Ανάλυση η οποία εξηγεί για ποιους λόγους η απόδοση των ελληνικών ομολόγων είναι, πλέον, χαμηλότερη από εκείνη την ιταλικών και η ελληνική οικονομία σε θετικότερη τροχιά από εκείνη της γειτονικής μας χώρας φιλοξενεί η διαδικτυακή έκδοση της εφημερίδας La Stampa.
Σε άρθρο που υπογράφει ο οικονομολόγος Φράνκο Μπρούνι, καθηγητής του γνωστού πανεπιστημίου Μποκόνι του Μιλάνου και αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Διεθνών Πολιτικών Ερευνών με έδρα την Ρώμη, εξηγείται ότι οι αιτίες είναι πολλαπλές.
«Πρώτα απ΄όλα οι αγορές επιβραβεύουν τα μακροοικονομικά στοιχεία που βελτιώνονται στην Ελλάδα και επιδεινώνονται στην Ιταλία», εξηγεί ο Μπρούνι και προσθέτει ότι οι προβλέψεις οικονομικής ανάπτυξης για την επόμενη πενταετία είναι σαφώς θετικότερες σε ότι αφορά την Ελλάδα, θεωρεί ότι σημαντικό ρόλο παίζει και το υπερδιπλάσιο πρωτογενές πλεόνασμα της χώρας μας έναντι του ιταλικού και υπενθυμίζει ότι και σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, η ελληνική οικονομική ανάπτυξη έχει εξασφαλίσει διπλάσιο ποσοστό.
Πιθανή η ένταξη της Ελλάδας στο QE
«Οι αγορές διαισθάνονται ότι είναι πιθανή και εφικτή η ένταξη της Ελλάδας στην Ποσοτική Χαλάρωση», σημειώνει στο άρθρο της η εφημερίδα του Τορίνο.
Παράλληλα, η La Stampa θεωρεί ότι «έχει αυξηθεί η θέληση να παίζονται αποδοτικά στοιχήματα, έστω και αν περιέχουν κινδύνους» και «το να ευνοηθεί από τους κερδοσκόπους η Ελλάδα έναντι της Ιταλίας, μπορεί να είναι ένα από τα στοιχήματα αυτά».
Η πολιτικη αστάθεια πλήττει την Ιταλία
Ο Φράνκο Μπρούνι εκτιμά, δε, ότι «δημιουργεί προβλήματα στην Ιταλία, όχι μόνον το ότι χαρακτηρίζεται από πολιτική αστάθεια, αλλά ότι οι εξελίξεις της αστάθειας αυτής είναι δύσκολο να προβλεφθούν, λόγω της ασυνεπούς στάσης των πολιτικών κομμάτων».
Τέλος, η ανάλυση της La Stampa υπογραμμίζει ότι ενώ η Ελλάδα διόρθωσε τα δημοσιονομικά της προβλήματα, υπό την σκληρή πίεση των δανειστών, η Ιταλία διστάζει να το κάνει και προσπαθεί να αποφύγει την παροχή βοήθειας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
«Αλλά για να συνεχίσουμε να την αποφεύγουμε θα πρέπει να υιοθετήσουμε οικιοθελώς πολυετή, αξιόπιστα και αποτελεσματικά προγράμματα, με στόχο την εφαρμογή διαρθρωτικών βελτιώσεων», καταλήγει το άρθρο.