Οι παρενέργειες της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης για μια χώρα θέλουν καιρό για να γιατρευτούν. Και οι καινούργιες ιδέες παίρνουν συχνά χρόνο για να βλαστήσουν. «Ας φτιάξουμε πολιτικές για τον επαναπατρισμό των ελλήνων επιστημόνων» λέει ο κ. Οθων Ηλιόπουλος, ο Ελληνας πίσω από το εφετινό Νομπέλ Ιατρικής. Και ακολούθως, ας… φτιάξουμε νέες ιδέες.
Ας ξεκινήσουμε κατ’ αρχήν από αυτό. Καθώς η επιστήμη είναι το «όχημά» μας για να φανταζόμαστε έναν αυριανό κόσμο, όπως η τέχνη το όχημά μας για να πλησιάζουμε στα συναισθήματά του, «Το Βήμα» αναζητεί τους μεγάλους έλληνες ερευνητές του κόσμου που σφράγισαν τη χρονιά που φεύγει, αλλά βάζουν τα θεμέλια και για την επόμενη δεκαετία, για να τους ζητήσει να αναρωτηθούν:
Πού πρέπει να επενδύσει η χώρα μας; Πώς εξελίσσεται η δική τους έρευνα και πώς βλέπουν μέσα από αυτήν τη σύνδεσή τους την πατρίδα τους; Ιδού τι απαντούν.
«Τα ελληνικά πανεπιστήμια μπορούν να κατακτήσουν την κορυφή»
Το εφετινό Νομπέλ Ιατρικής γράφτηκε και με ελληνική… πένα. Και αυτό γιατί μπορεί να απονεμήθηκε στον καθηγητή Γουίλιαμ Κέιλιν από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, αλλά βασίστηκε στην πολυετή έρευνα που ξεκίνησε και εδραίωσε σε αυτό ο τότε ειδικευόμενος στο εργαστήριο του κ. Κέιλιν και τώρα καθηγητής στο Χάρβαρντ και διευθυντής του δικού του εργαστηρίου κ. Οθων Ηλιόπουλος.
Συγκεκριμένα, το εφετινό Νομπέλ Φυσιολογίας και Ιατρικής απονεμήθηκε στους κ.κ. Γουίλιαμ Κέιλιν, Πίτερ Ράτκλιφ και Γκρεγκ Σεμέντζα για την ανακάλυψη του μηχανισμού με τον οποίο τα κύτταρα «αισθάνονται» και προσαρμόζονται στη διαθεσιμότητα του οξυγόνου που υπάρχει στο περιβάλλον τους. Οι ανακαλύψεις αυτές εξηγούν πώς ο καρκίνος «απάγει» τα αιμοφόρα αγγεία για να τραφεί ο ίδιος, ένα φαινόμενο γνωστό ως «αγγειογένεση του καρκίνου».
Στα επιστημονικά επιχειρήματα της Επιτροπής της Σουηδικής Ακαδημίας Επιστημών για το Νομπέλ Ιατρικής 2019 αναγνωρίζεται η καθοριστική συμβολή του κ. Ηλιόπουλου και άλλων επιστημόνων στον αρχικό σχεδιασμό και εκτέλεση των πειραμάτων που οδήγησαν στην ανακάλυψη των μηχανισμών υποξίας. Για την ακρίβεια, επισημαίνεται ότι οι δύο από τις τρεις δημοσιεύσεις για τις οποίες απονεμήθηκε το Νομπέλ στο Χάρβαρντ ήταν η επιτελική σύλληψη και η πρακτική δουλειά του κ. Ηλιόπουλου.
Mιλώντας στο «Βήμα», ο ίδιος ισχυρίζεται ότι οι ερευνητές ανά τον κόσμο τα τελευταία χρόνια «καλπάζουν» και η έρευνά τους για τη θεραπεία του καρκίνου βρίσκεται κοντά στον πολυπόθητο στόχο. Θεωρεί ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια μπορούν να παρέχουν υψηλού επιπέδου εκπαίδευση, διαθέτουν σοβαρούς επιστήμονες και ότι χρειάζονται χρηματική ενίσχυση και συνεχή ανανέωση του προσωπικού τους.
