Στις 23 Νοεμβρίου του 2019 ένα κομβόι από ερευνητές και τεχνικούς ξεκίνησε από την Ευρώπη για να φτάσει στα βάθη της Ανταρκτικής. Η αποστολή EAIIST, μία σύμπραξη της Γαλλίας και της Ιταλίας, έχει ως στόχο να ερευνήσει περιοχές της Ανταρκτικής οι οποίες παραμένουν απάτητες μέχρι τις μέρες μας.
Η εξερεύνηση αυτών των περιοχών, εκτός από το να ικανοποιήσει απλώς την περιέργεια του ανθρώπου για το άγνωστο, έχει έναν πολύ σημαντικό στόχο: να εγκαταστήσει σταθμούς και όργανα τα οποία θα παρέχουν στους επιστήμονες δεδομένα που θα τους επιτρέψουν να εκτιμήσουν με ακρίβεια τον ρυθμό με τον οποίο μεταβάλλεται η στάθμη της θάλασσας και να μελετήσουν με ποιον τρόπο αντιδρά η παγωμένη ήπειρος στην κλιματική αλλαγή. Η επικοινωνία με τους εξερευνητές είναι εξαιρετικά δύσκολη, αφού δεν υπάρχει σύνδεση στο Διαδίκτυο και οι συμβατικές τηλεπικοινωνίες δεν λειτουργούν.
Επικοινωνήσαμε λοιπόν με τον διακεκριμένο παγολόγο Ζερόμ Σαπελά (Jerome Chappellaz), διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου των Πόλων, μιας δομής η οποία είναι επιφορτισμένη με τη διαχείριση της εξερευνητικής αποστολής, από τη χρηματοδότησή της μέχρι την οργάνωση του οδοιπορικού και τη διασφάλιση της σωματικής ακεραιότητας του προσωπικού.
Τι ακριβώς θα κάνουν οι επιστήμονες στο υπό μελέτη πεδίο;
«Το επιστημονικό πρόγραμμα EAIIST συντονίζεται από τον δρα Τζοέλ Σαβαρίνο από το Ινστιτούτο Παγολογίας και Γεωφυσικής του Περιβάλλοντος στην Γκρενόμπλ της Γαλλίας. Στο πρόγραμμα συμμετέχουν επιστήμονες από τη Γαλλία, την Ιταλία και την Αυστραλία. Συνολικά εμπλέκονται εννιά άτομα σε ένα μοναδικό επιστημονικό οδοιπορικό από τον Σταθμό Κονκόρντια προς το λεγόμενο Πολικό Πλατό στα βάθη του Νότιου Πόλου. Ανάμεσα στα εννέα άτομα, πέντε ασχολούνται με επιστημονικά θέματα και τέσσερα έχουν αναλάβει τη διαχείριση της αποστολής. Ανάμεσα σε αυτά βρίσκεται και ένας γιατρός. Η κύρια δραστηριότητά τους είναι: (1) να πάρουν δείγματα χιονιού τόσο από την επιφάνεια όσο και από βάθος 2-3 μέτρων με σκοπό να προχωρήσουν σε φυσικοχημικές αναλύσεις, (2) να συλλέξουν δείγματα πάγου από βάθος 200 μέτρων με σκοπό να μελετήσουν τον τρόπο με τον οποίο οι φυσικοχημικές παράμετροι έχουν μεταβληθεί σε ένα διάστημα αρκετών χιλιάδων χρόνων, (3) να κάνουν συνεχείς δειγματοληψίες στην ατμόσφαιρα τόσο για να μετρήσουν τη συγκέντρωση διάφορων χημικών συστατικών, όσο και για να μελετήσουν την ακριβή σύσταση των υδρατμών και (4) να προχωρήσουν σε μετεωρολογικές παρατηρήσεις και να εγκαταστήσουν παρατηρητήρια μετεωρολογίας και σεισμολογίας τα οποία θα λειτουργούν πλήρως για έναν χρόνο, πριν επιστρέψουν στην Ευρώπη.
