Οσοι είχαν επενδύσει τις ελπίδες τους για την επίλυση του λιβυκού αδιεξόδου στην εν πολλοίς impromptu διάσκεψη του Βερολίνου πρέπει να διαψεύσθηκαν πανηγυρικά. Οι συμμετέχουσες χώρες δεσμεύθηκαν να τηρήσουν κάτι που παραβιάζουν συστηματικά από τότε (σ.σ. 2011) που υποσχέθηκαν ότι δεν θα το παραβιάσουν (σ.σ. εμπάργκο όπλων). Παράλληλα δεσμεύθηκαν ότι θα συμβάλουν στην επιτήρηση μιας εκεχειρίας που δεν υπήρχε την ώρα που γινόταν η σύνοδος και δεν υπάρχει ακόμη.
Οι δύο πρωταγωνιστές του λιβυκού δράματος δεν συμμετείχαν καν στις διαβουλεύσεις της συνόδου, ενώ μετά τη λήξη της ο Σάρατζ δήλωσε ότι εφεξής δεν θα συμμετέχει καν σε καμία σύνοδο όπου θα έχει προσκληθεί και ο αντίπαλός του. Ο δε Χαφτάρ έθεσε ως προϋπόθεση για την επίτευξη εκεχειρίας ό,τι είχε απαιτήσει και στη Μόσχα: τη μη αναγνώριση εγγυητικού ρόλου στην Τουρκία επί των λιβυκών υποθέσεων και την αποχώρηση των 1.000-1.700 ισλαμιστών που εξοπλίζονται και διοχετεύονται μαζικά από την τουρκοκρατούμενη Συρία στη Λιβύη. Είναι λογικό η εμπόλεμη κατάσταση να συνεχίζεται και να βαίνει κλιμακούμενη.
Οι περισσότεροι των πρωταγωνιστών του «ψυχοδράματος» που παρακολουθήσαμε στο Βερολίνο διατρανώνουν την πεποίθησή τους ότι δεν υπάρχει στρατιωτική λύση στο λιβυκό πρόβλημα, την ώρα που σχεδόν το 100% του πετρελαίου της χώρας και το 95% της επικράτειάς της, με την εξαίρεση της Μισράτα και των περιχώρων της Τρίπολης, βρίσκεται υπό τον έλεγχο του LNA. Ο στρατάρχης Χαφτάρ έχει διαφορετική άποψη. Υπάρχουν ορισμένοι λόγοι που συνηγορούν υπέρ αυτής της προσέγγισης.
Η ρητορική της τουρκικής επέμβασης έχει προκαλέσει ισχυρές αντισυσπειρώσεις σε παναραβικό επίπεδο. Η Τουρκία περιγράφεται με επιτυχία στο παναραβικό ακροατήριο ως φιλοδοξούσα να ανασυστήσει κάποια κακέκτυπη έκδοση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κάτι που βρίσκεται στον αντίποδα του αραβικού σεκουλαριστικού εθνικισμού νασερικής κοπής. Η ιδεολογική διάσταση της τουρκικής αντισυσπείρωσης δεν πρέπει να υποτιμάται, καθότι ο Ερντογάν βλέπει στον Σάρατζ τον «Μόρσι» της Λιβύης και το μέλλον που θα ήθελε ο ίδιος να προδιαγράψει σε όλη τη Μέση Ανατολή μετά το 2011. Αυτό καθιστά το Κάιρο, το Ριάντ και το Αμπου Ντάμπι άσπονδους εχθρούς του ερντογανικού ιμπεριαλισμού.
Παρά την έως τώρα αποτυχία του, ο Ερντογάν θεωρεί ότι μπορεί να στηρίξει μιμητές του παραδείγματος Μόρσι και της Μουσουλμανικής Αδελφότητας που κατέστρεψε η αντεπανάσταση του Σίσι το 2013. Αυτό επιχείρησε ο Ερντογάν με τον Ομάρ ελ Μπασίρ στο Σουδάν έως την ανατροπή του το 2019 και επιχειρεί εδώ και χρόνια να κάνει στη Σομαλία με την ανάπτυξη μιας στρατιωτικής βάσης κοντά στο Μογκαντίσου.
