Tο να ισχυριστεί κανείς ότι ο Τζέιμς (Τζιμ για τους φίλους του) Γουάτσον (James Watson, 1928-) είναι ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο θα ήταν το λιγότερο. Το ένα από τα δύο μέλη του διδύμου που ανακάλυψε ότι το DNA έχει δομή διπλής έλικας, (ο έτερος ήταν ο Φράνσις Κρικ (Francis Crick, 1914-2004), δεν μασούσε ποτέ τα λόγια του. Και καθόλου δεν βοήθησε την κατάσταση το γεγονός ότι απέκτησε τεράστια φήμη πολύ νέος (όταν τον Απρίλιο του 1953 δημοσιεύτηκε το άρθρο για τη δομή του DNA στην επιθεώρηση «Nature», ο Γουάτσον ήταν μόλις 25 ετών, ενώ στην ηλικία των 34 ετών του απονεμήθηκε το Νομπέλ). Η αδιαφορία του σχετικά με το αν τα λεγόμενά του θα μπορούσαν να πληγώσουν τους άλλους είναι ήδη εμφανής στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του «The double helix» («Η διπλή έλικα»), το οποίο εκδόθηκε το 1968 και στο οποίο περιγράφει το χρονικό της συνεργασίας του με τον Κρικ και τα γεγονότα που οδήγησαν στη μεγάλη ανακάλυψη. Ωστόσο, θα ήταν άδικο να μην πούμε ότι ο συγγραφέας επιφυλάσσει ακριβώς την ίδια μεταχείριση και για τον ίδιο του τον εαυτό: παραδείγματος χάριν, δεν κρύβει ούτε την άγνοιά του για την κρυσταλλογραφία (που υπήρξε το κλειδί για τη διαλεύκανση της δομής του DNA) ούτε και το γεγονός ότι από την τεμπελιά του έκανε τα πάντα για να μην τη διδαχθεί ποτέ! Ομοίως δεν κρύβει ούτε το γεγονός ότι στον πάγκο (στην εκτέλεση των πειραμάτων δηλαδή) ήταν σκέτη καταστροφή!

Δηλώσεις και συνέπειες

Καστρεπτικές για τη δημόσια εικόνα του ήταν και μια σειρά σεξιστικών και ρατσιστικών δηλώσεών του τα τελευταία χρόνια, οι οποίες μάλιστα είχαν ως αποτέλεσμα να του αφαιρεθούν τιμές που του είχαν απονεμηθεί από πανεπιστήμια και ινστιτούτα, τα οποία θέλησαν με τον τρόπο αυτόν να διαχωρίσουν τη θέση τους από τον ίδιο και να δηλώσουν την αντίθεσή τους με τις απόψεις του. Πράγματι, οι δηλώσεις του ήταν απαράδεκτες! Ωστόσο η επιστημονική συμβολή του στη διαμόρφωση της σύγχρονης βιολογίας δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Και δεν αναφερόμαστε μόνο στη διαλεύκανση της δομής του DNA. Ο λόγος για τον οποίο ο Τζέιμς Γουάτσον βρίσκεται σήμερα σε αυτές τις σελίδες, οι οποίες είναι αφιερωμένες στην αποτίμηση του πρώτου πέμπτου του 21ου αιώνα, είναι η καθοριστική συμβολή του στην αποκωδικοποίηση του ανθρώπινου γονιδιώματος, του επιτεύγματος που καθόρισε την πορεία της σύγχρονης βιολογίας και ιατρικής.

