Οι οργιάζοντες στα κοινωνικά δίκτυα και οι διαμαρτυρόμενοι για τα όσα συνέβησαν στο Κουκάκι ή άλλες καταλήψεις που διαλύονται, προφανώς υποστηρίζουν ότι από την Ελληνική Αστυνομία οργανώθηκε και εκτελέστηκε μία τέτοιας κλίμακας επιχείρηση, για λόγους εκφοβιστικούς και προκειμένου να γίνει μία επίδειξη αλόγιστης κρατικής βίας.
Με νεφελώδεις ισχυρισμούς και διακίνηση ψευδών, νεφελωδών και ανακριβών ισχυρισμών, προσπαθούν να πείσουν ότι στην επίμαχη κατάληψη δεν συνέβαινε τίποτε και ότι επρόκειτο περίπου για προσκοπική συνάθροιση.
Είναι ένα ακόμη σημείο των καιρών και μία αποθαρρυντική ένδειξη για την πολιτική συζήτηση στην χώρα.
Με αφορμή πρόσφατα περιστατικά όπου καταγγέλθηκε άσκηση αλόγιστης βίας σε βάρος συλληφθέντων, η κουβέντα τείνει να παρεκτραπεί για μία ακόμη φορά.
Ωστόσο, τα διλήμματα στο βαθμό που τίθενται ως τέτοια, είναι σαφή και οι απαντήσεις δεδομένες – επί της ουσίας αδιαπραγμάτευτες.
Πρέπει να σταματήσουν τα πάσης φύσεως φαινόμενα ανομίας στην χώρα ή όχι; Όποιος λέει όχι να σηκώσει το χέρι του και πάντως η άποψή του όσο και αν είναι σεβαστή, δεν είναι συμβατή με τις αρχές που διέπουν την ύπαρξη και λειτουργία ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους.
Μπορεί να γίνει αυτή η πάταξη με διανομές ανθών και ευγενικές διατυπώσεις, ειδικώς όταν οι δυνάμεις καταστολής έρχονται αντιμέτωπες με βίαιες αντιδράσεις; Ωραίο θα ήταν να συνέβαινε, όμως όλοι γνωρίζουν ότι δεν γίνονται αυτά τα πράγματα.
Σημαίνει αυτό ότι οι αστυνομικές δυνάμεις θα πρέπει να υπερβαίνουν τα όρια, να ξυλοκοπούν, να εξευτελίζουν και να παραβιάζουν οι ίδιες σε τελική ανάλυση τον νόμο; Σαφώς και όχι.
Υπάρχουν κυρώσεις και πρέπει να επιβάλλονται σε περιπτώσεις διαπιστωμένης παράβασης καθήκοντος, κατάχρησης εξουσίας κλπ.; Σαφώς και ναι.
Επειδή λοιπόν σε αυτά δεν συμφωνούν όλοι, διεξάγεται κατά βάση μία ανόητη συζήτηση. Όταν όμως η ανόητη συζήτηση υποδαυλίζεται κυριαρχεί στο πολιτικό πεδίο, αποκαλύπτονται διαθέσεις και προθέσεις όλων.
Όταν π.χ. η αντιπολίτευση επιμένει να χαϊδεύει τα αφτιά καταληψιών, κινηματιών, παραβατικών και λοιπών άλλων, με ιδεολογήματα και κατασκευές περί αυταρχικού κράτους, αναβίωσης του παρακράτους της δεξιάς και διάφορα άλλα τέτοια, γίνεται φανερό ποια είναι η επιδίωξη της. Λιγότερο η προάσπιση της έννομης τάξης, περισσότερο η καλλιέργεια μίας εκρηκτικής ατμόσφαιρας στην πόλη και την χώρα. Με την ελπίδα ότι κάπως έτσι θα επαναληφθεί η έφοδος στην εξουσία.
Ίσως το πρόβλημα να είναι τόσο βαθιά ριζωμένο που ματαίως κάποιοι εξακολουθούν να ονειρεύονται ότι τέτοιες αντιλήψεις θα εκλείψουν και θα πάψουν να κυριαρχούν στον χώρο της Αριστεράς ή πάντως σε ένα πολύ συγκεκριμένο τμήμα της.
Με την παρελκυστική συζήτηση που γίνεται, τείνει να λησμονηθεί το στοιχειώδες και πολύ απλό: ποιος είναι ο λόγος για τον οποίο έχει φτάσει να είναι ζητούμενο ο νόμος και η τάξη;
Προφανώς, το ότι τα τελευταία χρόνια είχε καταλυθεί. Αρχής γενομένης από τον Δεκέμβριο του 2008, ο οποίος έχει φτάσει να θεωρείται κάτι σαν σύγχρονη εποποιία και θρίαμβος του αντιεξουσιαστικού κινήματος.
Με δεδομένη την δημοκρατική συγκρότηση του κράτους και τον σεβασμό σε αρχές και συνταγματικές διατάξεις, κάποια πράγματα πρέπει να τεθούν στην ορθή βάση.
Οι συζητήσεις θα έπρεπε να γίνονται μόνον με γνώμονα τι σημαίνει σύγχρονη, φιλελεύθερη δημοκρατία.
Όσοι διαφωνούν με αυτήν την μορφή πολιτειακής οργάνωσης, μπορούν να πάρουν τα ρίσκα τους. Και αν επιλέγουν κάτι τέτοιο, θα πρέπει να είναι και έτοιμοι για τα περαιτέρω, αν ηττηθούν στον αγώνα τους.