Το εργαστήριό του στο Χάρβαρντ μελετά τον μεταβολισμό του καρκίνου και έχει ανακαλύψει ότι τα καρκινικά κύτταρα σε μεγάλο βαθμό εξαρτώνται από το αμινοξύ γλουταμίνη. «Ζω τη μαγεία του να μπορείς να μεταφέρεις μια καινούργια ανακάλυψη από το εργαστήριο στο κρεβάτι του αρρώστου και αντίστροφα» λέει ο κ. Ηλιόπουλος.
Οσο για τη βασική ιδέα που οδήγησε στο Νομπέλ, αναπολεί: «Θυμάμαι ακόμα με δέος και συγκίνηση το βράδυ που ξαφνικά κατάλαβα πως το γονίδιο VHL που μελετούσα ήταν πολύ διαφορετικό από όλα τα άλλα ογκοκατασταλτικά γονίδια που ξέραμε μέχρι τότε. Μεμιάς όλα μπήκαν στη θέση τους, ήταν σαν μέσα σε ένα δευτερόλεπτο να μπορούσα να φωνάξω «Εύρηκα». Εκείνο το βράδυ οδήγησε στο Νομπέλ της ομάδας μας».
«Χρειάζεται ένα σύγχρονο, εξωστρεφές εκπαιδευτικό σύστημα»
«Τα τελευταία χρόνια αναπτύσσονται νέες τεχνολογίες που αλλάζουν ή μπορούν να αλλάξουν σημαντικά τον τρόπο που ζούμε. Ας φανταστούμε την κάμερα του αυτοκινήτου μας να συλλέγει εικόνες και μετά το πληροφοριακό σύστημα να αποφασίζει κατά πόσο υπάρχει μπροστά ένας πεζός και να επιλέγει τον κατάλληλο ελιγμό. Ας συνειδητοποιήσουμε επίσης ότι οι εμπορικές ηλεκτρονικές πλατφόρμες συλλέγουν συνεχώς πληροφορίες για τη συμπεριφορά των πελατών και επιλέγουν ποια προϊόντα θα προωθήσουν και με ποιον τρόπο. Και ας ελπίσουμε ότι σύντομα ένα πληροφοριακό σύστημα θα τροφοδοτείται με τα συμπτώματα και τις γενετικές πληροφορίες ενός ασθενούς, θα συγκρίνει με παραπλήσια περιστατικά και θα συστήνει την ενδεδειγμένη θεραπεία.
Τα προσωπικά μου επιστημονικά ενδιαφέροντα εστιάστηκαν, τις προηγούμενες δεκαετίες, στις μαθηματικές μεθόδους που αποτελούν τον σκελετό τέτοιου είδους συστημάτων, που αξιοποιούν τις πληροφορίες και οδηγούν στις καλύτερες δυνατές αποφάσεις μέσα σε συνθήκες αβεβαιότητας. Συνήθως η συμπεριφορά των συστημάτων αυτών είναι είτε προγραμματισμένη είτε «εκπαιδευμένη» από μεγάλο αριθμό παραδειγμάτων. Η ατζέντα έχει όμως διευρυνθεί προς την ανάπτυξη συστημάτων που δρουν σε ένα σχετικά άγνωστο περιβάλλον, αναλύουν διαδραστικά τις επιπτώσεις από τις ενέργειές τους, «μαθαίνουν» και μετά αποφασίζουν.
Η επιστήμη και οι τεχνολογίες αυτές είναι συναρπαστικές. Τα αποτελέσματα δεν είναι πάντα προβλέψιμα (εξαφάνιση της ιδιωτικότητας; Αυξανόμενη οικονομική ανισότητα;), αλλά η δυνατότητα αναβαθμισμένης ποιότητας ζωής παραμένει.
Οσον αφορά την Ελλάδα, μπορούμε να έχουμε συγκρατημένη αισιοδοξία. Σίγουρα πρέπει να απαιτούμε έναν κρατικό μηχανισμό που μοιάζει όλο και λιγότερο με τον Πύργο του Κάφκα, που υιοθετεί τις τεχνολογίες της πληροφορικής και παρέχει αποτελεσματικές υπηρεσίες.