Σε όλες αυτές τις ενέργειές του ο Ερντογάν επιδιώκει να αποκτήσει μόνιμο στρατιωτικό αποτύπωμα, όπως η περίφημη ναυτική βάση που ήθελε στο σουδανικό λιμάνι του Σουακίν στην Ερυθρά Θάλασσα, το μαλακό υπογάστριο της Αιγύπτου και της Σαουδικής Αραβίας. Οι χώρες αυτές, όπως και τα ΗΑΕ, γνωρίζουν ότι ο Ερντογάν όταν λέει εκεχειρία, εννοεί ευκαιρία μαζικής μεταφοράς βαρέος οπλισμού, όπως αυτόν που κατέσχεσε το ελληνικό λιμενικό από το πλοίο «Ανδρομέδα» τον Ιανουάριο του 2018. Οι χώρες αυτές γνωρίζουν ότι όταν ο Ερντογάν μιλάει για ειρήνη εννοεί τη δημιουργία τουρκικών βάσεων στη Δυτική Λιβύη και την αναγνώριση ρόλου εγγυητή των μεταπολεμικών εξελίξεων, όπως και ενός γενναίου μεριδίου των πετρελαίων της χώρας.
Δεν υπάρχει περίπτωση οι ιδεολογικά ορκισμένοι αντίπαλοι του Ερντογάν να του επιτρέψουν να μετατρέψει μέρος της Λιβύης σε ένα νέο τουρκικό υποκρατικό ανδρείκελο σαν το τουρκοκυπριακό ψευδοκράτος ή τα τουρκοκρατούμενα συριακά εδάφη.
Οι χώρες αυτές έχουν πολύ μεγαλύτερο ειδικό βάρος στην εξέλιξη του λιβυκού ζητήματος από τη Ρωσία, η οποία έκαψε μεγάλο μέρος των χαρτιών που κρατούσε με τον Χαφτάρ. Ο λίβυος στρατάρχης δεν θα τα βροντούσε ποτέ στη Μόσχα εάν δεν είχε τη στήριξη των τριών προαναφερθέντων αραβικών κρατών, ενώ η ψύχρανση των σχέσεων Χαφτάρ – Μόσχας προφανώς επικροτείται σε αυτή τη φάση και από την Ουάσιγκτον, που έβλεπε την εμπλοκή του Wagner Group ως το μακρύ χέρι της Ρωσίας.
Αν η ρητορική της τουρκικής επέμβασης προκάλεσε αυτά τα προβλήματα στην πολιτική Ερντογάν, η πρακτική της τουρκικής επέμβασης καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την προώθηση των βλέψεών του. Η απειλή ανάπτυξης στρατευμάτων αποδείχθηκε μπλόφα μετά την άρνηση Τυνησίας και Αλγερίας να επιτρέψουν τη δημιουργία de facto τουρκικών ναυστάθμων στην περιοχή.
Χωρίς μια ασφαλή ναυτική βάση η Τουρκία δεν μπορεί να αναπτύξει βαρύ πυροβολικό και τεθωρακισμένα άρματα που θα μπορούσαν να αντιστρέψουν τη δυναμική του πολέμου. Μπορεί η Τουρκία να έχει αναπτύξει δεκάδες TB2 και χειριστές τους στο μέτωπο της Τρίπολης, αλλά τα ΗΑΕ έχουν παράσχει αποτελεσματικά αντίμετρα στον LNA έχοντας καταρρίψει αρκετά από αυτά.
Τίποτε από όσα έχει αναπτύξει η Τουρκία δεν φαίνεται να θέτει υπό αμφισβήτηση τη σχεδόν πλήρη αεροπορική υπεροχή του LNA. Εάν δε ο πετρελαϊκός στραγγαλισμός που έχει επιβάλει ο Χαφτάρ στραγγίξει πλήρως τη ρευστότητα του GNA, τότε οι σύροι/τουρκομάνοι μισθοφόροι της Τουρκίας μπορεί να αναζητήσουν εναλλακτικούς «επαγγελματικούς προσανατολισμούς» και τότε η Σικελική Εκστρατεία του κ. Ερντογάν θα καταρρεύσει.
Ο δρ Θεόδωρος
Τσακίρης είναι αναπληρωτής καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.