Δεν γνωρίζουμε πώς ακριβώς νιώθει ο Βλαντίμιρ Πούτιν για τις τελευταίες εξελίξεις σχετικά με την κρίση στη Λιβύη, όμως σίγουρα θα έχει μετρήσει ως ήττα για εκείνον το «ναυάγιο» που σημειώθηκε την περασμένη εβδομάδα στη Μόσχα. Παρά τις προτροπές του ρώσου ηγέτη και του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο στρατάρχης Χαλίφα Χαφτάρ, επικεφαλής του αυτοαποκαλούμενου Λιβυκού Εθνικού Στρατού (ΛΕΣ), εγκατέλειψε τη ρωσική πρωτεύουσα χωρίς να υπογράψει τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός με τη διεθνώς αναγνωρισμένη Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας (ΚΕΣ) του πρωθυπουργού Φαγέζ αλ Σάρατζ. Ερντογάν και Πούτιν έχουν περάσει ήδη πολύ χρόνο μαζί το 2020, αφού στις 8 Ιανουαρίου εγκαινίασαν τον αγωγό TurkStream, που θα μεταφέρει φυσικό αέριο από τη Ρωσία στην Τουρκία και στην Ευρώπη, σε μια τελετή στην Κωνσταντινούπολη που έλαβε χώρα υπό δρακόντεια μέτρα ασφαλείας. Σήμερα Κυριακή, πάντως, ο 67χρονος πολιτικός αναμένεται να δώσει το «παρών» σε Διάσκεψη στο Βερολίνο, η οποία πραγματοποιείται με πρωτοβουλία της γερμανικής κυβέρνησης υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών και στην οποία έχουν επίσης προσκληθεί οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Γαλλία, η Κίνα, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Τουρκία, η Δημοκρατία του Κονγκό, η Ιταλία, η Αίγυπτος, η Αλγερία και τα Ηνωμένα Εθνη, η Ευρωπαϊκή Ενωση, η Αφρικανική Ενωση και ο Αραβικός Σύνδεσμος.
Αξίζει να σημειωθεί πως, ανεξαρτήτως επικαιρότητας, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς συμπληρώθηκαν είκοσι χρόνια από τότε που ο Πούτιν ανέλαβε καθήκοντα προέδρου της Ρωσίας – έπειτα από μια σύντομη θητεία στην πρωθυπουργία της αχανούς χώρας – μετά την ξαφνική παραίτηση του Μπορίς Γέλτσιν. Τις πρόωρες εκλογές του Μαρτίου του 2000 τις κέρδισε. Παρέμεινε στον θώκο του έως το 2008, χρημάτισε μία τετραετία πρωθυπουργός με πρόεδρο τον Ντμίτρι Μεντβέντεφ (πολλοί εικάζουν ότι συνέχισε να κινεί ο ίδιος τα νήματα από το παρασκήνιο) και ξαναδιεκδίκησε, με επιτυχία, την προεδρία το 2012. Για κάποια χρόνια αρκετοί διεθνώς τον παρουσίαζαν ως εκσυγχρονιστή, ως έναν μοντέρνο ηγέτη που θα επέβαλλε τις κοινωνικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις που χρειαζόταν η πατρίδα του για να ανταποκριθεί στις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Οι ευσεβείς πόθοι αποδείχθηκαν γρήγορα λογικές πλάνες και ο Πούτιν άρχισε να αποξενώνεται σταδιακά από τη Δύση. Οι δύο δεκαετίες του στην εξουσία έχουν σημαδευτεί από ένα αδίστακτο κυνήγι συγκέντρωσης ισχύος στο εσωτερικό της χώρας, και από μια αδιάκοπη παράλληλη προσπάθεια να εδραιώσει την ισχύ και την επιρροή της χώρας του στην παγκόσμια πολιτική σκηνή και να πείσει φίλους και εχθρούς να αντιμετωπίζουν τη σημερινή Ρωσία ως μια αδιαφιλονίκητη υπερδύναμη.