Το όραμα αυτό για την Ελλάδα του αύριο προϋποθέτει ένα πιο σύγχρονο εξωστρεφές εκπαιδευτικό σύστημα, ώστε η χώρα μας να πάψει να είναι ουραγός στους δείκτες αυτονόμησης των πανεπιστημίων, και μια εύρωστη ερευνητική κοινότητα, με επαρκή χρηματοδότηση, χτισμένη πάνω στους ήδη υπάρχοντες θύλακες αριστείας, που να παράγει καινοτόμες ιδέες, αλλά κυρίως να υποστηρίζει καινοτόμους και φιλόδοξους ερευνητές. Η ευμάρεια και η ανάπτυξη θα ακολουθήσουν. Ευτυχώς για εμάς, οι τεχνολογίες της πληροφορικής δεν απαιτούν σημαντικά κεφάλαια – αρκεί το ανθρώπινο δυναμικό και ένα υποστηρικτικό περιβάλλον».
«Αλλάξαμε πολλά πολιτεύματα αλλά όλο καταλήγουμε στη δημοκρατία»
«Πριν από 200 περίπου χρόνια, κοντά στο 1821, όλη η ρομαντική Ευρώπη περίμενε ότι η νέα Ελλάδα που επρόκειτο να γεννηθεί από την Επανάσταση θα άλλαζε ριζικά το τοπίο της Γηραιάς Ηπείρου, ίσως και να έφερνε μια αναγέννηση. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη.
Από τότε έχουν περάσει πολλά χρόνια. Τι έχει αλλάξει όμως για εμάς τους Νεοέλληνες; Και τι μάθαμε; Νομίζω ότι πολλοί από εμάς έχουμε μάθει κάτι χρήσιμο που δεν ήξεραν τα παλικάρια του Κολοκοτρώνη και του Μιαούλη. Εχουμε μάθει ότι είμαστε μια χώρα που έχει αλλάξει ένα σωρό πολιτεύματα: βασιλεία, δημοκρατία, δικτατορία, στρατιωτικά κινήματα… Tελικά, όμως, όλο καταλήγουμε στη δημοκρατία. Και κάτι άλλο. Οι ελεύθερες αγορές, οι ιδιωτικές πρωτοβουλίες, και όχι οι αγορές που επιβάλλονται από το κράτος, είναι αυτές που μας επιτρέπουν οικονομική ανάπτυξη. Εστω, είναι άνιση η ανάπτυξη, αλλά η ανάπτυξη έχει γενικά θετικό αντίκτυπο σε όλη την επικράτεια.
Μερικοί από εμάς περιμένουν ότι καλά πράγματα θα συμβούν έτσι κι αλλιώς, χωρίς μεγάλη προσπάθεια, σε εμάς τους Ελληνες, ως απογόνους του Αριστοτέλη και του Θουκυδίδη. Μας δίνει όμως αυτή η καταγωγή μας ένα δικαίωμα ή μήπως είναι καθήκον που περιμένει να εκπληρωθεί; Ευτυχώς, αυτοί που βλέπουν τι συμβαίνει γύρω τους γνωρίζουν ότι αν είναι κάτι που δεν αλλάζει, είναι η ρήση του Ηρακλείτου «τα πάντα ρει». Οι απόγονοι αλλάζουν συνεχώς, αιώνα έπειτα από αιώνα. Η ζωή δεν στέκεται ακίνητη.
Στην έρευνά μου, στο ΜΙΤ, οι φοιτητές μου και εγώ έχουμε ανακαλύψει μια μέθοδο με την οποία μερικά από τα όργανα του σώματός μας, που είναι είτε βαριά άρρωστα είτε βαριά τραυματισμένα, μπορούν να αναγεννηθούν και να λειτουργήσουν σχεδόν φυσιολογικά (δέρμα, περιφερειακά νεύρα, επιπεφυκώς οφθαλμού).
Είναι γνωστό ότι οι πληγές στα περισσότερα όργανά μας κλείνουν φυσιολογικά με συστολή της περιφέρειας της πληγής και με σύνθεση ουλής. Η ανακάλυψή μας έδειξε ότι όταν, με μια σχετικά απλή επέμβαση του ιατρού, αλλάξει ο μηχανισμός με τον οποίο το σώμα μας κλείνει μια πληγή σε ένα από τα τρία όργανα που αναφέρθηκαν, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Με την κατάλληλη αλλαγή μηχανισμού η πληγή κλείνει με αναγέννηση των κατεστραμμένων ιστών και όχι με συστολή και σύνθεση ουλής. Η μέθοδος είναι επαναστατική και έχουν ήδη σωθεί πολλές ζωές. Εχουν αποδειχτεί κλινικά αποτελέσματα που θα αλλάξουν μια μέρα πολλές από τις μεθόδους της ιατρικής. Ισως μια μέρα η αναγέννηση οργάνων να αντικαταστήσει τη μέθοδο μεταμόσχευσης οργάνων».
