Υπό κανονικές συνθήκες, θα προξενούσε απορία η ανακοίνωση και ο σχολιασμός του ΣΥΡΙΖΑ για την επίσκεψη του Πρωθυπουργού στον Λευκό Οίκο. Τι σημαίνει «υπό κανονικές συνθήκες»; Σημαίνει ότι έχεις να κάνεις με μία υπεύθυνη πολιτική δύναμη, με επίγνωση λόγων και πράξεων, συναίσθηση του ρόλου της και των απαιτήσεών του.
Δεν συμβαίνει όμως αυτό. Δεν έχει αυτά τα χαρακτηριστικά ο ΣΥΡΙΖΑ. Όταν η αξιωματική αντιπολίτευση σπεύδει να μιλήσει για φιάσκο και να αξιώσει ότι ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας θα παρενέβαινε στις δηλώσεις του Προέδρου των ΗΠΑ, οι οποίες αναγκαστικά και κατά προφανή τρόπο θα κάλυπταν κατά βάση τις εξελίξεις στην αμερικανό-ιρανική σύγκρουση, καταλαβαίνει κανείς πως έχει να κάνει με κάποιους που βρίσκονται εκτός τόπου και χρόνου.
Υπό αυτές τις συνθήκες ακυρώνεται κάθε παράπονο και συνωμοσιολογική αντίληψη της αντιπολίτευσης για την κριτική που ασκείται σε εκείνην. Όταν λέει αυτά που λέει και έτσι όπως τα λέει, η κριτική είναι αναπόφευκτη.
Γίνεται δε ακόμη χειρότερη η εντύπωση όταν θυμάται κανείς τα κατορθώματα του Αλέξη Τσίπρα σε συναντήσεις του με τον σημερινό Πρόεδρο των ΗΠΑ ή τους πρώην Προέδρους Μπαράκ Ομπάμα και Μπιλ Κλίντον.
Τα δεδομένα είναι γνωστά και οφείλει κανείς να κινείται και να μιλάει με βάση αυτά. Ο Τραμπ υποδέχθηκε τον Ελληνα Πρωθυπουργό έχοντας στήσει ένα σκηνικό με τα λάβαρα των κλάδων των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων στο φόντο. Για δικούς του λόγους. Η συνάντηση με τον Μητσοτάκη ήταν η πρώτη με ξένο ηγέτη έπειτα από την δολοφονία του Σουλεϊμάνι και προφανώς θα την αξιοποιούσε ο Τραμπ για επικοινωνιακούς λόγους.
Υπό αυτήν την έννοια, μπορεί η συνάντηση να μην έγινε στην καλύτερη δυνατή συγκυρία για την Ελλάδα. Παρά ταύτα, τι ανέμεναν όσοι έχουν εξοργιστεί τόσο πολύ από το «φιάσκο»; Ότι ο Μητσοτάκης θα έκανε παρατηρήσεις στον Τραμπ ή θα τον παρακαλούσε να μιλήσει για άλλα θέματα; Ή ότι θα ανέβαλε την συνάντηση για κάποια πιο βολική περίσταση;
Ό,τι όφειλε να πει ο Ελληνας Πρωθυπουργός, το είπε. Όπως: «Η Αθήνα αναμένει την υποστήριξή σας. Η Ελλάδα είναι αξιόπιστος και προβλέψιμος σύμμαχος στον οποίο η Ουάσιγκτον μπορεί να βασίζεται». Ή και ότι «δεν θα ανεχτούμε καμία αμφισβήτηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων», το οποίο προφανώς και είναι μία προειδοποίηση, όχι προς τις ΗΠΑ, αλλά προς όσους στρέφονται κατά της χώρας. Τίποτε περισσότερο ή λιγότερο από τα αυτονόητα.
Ως συνήθως, τα αποτελέσματα των επαφών αυτού του επιπέδου φαίνονται με την πάροδο του χρόνου. Δεν έχει νόημα ούτε να σπεύδει να μιλήσει κάποιος για φιάσκο, ούτε να αγωνιούν άλλοι να πουν πόσο καταπληκτική ήταν η συνάντηση. Σε τελική ανάλυση, πόσο καταπληκτική μπορεί να είναι μία συνάντηση με έναν πολιτικό όπως ο Ντόναλντ Τραμπ;
Αυτό που δεν αλλάζει ό,τι και να λέει ή να επιθυμεί κάποιος είναι η συγκυρία, τα μεγέθη, η γεωπολιτική σημασία της Τουρκίας και τα αντίστοιχα χαρακτηριστικά της Ελλάδας.
Υπό αυτό το πρίσμα, η καφενειακή αντιπολίτευση παρέλκει. Ή μάλλον, αρμόζει στα καφενεία.