Πέτυχε αρκετά, ωστόσο τα προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει δεν είναι λίγα. Δημογραφικά οι προοπτικές της Ρωσίας είναι μάλλον δυσοίωνες. Ο δείκτης γεννήσεων μειώνεται σταθερά και το κύμα μετανάστευσης προς το εξωτερικό δεν δείχνει σημάδια ανακοπής. Ειδικά όσον αφορά τους ρώσους αποφοίτους ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που κυνηγούν σε άλλα κράτη την τύχη τους, το ποσοστό τους ανέβηκε το 2019 σε 22% από 17% που ήταν το 2012. Μιλάμε δηλαδή για πραγματικό brain drain. Η οικονομία δεν τα πηγαίνει περίφημα, οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι χαμηλοί και πολλοί ειδικοί αναλυτές θεωρούν ότι οι κυβερνήσεις Πούτιν έχουν κάνει ελάχιστα για να περιορίσουν την τερατώδη γραφειοκρατία που παραλύει μέρος της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν εξαντληθεί τα βέλη στη φαρέτρα του. Η Ρωσία παραμένει μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη με πυρηνικά όπλα στη διάθεσή της. Είναι επίσης διαβόητη για τους εξπέρ της σε θέματα ψηφιακής τρομοκρατίας και χειραγώγησης. Διαχειρίζεται πηγές ενέργειας απαραίτητες για την Ευρώπη και έχει τη δυνατότητα να ασκεί βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Ο Πούτιν έχει καταφέρει σίγουρα ορισμένους από τους στόχους του: είναι παρών στις λήψεις αποφάσεων παγκόσμιας σημασίας, τα συμφέροντα της Ρωσίας λαμβάνονται υπόψη όταν πρόκειται για την επίλυση διεθνών κρίσεων, εμπνέει συχνά τον φόβο. Δεν είναι τυχαίο το ότι παρ’ όλο που κάποιοι άλλοι πολιτικοί εξασκούνται σε παιχνίδια στρατηγικής σκέψης, εκείνος προτιμούσε ανέκαθεν να μαθητεύει στο τζούντο, ένα άθλημα στο οποίο καλείσαι να μάθεις πώς να χρησιμοποιήσεις τα δυνατά σημεία του αντιπάλου σου για να τον αποδυναμώσεις.
Νόμος και τάξη
Ο Βλαντίμιρ Βλαντιμίροβιτς Πούτιν γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1952 στην Αγία Πετρούπολη. Οι γονείς του είχαν αποκτήσει προηγουμένως δύο ακόμη αγόρια τα οποία όμως πέθαναν, το ένα σε βρεφική και το άλλο σε παιδική ηλικία. Ο παππούς του από την πλευρά του πατέρα του υπήρξε μάγειρας του Λένιν. Στα μυστικά του προαναφερθέντος τζούντο μυήθηκε από τα 12 του χρόνια. Τελειώνοντας το σχολείο αποφάσισε να σπουδάσει στη Νομική. Αποφοίτησε το 1975, χρονιά κατά την οποία άρχισε να δουλεύει για την Κα Γκε Μπε. Οι αρμοδιότητές του εκεί σχετίζονταν με τη συλλογή άχρηστων ως επί το πλείστον πληροφοριών. Ο ίδιος έχει ισχυριστεί ότι παραιτήθηκε το 1991 ύστερα από δεκαέξι χρόνια υπηρεσίας έπειτα από το πραξικόπημα σε βάρος του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Πολύ γρήγορα βρήκε μία θέση στο δημαρχείο της Αγίας Πετρούπολης, όπου είχε εκλεγεί ένας παλιός καθηγητής και μέντοράς του, ο Ανατόλι Σόμπτσακ. Εως το 1996 εργάστηκε σε διάφορες διοικητικές υπηρεσίες της γενέτειράς του. Τότε ήταν που αποφάσισε να μετακομίσει στη Μόσχα. Σχεδόν αμέσως βρέθηκε στον στενό κύκλο του προέδρου Γέλτσιν. Η ανέλιξή του ήταν εντυπωσιακή, καθώς μέσα σε μόλις τρία χρόνια έγινε πρωθυπουργός. Αποτελούσε ακόμη μία αινιγματική φιγούρα με διακριτική παρουσία. Ολα ωστόσο άλλαξαν τον Σεπτέμβριο του 1999. Οι πολύνεκρες βομβιστικές επιθέσεις σε πολυκατοικίες τριών ρωσικών πόλεων τού έδωσαν την ευκαιρία να βγει στο προσκήνιο ως ανηλεής τιμωρός των δραστών. Μέσα σε λίγες ημέρες είχαν βρεθεί στοιχεία που συνέδεαν τις εκρήξεις με τσετσένους αυτονομιστές. Ο Πούτιν έδρασε άμεσα. Τον Οκτώβριο του 1999, ρωσικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Τσετσενία και κήρυξαν τον πόλεμο. Το δόγμα «νόμος, τάξη και ασφάλεια» τον κατέστησε στη συνείδηση των συμπατριωτών του ιδανικό ηγέτη.
