Η κοινή γνώμη είναι απασχολημένη τούτο τον καιρό από την ελληνοτουρκική ένταση και τα παιχνίδια ισχύος του Ερντογάν στην ευρύτερη περιοχή. Ωστόσο παρά τις ανησυχίες που εγείρει η τουρκική δραστηριότητα και διεκδίκηση και στον εθνικό μας χώρο, οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η συζήτηση θα επανέλθει προϊόντος του χρόνου στο πρόβλημα της οικονομίας, το οποίο παραμένει ενεργό και ικανό να προκαλέσει αναστατώσεις και εντάσεις στην ελληνική κοινωνία.
Η αλήθεια είναι ότι οι καλύτερες συνθήκες που διαμορφώθηκαν μετεκλογικά και ιδιαιτέρως οι υψηλές προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν για την πορεία και εξέλιξη της οικονομίας συγκρατούν τις κοινωνικές δυνάμεις, τις διατηρούν ακόμη σε στάση προσμονής και αναμονής.
Η αδημονία όμως παραμένει, και γρήγορα μπορεί να μετατραπεί σε διεκδίκηση αν οι καλύτερες μέρες καθυστερήσουν.
Στη βάση των παραπάνω προσμονών και ανησυχιών αναπτύσσεται τελευταίως έντονος προβληματισμός. Ιδιαιτέρως επισημαίνεται ότι, παρά τις καλύτερες συνθήκες, δεν υπάρχουν επί του παρόντος ισχυρά αποτελέσματα, ούτε επιδόσεις που ανέμενε η κυβέρνηση.
Η προαναγγελθείσα επενδυτική άνοιξη δεν ήλθε ακόμη. Αν εξαιρέσει κανείς τη ζώνη των ομολόγων, του τουρισμού και της αγοράς των ακινήτων, όπου είχαν προ καιρού διαμορφωθεί εστίες προόδου, δεν παρατηρείται κάτι ξεχωριστό και μεγαλειώδες, ικανό να συνεπάρει τους πάντες και να βεβαιώσει ότι τα οικονομικά πράγματα εξελίσσονται δυναμικά και η Ελλάδα όντως μετατρέπεται σε χώρα ευκαιριών, στην οποία όλοι σπεύδουν να τοποθετηθούν.
Οταν ρωτά κανείς αρμοδίους υπουργούς και υπευθύνους, απαντούν ότι οι επενδύσεις θέλουν χρόνο, ότι χρειάζεται κόπος και προσπάθεια να εμπεδωθεί επενδυτικό κλίμα στη χώρα και να αρθούν τα διατηρούμενα πολλά – γραφειοκρατικά και άλλα – εμπόδια.
Και είναι βεβαίως ακριβές ότι όντως η μεταρρύθμιση κρίσιμων τομέων, όπως της Δημόσιας Διοίκησης, της Δικαιοσύνης, της Παιδείας, της Υγείας, των δημοσίων έργων και άλλων, καθυστερεί, για την ακρίβεια βραδυπορεί, και επί των ημερών της παρούσης κυβέρνησης.
Σε ορισμένους κύκλους μάλιστα διαμορφώνεται η πεποίθηση ότι και η σημερινή κυβέρνηση παρά τις διακηρύξεις της δεν είναι αρκούντως τολμηρή. Οτι ερχόμενη και αυτή αντιμέτωπη με τις ανάγκες της διακυβέρνησης χάθηκε στον λαβύρινθο των μικρο-συμφερόντων, ότι το πολιτικό κόστος την καταδιώκει επίσης και πως ο υφέρπων λαϊκισμός παραμένει καθοδηγούν πνεύμα για πλειάδα υπουργών της.
Επιχερηματίες και τραπεζίτες επισημαίνουν χαρακτηριστικά ότι ατολμία συνοδεύει τα σχέδια ιδιωτικοποιήσεων, ότι σε καιρούς που έχει γυρίσει ο κόσμος ανάποδα το υπουργείο Ενέργειας δεσμεύει για λογαριασμό συγκεκριμένων συμφερόντων την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ, επιλέγει την αρχαία μέθοδο της μετοχοποίησης για τον ΔΕΔΔΗΕ, «κολλάει» την αδειοδότηση των ΑΠΕ κ.ο.κ.
Θα μπορούσε να αναφέρει κανείς πάμπολλα παραδείγματα και να καταδείξει ότι οι συνήθεις ελληνικές αγκυλώσεις βαρύνουν και αυτή την κυβέρνηση. Κοινώς σημειώνεται ότι πάντα κάτι λείπει και έτσι χάνεται η όποια ορμή και δυναμική. Πράγμα που σημαίνει ότι οι υπεύθυνοι οφείλουν να ξαναδούν το σχέδιο γιατί απλούστατα οι προσδοκίες εξαντλούνται κάποια στιγμή και δίνουν τη θέση τους στη δυσαρέσκεια και στη φθορά.