπής να ακούσει την υπόθεση: η διαδικασία περί τη δικαιοδοσία ήταν δημόσια, με ζωντανή μετάδοση στο Διαδίκτυο. Αντιθέτως οι επόμενες συζητήσεις έγιναν σε καθεστώς πλήρους μυστικότητας με τη μεγαλύτερη δυνατή ευελιξία. Είναι ενδεικτικό μάλιστα ότι ως πρόεδρος επελέγη ένας νορβηγός διπλωμάτης, καταδεικνύοντας την πρόθεση των μελών να μετέλθουν όλων των μέσων για την επίλυση της διαφοράς, χωρίς να περιορίζονται από αυστηρούς δικονομικούς κανόνες. Η διαδικασία ολοκληρώθηκε εξαιρετικά σύντομα: ξεκίνησε στις 11 Απριλίου 2016 και ολοκληρώθηκε στις 9 Μαΐου 2018, αφού ήδη στις 6 Μαρτίου 2018 είχε υπογραφεί σύμβαση οριοθέτησης.

Μειονέκτημα της διαδικασίας αυτής είναι βέβαια η απουσία της Τουρκίας, η οποία δεν είναι μέρος στη ΣΔΘ, ενώ η Λιβύη την έχει υπογράψει, χωρίς για την ώρα να την έχει επικυρώσει. Θα μπορούσε μια τέτοια συνολική διευθέτηση με περισσότερες χώρες να δεσμεύσει την Τουρκία ή να ανατρέψει τις έννομες συνέπειες του μεταξύ τους Μνημονίου; Αυστηρά μιλώντας, όχι – όμως το Διεθνές Δικαστήριο έχει προχωρήσει σε οριοθέτηση χωρίς να δεσμεύεται από διμερείς συμβάσεις μεταξύ τρίτων χωρών, για παράδειγμα στην υπόθεση μεταξύ Νικαράγουας και Κολομβίας το 2011. Θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο για τη γείτονα να αγνοήσει, πολιτικά και νομικά, τα αποτελέσματα μιας τέτοιας διαδικασίας συνδιαλλαγής, η οποία είναι στην πραγματικότητα η νομική συνέχεια των τριμερών σχηματισμών συνεργασίας που λειτουργούν ήδη στην Ανατολική Μεσόγειο και φέρουν αποτελέσματα. Θα τολμήσουμε;

Η κυρία Μαρία Γαβουνέλη είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Διεθνούς Δικαίου στη Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου
Αθηνών.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.