Συνολικά, η ερευνητική ομάδα θα διασχίσει πάνω από 1.570 χιλιόμετρα σε περιοχές του πλανήτη οι οποίες παραμένουν απάτητες. Θα χρησιμοποιήσουν έναν χιονοστρωτήρα και πέντε ρυμουλκά τα οποία θα σέρνουν έλκηθρα με εφόδια, χώρους διαμονής και δεξαμενές καυσίμων. Ολο το κομβόι μεταφέρθηκε από την ακτή της Ανταρκτικής στον γαλλο-ιταλικό Σταθμό Κονκόρντια, σε μια αποστολή η οποία διήρκεσε 11 ημέρες. Εφτασαν στον Σταθμό Κονκόρντια στις αρχές Δεκεμβρίου. Εκτοτε η ερευνητική ομάδα είναι πλήρως αυτόνομη, όπως και θα παραμείνει, για 50 ημέρες, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού από τον Σταθμό Κονκόρντια στα βάθη του Νότιου Πόλου.
Το γεωγραφικό κομμάτι της Ανταρκτικής το οποίο βρίσκεται ανάμεσα στον Νότιο Πόλο και στον Σταθμό Κονκόρντια δεν έχει εξερευνηθεί ποτέ στο παρελθόν. Τα μέλη της ερευνητικής αποστολής θα είναι οι πρώτοι άνθρωποι οι οποίοι θα πατήσουν στην περιοχή. Βέβαια, έχουμε μερική γνώση των ιδιαιτεροτήτων της περιοχής χάρη στα δεδομένα των δορυφόρων.
Γνωρίζουμε ότι η περιοχή αυτή έχει μοναδικά χαρακτηριστικά: εκτάσεις οι οποίες απλώνονται σε ακτίνα δεκάδων χιλιομέτρων και αποτελούνται από ένα συγκεκριμένο μοτίβο με το οποίο είναι στρωμένο το χιόνι, το λεγόμενο megadune, και άλλες οι οποίες αποτελούνται από λείο πάγο, χωρίς να είναι στρωμένες με χιόνι. Η ερευνητική ομάδα πηγαίνει εκεί με σκοπό να κατανοήσει, μέσω επιτόπιας έρευνας, σε ποιες φυσικές διεργασίες οφείλονται οι ιδιαιτερότητες αυτές».
Τι είδους πληροφορίες μπορούμε να αντλήσουμε από αυτή την αποστολή ως προς την κλιματική αλλαγή;
«Η συγκεκριμένη αποστολή θα συμβάλει στην έρευνα της κλιματικής αλλαγής με δύο τρόπους. Κατ’ αρχάς, η μελέτη των φυσικών διεργασιών στο κέντρο της Ανταρκτικής θα επιτρέψει στους επιστήμονες να αξιολογήσουν με ποιον ρυθμό συσσωρεύεται χιόνι στην περιοχή αυτή τα τελευταία χρόνια σε σχέση με τους προηγούμενους αιώνες. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο μεταβάλλεται η στάθμη του νερού των ωκεανών και τον ρόλο της Ανταρκτικής στη μεταβολή αυτή. Σε θερμότερα κλίματα η ατμόσφαιρα είναι πιο υγρή. Εάν η υγρασία μεταφερθεί από τους ωκεανούς (οι οποίοι αποτελούν την πηγή της ατμοσφαιρικής υγρασίας και του χιονιού) στην κεντρική περιοχή της Ανταρκτικής, θα συσσωρευτεί εκεί μεγαλύτερη ποσότητα χιονιού, κάτι που με τη σειρά του θα οδηγήσει σε μείωση της αντίστοιχης ποσότητας νερού στους ωκεανούς και ως εκ τούτου θα επιβραδύνει την άνοδο της στάθμης της θάλασσας (η οποία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη διόγκωση των ωκεανών λόγω θερμικής διαστολής, στο λιώσιμο των πάγων των βουνών και στο μερικό λιώσιμο των πάγων της Γροιλανδίας και της Ανταρκτικής).
