Στις 3 Ιουνίου 1912 ένα κορίτσι δύο ετών πεθαίνει προσβεβλημένο από βρογχοπνευμονία, μία από τις πιο επικίνδυνες επιπλοκές της ιλαράς. Οι γιατροί απομονώνουν τους πνεύμονές της, τους εμβαπτίζουν σε φορμαλδεΰδη για να διατηρηθούν και τους καταχωρούν στο υπόγειο του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Charité του Βερολίνου, όπου ο πολυπράγμων γερμανός γιατρός Ρούντολφ Βίρχοφ είχε δημιουργήσει ένα αρχείο με διατηρημένα ανθρώπινα όργανα προς μελέτη. Τα διατηρημένα όργανα, τα οποία μέχρι πρότινος είχαν αποκλειστικά μουσειακή αξία, άνοιξαν πρόσφατα ένα παράθυρο στην ιστορία της ιατρικής: Επιστήμονες με έδρα το Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ στη Γερμανία ανέλυσαν το γενετικό υλικό του ιού ο οποίος προκάλεσε την ιλαρά στο άτυχο παιδί, με σκοπό να διερευνήσουν πότε ο συγκεκριμένος ιός εμφανίστηκε και ξεκίνησε να προσβάλλει μαζικά ανθρώπινους πληθυσμούς. Σε προδημοσίευσή τους στην πλατφόρμα «bioRxiv», ερευνητές θετικών και κοινωνικών επιστημών καταλήγουν ότι είναι πολύ πιθανό η εμφάνιση του ιού να πραγματοποιήθηκε στην αρχαιότητα, σε αντίθεση με προηγούμενες μελέτες ερευνητών οι οποίες υποδείκνυαν ότι ο ιός εμφανίστηκε κατά τον Μεσαίωνα.
Αναζητώντας τα ίχνη του ιού
Μέχρι σήμερα η επιστημονική κοινότητα έχει ενδείξεις ότι o ιός της ιλαράς ο οποίος προσβάλλει τον άνθρωπο, και ο οποίος φέρει το όνομα Measles morbillivirus, έχει μεγάλη εξελικτική συγγένεια με τον ιό Rinderpest morbillivirus, ο οποίος προκαλεί την πανώλη των βοοειδών. Οι ερευνητές προσπαθούν λοιπόν να εντοπίσουν αφενός πότε αυτοί οι δύο ιοί διαχωρίστηκαν, αφετέρου ποιες ήταν οι συνθήκες οι οποίες επέτρεψαν στον ιό να εξαπλωθεί οδηγώντας στον θάνατο χιλιάδες ανθρώπους. Για να διερευνήσουν τα ερωτήματα αυτά, οι ερευνητές μελετούν το γενετικό υλικό ιών οι οποίοι έχουν απομονωθεί σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Οι μεταλλάξεις τους «προδίδουν» το εξελικτικό μονοπάτι το οποίο ακολούθησε ο ιός. Ωστόσο, οι επιστήμονες διέθεταν μέχρι σήμερα μόνο τρία δείγματα γενετικού υλικού του ιού προερχόμενα πριν από το 1990, αφού αυτό αποτελείται από μία αλυσίδα RNA, ένα μόριο το οποίο είναι ιδιαίτερα ασταθές και διατηρείται πολύ δύσκολα στο πέρασμα του χρόνου. Το πολυτιμότερο ίσως δείγμα αυτού του ιού χρονολογείται από το 1954, αφού η μελέτη του οδήγησε στην παρασκευή εμβολίου έναντι της ιλαράς.
Το πολύτιμο αρχείο
Το αρχείο το οποίο δημιούργησε ο γιατρός Ρούντολφ Βίρχοφ αποδείχθηκε σε αυτή την περίπτωση πολύτιμο. Η φορμαλδεΰδη στην οποία είχαν διατηρηθεί οι πνεύμονες του παιδιού διατήρησε το εύθραυστο γενετικό υλικό του ιού άθικτο. Αυτό επέτρεψε στους ερευνητές να το αναλύσουν με σύγχρονες μοριακές τεχνικές, ώστε να κατασκευάσουν ένα φυλογενετικό δέντρο το οποίο θα τους βοηθούσε να συμπεράνουν πότε o ιός ο οποίος προσβάλλει τους ανθρώπους διαχωρίστηκε από τον ιό που προσβάλλει τα βοοειδή και ως εκ τούτου σε ποια ιστορική περίοδο άρχισε ο ιός να μολύνει τον ανθρώπινο πληθυσμό. Αρχικά οι επιστήμονες απομόνωσαν το γενετικό υλικό του ιού από δείγματα των διατηρημένων σε φορμαλδεΰδη πνευμόνων. Επειτα, με υπολογιστικές μεθόδους διέταξαν την αλληλουχία του γενετικού υλικού των διαφορετικών στελεχών, ώστε να εντοπίσουν τις μεταλλάξεις οι οποίες είχαν συσσωρευτεί με το πέρασμα του χρόνου και να υπολογίσουν τον ρυθμό με τον οποίο αυτές συνέβησαν. Αυτή η τεχνική, η οποία ονομάζεται μοριακό ρολόι, επιτρέπει στους επιστήμονες να κατασκευάσουν το φυλογενετικό δέντρο, ένα διάγραμμα δηλαδή το οποίο απεικονίζει τη σχέση μεταξύ συγγενικών ειδών και τη χρονολογική σειρά με την οποία αυτοί εμφανίστηκαν.