Εξ ου και για το δημόσιο προφίλ του έχει καλλιεργήσει όλα αυτά τα χρόνια την εικόνα του σκληροτράχηλου, σκληραγωγημένου άνδρα που αγαπά τη φύση και τις απαιτητικές σωματικές δραστηριότητες – πιο μάτσο δεν γίνεται. Εχει χαρακτηριστικά απαθανατιστεί να πιλοτάρει στρατιωτικά τζετ, να κάνει επίδειξη των ικανοτήτων του στις πολεμικές τέχνες, να ιππεύει άλογα, να ψαρεύει και να κολυμπά σε παγωμένα ποτάμια της Σιβηρίας, να ποζάρει με τίγρεις, λεοπαρδάλεις και πολικές αρκούδες, να συγκυβερνά πυροσβεστικό αεροσκάφος εν ώρα ρίψης νερού σε πυρκαγιά, να κάνει καταδύσεις σε αρχαιολογικούς χώρους. Συχνά φωτογραφίζεται κάνοντας extreme sports, ακόμη συχνότερα εμφανίζεται με γυμνό στέρνο – αρκετοί μάλιστα τον συγκρίνουν με τον Ιντιάνα Τζόουνς -, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που τον έχουν αποκαλέσει «ρώσο Τζέιμς Μποντ» λόγω και του επαγγελματικού παρελθόντος του. Ο ρώσος πρόεδρος τρέφει άλλωστε ιδιαίτερη αδυναμία στα πανάκριβα σπορ αυτοκίνητα, στα χειροποίητα κοστούμια και στα μαύρα μεταλλικά γυαλιά του πράκτορα 007. Ετοιμόλογος και με συχνά παιγνιώδη διάθεση, είναι υπεύθυνος για πολλές φράσεις ή αφορισμούς που έχουν γίνει σλόγκαν του ρωσικού λαού και είναι συλλογικά γνωστοί ως «πουτινισμοί».
Στον πρώτο του λόγο ως πρόεδρος είχε υποσχεθεί ότι θα προστάτευε την ελευθερία έκφρασης και την ελευθερία του Τύπου. Αυτές τις δεσμεύσεις δεν φαίνεται να τις τήρησε και η Ρωσία δεν θεωρείται καν δημοκρατία από πολλούς στη Δύση, αφού έχουν παρατηρηθεί προσπάθειες ελέγχου των μέσων ενημέρωσης και φίμωσης των πολιτικών αντιπάλων ή επικριτών του. Αρκετές φορές τού έχει ασκηθεί έντονη κριτική από αρχηγούς κρατών και επικεφαλής οργανώσεων. Μία αφορμή, για παράδειγμα, ήταν η δολοφονία της δημοσιογράφου Αννα Πολιτκόφσκαγια ύστερα από τις αποκαλύψεις της για διαφθορά του ρωσικού στρατού στις επιχειρήσεις στην Τσετσενία. Μια άλλη πολύκροτη υπόθεση είναι αυτή της δολοφονίας του Αλεξάντερ Λιτβινένκο στο Λονδίνο η οποία προκάλεσε σοβαρή κρίση στις διπλωματικές σχέσεις Ρωσίας – Βρετανίας. Ο Αλεξάντερ Λιτβινένκο ήταν πρώην κατάσκοπος της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας (FSB) της Ρωσίας, ο οποίος επέκρινε τον Πούτιν και, όπως φημολογείται, δηλητηριάστηκε με πολώνιο 210, ισχυρό ραδιενεργό ισότοπο, κατά τη διάρκεια συνάντησής του με πρώην πράκτορα της Κα Γκε Μπε. Αντίστοιχο ντόρο είχε προκαλέσει και η δηλητηρίαση, πάλι επί βρετανικού εδάφους, του Σεργκέι Σκρίπαλ (και της κόρης του, Γιούλια), πρώην συνταγματάρχη της GRU, της υπηρεσίας πληροφοριών του ρωσικού στρατού, ο οποίος είχε παραδεχθεί ότι εργαζόταν για τις βρετανικές υπηρεσίες πληροφοριών από το 1995 και καταδικάστηκε στη χώρα του για προδοσία.