Επειτα, η μελέτη των φυσικών και χημικών ιδιοτήτων του χιονιού στις περιοχές των οποίων η επιφάνεια αποτελείται από λείο πάγο ή είναι στρωμένες από χιόνι με ένα συγκεκριμένο μοτίβο θα αποκαλύψει στους επιστήμονες κάτι ανάλογο με την επιφάνεια της Ανταρκτικής όπως αυτή ήταν πριν από 20.000 χρόνια, κατά τη διάρκεια της τελευταίας παγετωνικής περιόδου, όταν το κλίμα ήταν πιο κρύο και πιο ξηρό. Η κατανόηση αυτών των συνθηκών θα μας επιτρέψει να προσδιορίσουμε τη σχέση μεταξύ κλιματικής αλλαγής και ποσού διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα στο πέρασμα των αιώνων. Η σχέση αυτή αντανακλάται αφενός στο πώς μεταβάλλεται η πυκνότητα του χιονιού στον χρόνο και αφετέρου στον τρόπο με τον οποίο μικρές φούσκες αέρα παγιδεύονται στο χιόνι, τις οποίες οι επιστήμονες χρησιμοποιούν για να εκτιμήσουν τη σύσταση της ατμόσφαιρας στο παρελθόν».
Ποια είναι η ιδιαιτερότητα της υπό μελέτη περιοχής;
«Κατ’ αρχάς, είναι terra incognita. Η ζώνη αυτή ανήκει στις ελάχιστες περιοχές οι οποίες έχουν παραμείνει μέχρι σήμερα ανεξερεύνητες. Δεύτερον, η επιφάνειά της είναι μοναδική για τα δεδομένα της Ανταρκτικής, όπως τουλάχιστον μπορούμε να γνωρίζουμε από τις δορυφορικές εικόνες. Τέλος, η αποστολή αυτή δεν θα έχει καμία εξωτερική υποστήριξη. Η ερευνητική ομάδα θα φτάσει 800 χιλιόμετρα μακριά από το τελευταίο σημείο όπου υπάρχουν ανθρώπινες εγκαταστάσεις (δηλαδή από τον Σταθμό Κονκόρντια). Ετσι, απαιτείται ιδιαίτερη οργάνωση για να διασφαλιστεί η πλήρης αυτονομία της ομάδας χωρίς να τίθεται το προσωπικό σε κίνδυνο».
Ποιες ειδικότητες συνεργάζονται για την αποστολή;
«Ο συντονιστής της αποστολής, δρ Τζοέλ Σαβαρίνο, είναι παγολόγος και γεωχημικός. Ειδικεύεται στη χημεία της αλληλεπίδρασης της ατμόσφαιρας με την επιφάνεια του χιονιού. Τα κύρια επιστημονικά πεδία τα οποία εμπλέκονται στην αποστολή είναι η παγολογία, η γεωχημεία, οι επιστήμες της ατμόσφαιρας, η παλαιοκλιματολογία και η σεισμολογία».
Με ποιον τρόπο οι πυρήνες πάγου μάς δίνουν πληροφορίες για την εξέλιξη του κλίματος;
«Οι πυρήνες πάγου ανήκουν στα λίγα ιζηματογενή «αρχεία» τα οποία μπορεί κανείς να βρει στον πλανήτη, μαζί με τα θαλάσσια ιζήματα, τα ιζήματα των λιμνών, τους σταλαγμίτες και τους σταλακτίτες στις σπηλιές ή «αρχεία» τα οποία σχηματίζονται από ζωντανούς οργανισμούς οι οποίοι συσσωρεύονται με τον χρόνο, όπως τα κοραλλιογενή ιζήματα ή οι αυξητικοί δακτύλιοι ενός δέντρου. Αυτά τα «αρχεία» επιτρέπουν στους ερευνητές να αναλύσουν ένα σύνολο χημικών, φυσικών και βιολογικών διεργασιών, οι οποίες σκιαγραφούν διαφορετικές όψεις του περιβάλλοντος, είτε σε τοπική είτε σε ευρεία κλίμακα. Οι πυρήνες πάγου έχουν περισσότερα πλεονεκτήματα σε σχέση με τα άλλα «αρχεία»: χάρη στη φυσική