«Να γίνουμε πιο ενδιαφέροντες και πιο ευτυχείς άνθρωποι»
«Στον αρχαίο κόσμο, η φιλοσοφία αποτελούσε μια «τέχνη του βίου» και διερευνούσε τη φύση της καλής ανθρώπινης ζωής και του πώς μπορεί να κατακτηθεί. Στις «Νεφέλες» ο Αριστοφάνης σατιρίζει τον Σωκράτη ως ιδιοκτήτη ενός σχολείου – «το φροντιστήριον»- όπου οι νέοι μάθαιναν να κάνουν τον ήσσονα λόγον κρείττονα – να ανεξαρτητοποιούνται από την κοινωνία τους, να υποστηρίζουν παράλογες θέσεις, ριζοσπαστικά αντίθετες προς τις απόψεις του κόσμου τους, και να απαιτούν ακόμα και το δικαίωμα να δέρνουν τους γονείς τους. Και αποτελεί τεράστια ειρωνεία ότι «φροντιστήριο» λέγεται σήμερα το ίδρυμα όπου οι νέοι και οι νέες μας μαθαίνουν ακριβώς το αντίθετο: πώς να παπαγαλίζουν την ύλη στην οποία θα εξεταστούν στις πανελλαδικές εξετάσεις με τις απαντήσεις που οι εξεταστές ήδη περιμένουν, πώς δηλαδή θα παραιτηθούν από κάθε διάθεση ανεξάρτητης σκέψης.
Ο απολυταρχικός τρόπος με τον οποίο η γνώση «μεταδίδεται» από διδάσκοντες σε διδασκομένους συνδυάζει, δυστυχώς, τα υστερήματα και του αρχαίου και των σύγχρονων φροντιστηρίων. Αν σκοπός της εκπαίδευσης είναι απλώς η κατάκτηση γνώσεων και κόλπων για την επιτυχία στις εξετάσεις, συζήτηση και διένεξη για το περιεχόμενο της διδασκαλίας δεν έχουν θέση: χωρίς τη σωστή απάντηση, θα αποτύχεις. Φαίνεται έτσι ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα έχει καταστρέψει κάθε δυνατή σχέση μεταξύ της μόρφωσης και της προετοιμασίας για μια καλύτερη ανθρώπινη ζωή.
Εδώ ακριβώς έγκειται η σημασία των ανθρωπιστικών επιστημών, που εξετάζουν την υφή και της δικής μας και των άλλων παραδόσεων (που συνέχεια συμπλέκονται με τη δική μας) και βασίζονται σε έναν κάθετο και σε έναν οριζόντιο άξονα. Ο κάθετος άξονας περιγράφει από πού ήρθαμε, πού βρισκόμαστε και ποιοι είμαστε· ο οριζόντιος περιγράφει το τι δεν είμαστε. Και οι δύο απαιτούν κριτική σκέψη ώστε να μπορούμε να αποφασίσουμε αν θέλουμε να παραμείνουμε απλώς και μόνο αυτό που ήδη έχουμε γίνει (με μάλλον θλιβερά αποτελέσματα) ή να ανοιχτούμε προς τα έξω, χωρίς προκατάληψη για την ανωτερότητα (αλλά όχι και για την κατωτερότητα) των «ξένων» και να σκεφτούμε διαφορετικά τι μπορούμε να κάνουμε ή και να γίνουμε. Σεβασμός αλλά όχι αρχαιολατρία για τα δικά μας και προσοχή αλλά όχι κακόβουλη καχυποψία για τα άλλα κατασκευάζουν μια πιο εμπεριστατωμένη ιδέα για τη σημερινή ζωή. Κι αν κάνουμε, ή γίνουμε, κάτι που πραγματικά μας ενδιαφέρει, θα κάνουμε, ή θα γίνουμε, κάτι που αγαπάμε. Και αυτό είναι αρκετό για να γίνουμε πιο ενδιαφέροντες και πιο ευτυχείς άνθρωποι».