Εδώ και περίπου μία δεκαετία η Ελλάδα μοιρολογεί μεταξύ όλων των άλλων και για την φυγή των «καλύτερων μυαλών» στο εξωτερικό. Είναι ένα από τα συμπτώματα της κρίσης.
Προφανώς και πρόκειται για ένα μεγάλο πρόβλημα. Πλην όμως δεν το έχουμε δει σε όλες τις διαστάσεις του και υπάρχει μία βάσιμη και μεγάλη πιθανότητα να έχουμε οδηγηθεί σε παρανοήσεις και λανθασμένες αντιλήψεις.
Πιθανώς κάθε μία περίπτωση φυγής στο εξωτερικό να είναι ξεχωριστή.
Υπήρξαν άνθρωποι ικανοί που μάλλον δεν έβρισκαν εργασία και αναγκάστηκαν να φύγουν. Μπορεί να υπήρξαν άλλοι που δεν ικανοποιούνταν από τους χαμηλούς μισθούς και επέλεξαν να φύγουν. Υπήρξαν και άλλοι οι οποίοι δεν το σκέφτηκαν καν. Εφυγαν δίχως σκέψη. Αλλοι πάλι, λίγοι, οι οποίοι μόνο στο εξωτερικό θα μπορούσαν να απασχοληθούν λόγω ιδιατερότητας ή σπανιότητας του γνωστικού τους αντικειμένου. Πιθανώς και να υπάρχουν πολλές άλλες και διαφρετικές μεταξύ τους περιπτώσεις.
Ποια ακριβώς είναι η σύνθεση του πληθυσμού αυτού και τα χαρακτηριστικά του δεν είναι αποσαφηνισμένο. Ούτε είναι και ξεκάθαρο ότι όλοι ανεξαιρέτως όσοι πήγαν στο εξωτερικό διέπρεψαν, ούτε εν τέλει και ότι όλοι είναι «τα καλύτερα μυαλά». Δηλαδή ότι όλοι όσοι έφυγαν από την χώρα την τελευταία δεκαετία είναι η αφρόκρεμα και όλοι όσοι έμειναν πίσω υστερούν σε κάτι…
Οφείλει κανείς να δει και αυτούς που έμειναν. Και είτε βασανίστηκαν στην ανεργία, έχοντας πολλά προσόντα, είτε επέλεξαν την ανεργία καθώς ένα επίδομα έχει καταντήσει να είναι για μερικούς επιλογή για πολλούς και διάφορους λόγους, είτε είχαν την δυνατότητα να υπομένουν πολλά και να αναμένουν έως ότου βρεθεί κάποια θέση εργασίας.
Την Δευτέρα η κυβέρνηση δια του υπουργού Εργασίας Γιάννη Βρούτση παρουσίασε ένα πρόγραμμα με τέσσερις άξονες, με στόχο τον επαναπατρισμό κάποιων από τους μετανάστες της τελευταίας δεκαετίας.
Ενας από τους άξονες ή μία από τις «δράσεις» τιτλοφορείται «Ελλάδα Ξανά». Είναι ένα πιλοτικό πρόγραμμα επαναπατρισμού 500 Ελλήνων του εξωτερικού, υψηλής ειδίκευσης και επιστημονικής εμπειρίας, ηλικίας 28-40 ετών.
Στο πρόγραμμα συμμετέχουν ελληνικές επιχειρήσεις μέσω χρηματοδότησης των θέσεων (70%) και η ελάχιστη μηνιαία αμοιβή είναι 3.000 ευρώ με την υποχρέωση όσων επαναπατριστούν, να εργαστούν για άλλους 12 μήνες στην επιχείρηση.
Ακούγεται ωραίο, έχει όμως προβλήματα. Και ενδέχεται να στέλνει ένα λανθασμένο μήνυμα.
Για παράδειγμα, είναι απολύτως βέβαιον ότι όλοι αυτοί στους οποίους απευθύνεται η δράση, διαθέτουν κατάρτιση υψηλότερη από εργαζομένους ή και ανέργους, οι οποίοι έχουν παραμείνει στην χώρα;
Και εν τέλει για ποιον λόγο να έχει προβάδισμα στην εύρεση εργασίας κάποιος που κατ΄ επιλογήν αποχώρησε, έναντι των πολλών που παρέμειναν;
Το ζήτημα εν προκειμένω αφορά περισσότερο την αντίληψη, την νοοτροπία και την φιλοσοφία και λιγότερο οτιδήποτε άλλο.
Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ζητούμενο (πρέπει να) είναι πρωτίστως η «επιβράβευση» όσων παρέμειναν στην Ελλάδα και έδωσαν τον δικό τους αγώνα. Οι διακεκριμένοι (και μη) του εξωτερικού μπορεί και να έχουν την δυνατότητα να επιλέξουν οι ίδιοι αν και πότε θα επιστρέψουν και εφόσον το επιθυμούν.