διεργασία της συμπύκνωσης του χιονιού, η οποία οδηγεί μακροπρόθεσμα στον σχηματισμό πάγου, το κενό ανάμεσα στις νιφάδες χιονιού σταδιακά μειώνεται. Κατά τον σχηματισμό του πάγου, ελάχιστες ποσότητες ατμοσφαιρικού αέρα παγιδεύονται μέσα σε μικροσκοπικές φυσαλίδες. Αυτές οι μικροσκοπικές φυσαλίδες χρησιμεύουν ως χρονοκάψουλες της γήινης ατμόσφαιρας και μαρτυρούν τη σύνθεσή της στο πέρασμα του χρόνου. Χάρη στους πυρήνες πάγου, οι επιστήμονες μπορούν να προσδιορίσουν με μεγάλο βαθμό ακρίβειας την εξέλιξη του ποσού αερίων θερμοκηπίου, όπως το διοξείδιο του άνθρακα, στην ατμόσφαιρα για διάστημα εκατοντάδων χιλιάδων χρόνων πίσω. Οι μετρήσεις που έχουν γίνει μέχρι σήμερα έχουν οδηγήσει σε ένα πολύ σημαντικό εύρημα: ότι το ποσό του διοξειδίου του άνθρακα το οποίο παρατηρείται στις μέρες μας στην ατμόσφαιρα δεν ήταν ποτέ τόσο υψηλό τα τελευταία 800.000 χρόνια και είναι κατά περίπου 50% υψηλότερο από τη μεγαλύτερη τιμή διοξειδίου του άνθρακα το οποίο έχει υπάρξει στην ατμόσφαιρα κατά το διάστημα των εκατοντάδων χιλιάδων αυτών χρόνων. Αυτό καταδεικνύει ότι εάν θέλουμε να αποφύγουμε μια γενικευμένη θέρμανση του πλανήτη, η οποία θα έχει σημαντική επίπτωση στη βιόσφαιρα, στις πηγές τροφής και νερού και στις ανθρώπινες κοινωνίες, τόσο οι χαράσσοντες πολιτική όσο και οι πολίτες οφείλουν να δουλέψουν σκληρά με στόχο τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (και των υπόλοιπων αερίων του θερμοκηπίου) τα οποία εκλύονται κάθε χρόνο στην ατμόσφαιρα».
«Αφήνουμε ίχνη στον πλανήτη τα οποία θα μείνουν για πάντα, και όχι για καλό»
Ανησυχείτε για την επίδραση του ανθρώπου στο περιβάλλον; Και πώς οφείλουμε να αντιδράσουμε;
«Σίγουρα. Χάρη στο επιστημονικό μου υπόβαθρο και στην έρευνά μου στις κλιματικές αλλαγές του παρελθόντος και στον ρόλο των αερίων του θερμοκηπίου, έχω μία πολύ καλή κατανόηση του τι συμβαίνει αυτή την περίοδο στον πλανήτη μας. Χρησιμοποιούμε τον όρο «Ανθρωπόκαινος» για να περιγράψουμε την εποχή την οποία διανύουμε. Ο άνθρωπος αφήνει ίχνη στον πλανήτη τα οποία θα μείνουν για πάντα, και όχι για καλό. Οι προηγούμενες γενιές είχαν μία καλή δικαιολογία: δεν γνώριζαν την επίδραση της δραστηριότητάς τους στον πλανήτη. Ομως τώρα ξέρουμε. Ολοι ξέρουμε. Η ενδεχόμενη απραξία μας θα σημαίνει ότι η αίσθηση της ευθύνης απέναντι στα παιδιά μας και στα εγγόνια μας έχει χαθεί τελείως. Αυτό που έχει νόημα είναι να πράξουμε με τέτοιον τρόπο ώστε τα παιδιά μας να έχουν μια καλύτερη ζωή. Αυτό είναι πλέον υπόθεση του καθενός από εμάς, αλλά επίσης και της κοινωνίας ως φορέα λήψης αποφάσεων. Σκληρές αποφάσεις πρέπει να ληφθούν άμεσα. Αυτή είναι η πρόκληση. Ο άνθρωπος έχει δείξει στο παρελθόν ότι πάντα έχει την ικανότητα να ανταποκρίνεται στις προκλήσεις».