Πολλοί δεινοπάθησαν στα χρόνια της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Συμπολίτες μας έχασαν δουλειές και εισοδήματα, ορισμένοι είδαν να κατρακυλούν στην κυριολεξία στα σκαλιά της κοινωνικής διαστρωμάτωσης, κάποιοι τα έχασαν όλα, άλλοι χρειάστηκε να ξενιτευτούν, να αναζητήσουν την τύχη τους αλλού.
Ωστόσο στην πλειονότητά τους οι έλληνες πολίτες, ο ευρύτατος κύκλος της λεγόμενης μεσαίας τάξης, αυτοί που στις προηγούμενες δεκαετίες ορίζονταν ως «νοικοκυραίοι» με σπίτι, οικογένεια, παιδιά, δουλειά και έστω μικρό κομπόδεμα στην τράπεζα, έσφιξαν στην κυριολεξία τα δόντια τους, έκοψαν σχεδόν τα πάντα και προτίμησαν να μείνουν εδώ, υπομένοντας τους πάντες και τα πάντα.
Αυτός ο ευρύς αλλά συνάμα αφανής κύκλος πλήρωσε όλες τις υποχρεώσεις του, αποδέχθηκε μειώσεις μισθών, αμοιβών και συντάξεων, αναζήτησε εναλλακτικές πηγές εισοδήματος, ζωντάνεψε τα ξεχασμένα κτήματα στα χωριά, έστησε μικροδουλειές και δραστηριότητες ταπεινές, κοινώς πάλεψε με νύχια και με δόντια, μη φειδόμενος κόπων και θυσιών.
Tα ίδια πρόσωπα δεν σκέφτηκαν καν να βγάλουν τις λίγες αποταμιεύσεις τους από τη χώρα, προτίμησαν να τις κρατήσουν εντός του πτωχευμένου επί της ουσίας τραπεζικού συστήματος, αναλαμβάνοντας όλο το ρίσκο, όλον τον κίνδυνο της επαπειλούμενης χρεοκοπίας.
Οι εναπομείνασες περίπου 130 δισ. ευρώ καταθέσεις που κράτησαν ζωντανές τις χειμαζόμενες τράπεζες στα πολλά χρόνια της κρίσης προέρχονται από αυτόν κυρίως, τον ίδιο κύκλο που δοκιμάστηκε πολλαπλώς.
Το δυστύχημα είναι ότι τώρα που αχνοφαίνεται η έξοδος από την κρίση τιμωρούνται και πάλι από τα μηδενικά επιτόκια, από αυτή την ιδιαίτερη νομισματική συνθήκη που διαμορφώθηκε διεθνώς και η οποία κατά τα φαινόμενα θα διαρκέσει.
Οι περισσότεροι είναι μέσης ή τρίτης ηλικίας, ήλπιζαν σε κάποια απόδοση για την ασφάλεια των γηρατειών τους, για την πρόοδο των παιδιών τους και τώρα αισθάνονται ότι θα αντιμετωπίσουν νέο κύκλο απωλειών, καθώς σχεδόν θα υποχρεωθούν να καταβάλλουν και φύλακτρα στις τράπεζες.
Οι ίδιοι στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν αντέχουν ή απλώς δεν δύνανται να αναλάβουν προσωπικά το ρίσκο μιας νέας επένδυσης, που πιθανώς θα επέτρεπε αποδοτικότερη διαχείριση των όποιων διαθεσίμων τους. Την τράπεζα ξέρουν, αυτήν εμπιστεύθηκαν και αυτήν συνεχίζουν να εμπιστεύονται, το πιθανότερο είναι να μην αναλάβουν κάποια άλλη επενδυτική πρωτοβουλία ή δραστηριότητα.
Τα πιστωτικά ιδρύματα και οι διαχειριστές τους οφείλουν σχεδόν τα πάντα, τη συνέχεια, για να μην πούμε την ίδια την ύπαρξή τους, σε αυτόν τον κύκλο των πιστών αποταμιευτών.
Εχουν με άλλα λόγια υποχρέωση αν μη τι άλλο να τιμήσουν και να επιβραβεύσουν, με έναν τρόπο, τη σχέση εμπιστοσύνης που δοκιμάστηκε και άντεξε στον χρόνο.
Επιβάλλεται λοιπόν οι διοικήσεις των τραπεζών να προσφέρουν εναλλακτικές, κατά το δυνατόν ασφαλέστερες και αποδοτικότερες, δυνατότητες τοποθέτησης αυτών των αποταμιεύσεων.
Διαθέτουν τους μηχανισμούς και τις δυνάμεις προκειμένου να αναδείξουν και να παρουσιάσουν στο ευρύ αποταμιευτικό κοινό εναλλακτικά προϊόντα και σχήματα επενδύσεων, ικανά να προσφέρουν αποδόσεις που θα συμπληρώνουν τα σημερινά γλίσχρα εισοδήματά τους. Το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα προσφέρει απίθανη γκάμα τέτοιων εναλλακτικών καταθετικών προϊόντων. Δεν έχουν παρά να ανατρέξουν στη διεθνή πρακτική και στις εμπειρίες ισχυρών και οργανωμένων πολυεθνικών πιστωτικών ιδρυμάτων.
Είναι ζήτημα τιμής και εμπιστοσύνης για τους τραπεζίτες, που χάρη σε όλους αυτούς συνεχίζουν να απολαμβάνουν υπεραμοιβές, μπόνους, τιμές και δόξες…