Η ανάλυση των ερευνητών κατέδειξε ότι ο ιός ο οποίος προσβάλλει τους ανθρώπους και ο ιός ο οποίος προσβάλλει τα βοοειδή διαχωρίστηκαν πριν από περίπου 2.400 χρόνια, δηλαδή τον 4ο αιώνα π.Χ., πολύ πριν από προηγούμενες εκτιμήσεις των ερευνητών, οι οποίες τοποθετούσαν την εμφάνιση του ιού στον 9ο αιώνα μ.Χ.
Η διαφορά αυτή οφείλεται τόσο στο καινούργιο γενετικό υλικό το οποίο αξιοποίησαν οι ερευνητές όσο και στα διαφορετικά μοντέλα μοριακής χρονολόγησης τα οποία χρησιμοποίησαν. Τα εν λόγω μοντέλα επέτρεψαν στους επιστήμονες να βγάλουν ένα συμπέρασμα για την περίοδο εμφάνισης του ιού βασισμένοι όχι στο πιο αρχαίο δείγμα γενετικού υλικού το οποίο έχει βρεθεί αλλά στην ανάλυση του συνόλου του γενετικού υλικού των ιών το οποίο είναι διαθέσιμο. Η ερευνητική ομάδα μελετά τώρα κι άλλα δείγματα τα οποία είχαν αποθηκευτεί στο υπόγειο του Νοσοκομείου Charité στο Βερολίνο, με σκοπό να φωτίσει την ιστορία εμφάνισης των ιών στον ανθρώπινο πληθυσμό χρησιμοποιώντας σύγχρονες μοριακές αναλύσεις.
Οι πόλεις ευνόησαν την εξάπλωση
Ενα πολύ σημαντικό εύρημα της εν λόγω μελέτης είναι ότι ο ιός της ιλαράς φαίνεται να εμφανίστηκε παράλληλα με την ανάδυση των μεγάλων πόλεων, όπου ο πληθυσμός των ανθρώπων έφτασε ένα οριακό μέγεθος, κατάλληλο για την επιβίωση και την απρόσκοπτη μετάδοση του ιού. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, κάτω από αυτό το οριακό μέγεθος του πληθυσμού ο ιός δεν κατάφερνε να επιβιώσει και ως εκ τούτου να αποτελέσει σοβαρό πρόβλημα για τους ανθρώπους. Παράλληλα βέβαια, όπως αναφέρουν οι επιστήμονες στη δημοσίευσή τους, τα ευρήματα αυτά δεν επαληθεύονται προς το παρόν από τις ιστορικές αναφορές, αφού η πρώτη ξεκάθαρη αναφορά για συμπτώματα ιλαράς σε ανθρώπους γίνεται από τον πέρση φυσικό Αμπού Μπακρ αλ Ραζί τον 10ο αιώνα μ.Χ. Η αναφορά αυτή θεωρείται ιδιαίτερα έγκυρη από τους επιστήμονες, αφού ο πολυπράγμων φυσικός ήταν πλήρως ενημερωμένος γύρω από την ιατρική βιβλιογραφία η οποία υπήρχε μέχρι εκείνη την εποχή. Ως εκ τούτου, οι ερευνητές εκτιμούν ότι χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση των ιστορικών αναφορών μέσω μεθόδων όπως η αναδρομική διάγνωση.
Ο μαζικός εμβολιασμός περιόρισε τη διάδοσή του
Πριν από την παρασκευή του εμβολίου η οποία επετεύχθη τη δεκαετία του 1960, ο ιός ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένος και μόλυνε κυρίως τα παιδιά. Ο μαζικός εμβολιασμός έναντι του ιού περιόρισε σε πολύ μεγάλο βαθμό τη διάδοσή του. Ωστόσο το 2017 καταγράφηκαν 110.000 θάνατοι εξαιτίας του συγκεκριμένου ιού, ενώ τα τελευταία χρόνια λόγω του αντιεμβολιαστικού κινήματος η εξάπλωσή του διευρύνεται.