Είχα την τύχη να συναντήσω τον Τζέιμς Γουάτσον τρεις φορές, την πρώτη ως φοιτήτρια και τις δύο επόμενες ως δημοσιογράφος. Η πρώτη μας συνάντηση έλαβε χώρα στην Αγγλία το 1990. Ο Γουάτσον είχε έλθει προσκεκλημένος του πανεπιστημίου για να μας μιλήσει για το πολύ φιλόδοξο πρόγραμμα της αποκωδικοποίησης του ανθρώπινου γονιδιώματος του οποίου ηγείτο και το οποίο ήταν ακόμη στα σπάργανα. Θυμάμαι ακόμη τον σχεδόν παιδικό ενθουσιασμό του όταν μιλούσε για τις προοπτικές που θα ανοίγονταν από το πρόγραμμα αυτό. Θυμάμαι επίσης ότι ήμασταν ιδιαίτερα απαισιόδοξοι για την επιτυχία του προγράμματος και τον αμφισβητήσαμε έντονα, παρά το γεγονός ότι ήταν πολύ προσηνής και δέχθηκε να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις μας. Με την αλαζονεία της νεότητας μάλιστα είχαμε φτάσει, πίσω από την πλάτη του, να λέμε πράγματα όπως «Τι να μας πει τώρα αυτός που δεν έχει κάνει πάγκο ποτέ! Αν είχε κάνει έστω και ένα πείραμα, θα ήξερε ότι χρειάζονται δυο ζωές για να διαβάσει κανείς το ανθρώπινο γονιδίωμα!».

Γέμισε με ελπίδες το μέλλον

Ο Γουάτσον μπορεί να μην «είχε κάνει πάγκο», είχε όμως μια βαθύτατη κατανόηση για τη μοριακή βιολογία και είχε υπάρξει ίσως ο πλέον επιδραστικός μοριακός βιολόγος του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα: υπηρετώντας πρώτα στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και στη συνέχεια στο Εργαστήριο Cold Spring Harbor, είχε εκπαιδεύσει γενιές και γενιές βιολόγων. Και όσοι δεν είχαν την τύχη να εκπαιδευτούν προσωπικά από τον ίδιο, μπόρεσαν να εμβαθύνουν στη μοριακή βιολογία χάρη στο σύγγραμμά του (με άλλους εξίσου σημαντικούς συγγραφείς) «Molecular Biology of the Cell» («Μοριακή Βιολογία του κυττάρου»). Και βεβαίως η ιστορία έδειξε ότι ο Τζέιμς Γουάτσον ήξερε πολύ καλά τι έλεγε: η νέα χιλιετία ξεκίνησε με τις ελπίδες που άνοιξε η ολοκλήρωση της αποκωδικοποίησης του ανθρώπινου γονιδιώματος. Και οι ελπίδες αυτές όχι μόνο δεν έχουν διαψευσθεί, αλλά η υλοποίησή τους γέννησε ακόμη μεγαλύτερες. Κομβικό ρόλο σε όλα αυτά έπαιξε βεβαίως η παράλληλη ανάπτυξη της επιστήμης των υπολογιστών και τα τελευταία χρόνια της τεχνητής νοημοσύνης. Ωστόσο, τα μοριακά εργαλεία τα οποία έγιναν εφικτά χάρη στην αποκωδικοποίηση του ανθρώπινου γονιδιώματος και της επιστημονικής επανάστασης που αυτή επέφερε έχουν αλλάξει την καθημερινότητά μας αλλά και τη θεώρησή μας για τον κόσμο και τη θέση μας σε αυτόν. Τα εργαλεία αυτά έχουν επιτρέψει να ανατρέξουμε στην προϊστορία του ανθρώπου, αλλά και να αναζητήσουμε τα γενετικά αίτια πολυπαραγοντικών ασθενειών (όπως, παραδείγματος χάριν, η σχιζοφρένεια από την οποία πάσχει και ο γιος του Γουάτσον), να ανακαλύψουμε θεραπείες οι οποίες τον περασμένο αιώνα έμοιαζαν επιστημονική φαντασία, να διαγνώσουμε ασθένειες με ακρίβεια και να βαδίσουμε προς την εξατομικευμένη ιατρική, να διορθώνουμε τις αιτίες γενετικών ασθενειών και να ελπίζουμε πως στο μέλλον θα μπορούμε να παρεμβαίνουμε στο γενετικό υλικό με ακρίβεια και ασφάλεια.