Οργανισμοί για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν επίσης κατακεραυνώσει τον Πούτιν για τους ομοφοβικούς νόμους που έχει εφαρμόσει. Στο ντοκιμαντέρ μάλιστα που είχε γυρίσει πριν από λίγα χρόνια ο γνωστός σκηνοθέτης Ολιβερ Στόουν ο πρόεδρος της Ρωσίας είχε την ευκαιρία να εκφράσει ρητά τις απόψεις του λέγοντας ότι αν τύχαινε να βρεθεί στην ίδια τουαλέτα με κάποιον ομοφυλόφιλο θα αναγκαζόταν να τον ξυλοκοπήσει για να προστατευθεί. Πολύ μελάνι έχει επίσης χυθεί για τις στρατιωτικές του επεμβάσεις σε Ουκρανία και Συρία, καθώς και για την πιθανή υπόγεια ανάμειξή του στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016 με σκοπό τη σπίλωση του ονόματος της Χίλαρι Κλίντον και την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ. Ο ίδιος έχει απορρίψει πολλάκις όλες αυτές τις κατηγορίες ως αντιρωσική προπαγάνδα. Επίσης, παρότι επί των ημερών του επικρατεί η αντίληψη πως οι συνθήκες ευνοϊκής μεταχείρισης των ρώσων ολιγαρχών έχουν μεταβληθεί σε σχέση με την ασυδοσία που επικρατούσε επί Γέλτσιν, υπάρχουν πολλοί δισεκατομμυριούχοι που θεωρείται ότι έχουν επωφεληθεί από τις καλές σχέσεις μαζί του. Πολλοί από αυτούς «κατηφορίζουν» τα καλοκαίρια στις ελληνικές θάλασσες µε εκθαµβωτικής πολυτέλειας mega-yachts. Είναι οι Russian tycoons οι οποίοι προσφέρουν σηµαντικές τονωτικές ενέσεις στην ελληνική οικονοµία µέσα από τις επισκέψεις τους στη Μύκονο και άλλα νησιά µας, αρκετοί όµως από αυτούς αφήνουν ωστόσο άσχηµες εντυπώσεις µε την επηρµένη συµπεριφορά τους.
Ερωτευμένος Πούτιν
Οσον αφορά την προσωπική του ζωή, ο Πούτιν παντρεύτηκε τον Ιούλιο του 1983 τη Λιουντμίλα Σκρεμπνέβα με την οποία απέκτησε δύο κόρες, την 34χρονη Μαρίγια και την 33χρονη Γεκατερίνα Πούτινα, η δεύτερη μάλιστα γεννήθηκε στη Δρέσδη, καθώς το ζευγάρι έζησε για πέντε χρόνια, από το 1985 έως το 1990, στην τότε Ανατολική Γερμανία. Οι δημόσιες εμφανίσεις τους ήταν πάντοτε ελάχιστες. Το 2013 ανακοινώθηκε ο χωρισμός τους και πήραν επίσημα διαζύγιο έναν χρόνο αργότερα. Εδώ και περίπου μία δεκαετία ακούγεται έντονα ότι ο ισχυρός άνδρας της Ρωσίας διατηρεί ερωτική σχέση με τη χρυσή ολυμπιονίκη της ρυθμικής γυμναστικής Αλίνα Καμπάεβα, με τις φήμες ότι έχουν συνάψει κρυφό γάμο και αποκτήσει μαζί παιδιά να κάνουν συχνά την εμφάνισή τους.
Βάσει του ισχύοντος νόμου ο Βλαντίμιρ Πούτιν θα συνεχίσει να είναι πρόεδρος μέχρι το 2024, ωστόσο αυτή θα πρέπει να είναι η τελευταία του θητεία. Σε εκτενή συνέντευξη που παραχώρησε το περασμένο καλοκαίρι στους «Financial Times», όταν ερωτήθηκε αν προετοιμάζει ήδη κάποιον για να τον διαδεχθεί, απάντησε πως τον διάδοχό του θα τον επιλέξει ο ρωσικός λαός και κανένας άλλος. Στην ετήσια ομιλία του προς το έθνος, που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τετάρτη, ο ρώσος πρόεδρος εστίασε στο δημογραφικό πρόβλημα της χώρας και στις αναγκαίες οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
Ανακοίνωσε επίσης πως σκοπεύει να πραγµατοποιήσει δηµοψήφισµα προκειµένου να γίνουν κάποιες συνταγµατικές αλλαγές µε στόχο τη µερική αποδυνάµωση του ρόλου του προέδρου και τη διεύρυνση των εξουσιών του πρωθυπουργού. Την οµιλία του ακολούθησε η ξαφνική παραίτηση του πρωθυπουργού Μεντβέντεφ και σύσσωµου του υπουργικού συµβουλίου, η οποία θα του δώσει τη δυνατότητα να σχηµατίσει καινούργιο κυβερνητικό σχήµα µε µέλη της απολύτου αρεσκείας και εµπιστοσύνης του. Κάτι µας λέει ότι ίσως ξαναδούµε τον Πούτιν να καταλαµβάνει κάποιο αξίωµα και µετά το πέρας της τρέχουσας τετραετίας. Οπως έχει πει άλλωστε και ο Χένρι Κίσινγκερ: «Η εξουσία είναι το υπέρτατο αφροδισιακό».