H κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε την πιο ομαλή, χωρίς μεγάλα διλήμματα και προβλήματα, τις τελευταίες δεκαετίες ανάληψη διακυβέρνησης της χώρας.
Δεν ήταν λίγοι μάλιστα εκείνοι που την μακάριζαν γι’ αυτό.
Και δικαίως γιατί οι περισσότεροι των προκατόχων του τα τελευταία χρόνια ανελάμβαναν τα ηνία της χώρας σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης.
Ουδείς ξεχνά ποιά υποδοχή επιφύλαξαν οι Τούρκοι στον Κώστα Σημίτη το 1996, οργανώνοντας την κρίση των Ιμίων.
Οπως και ουδείς ξεχνά τι περίμενε τον Γιώργο Παπανδρέου το 2009 ή αργότερα με ποιές συνθήκες βρέθηκε αντιμέτωπος ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος, ανεξαρτήτως πως , επί ένα εξάμηνο πάλευε με τις αυταπάτες του και βεβαίως με τη χρεοκοπία της χώρας.
Από αυτή την άποψη ο Κυριάκος Μητοστάκης ήταν έως τώρα προνομιούχος.
Ωστόσο φαίνεται πως ήλθε η ώρα της πρώτης μεγάλης δοκιμασίας.
Κακά τα ψέματα οι αντοχές της χώρας και της νέας κυβέρνησης δοκιμάζονται διπλά από την αλαζονική και αχαλίνωτη τουρκική ηγεσία, η οποία μετά τη διαχείριση της Συριακής κρίσης νοιώθει ισχυρή και ικανή να φέρει όλη την περιοχή στα μέτρα της.
Ηγέτιδα δύναμη δεν υπάρχει να χαλιναγωγίσει τον «νικητή» – όπως αιθάνεται εκείνος – Ταγίπ Ερντογάν, η Αμερική του Τραμπ επιδεικνύει τάσεις αναθεωρητισμού και αναχωριτισμού μαζί, δεν παίζει το ρόλο της, η Ρωσία του Πούτιν συνεργάζεται μαζί του, οι ευρωπαίοι του έχουν αναθέσει τη διαχείριση του προσφυγικού και εκείνος απολαμβάνοντας κρίση μεγαλείου φιλοδοξεί να κυριαρχήσει στην περιοχή, βάζοντας τη δική του αντζέντα και σύροντας σε διαπραγματεύσεις τους αδύναμους, κατά τη συγκυρία και κατά την εκτίμησή του, παίχτες στην ευρύτερη περιοχή.
Ετσι εξηγούνται οι αυθαίρετες ενέργειές του και η διαρκής κλιμάκωσή τους.
Θέλει το μεγαλύτερο δυνατό μερίδιο από τους υδρογονάθρακες της Νοτιοανατολικής Μεσογείου και θεωρεί την Ελλάδα και την Κύπρο εμπόδιο στα σχέδιά του. Γι’ αυτό προσπαθεί να διαμορφώσει τετελεσμένα και να σύρει όλες τις πλευρές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων από θέση ισχύος. Και μαζί βεβαίως χρησιμοποιεί τους πρόσφυγες και τους μετανάστες προκειμένου να ασκήσει τη μεγαλύτερη δυνατή πίεση.
Ας μην μας παραπλανούν τα όποια χαμόγελα, σαν κι αυτά που είδαμε στη συνάντηση του Λονδίνου.
Οι Τούρκοι θα επιμείνουν στα σχέδιά τους αυθαιρετώντας στη χάραξη των οικονομικών ζωνών και πιέζοντας με το μεταναστευτικό – προσφυγικό. Και αυτό κατέστησαν σαφές στον πρωθυπουργό.
Καλώς εκείνος βεβαίως προσέρχεται στις συνομιλίες και προσπαθεί να δράσει κατευναστικά, ώστε να αποφύγει ανεπιθύμητες προκλήσεις.
Ωστόσο ας μην έχουμε αυταπάτες. Το πρόβλημα είναι μπροστά. Η Ελλάδα θα βρεθεί αντιμέτωπη με την τουρκική επιθετικότητα και κατά τα φαινόμενα θα χρειαστεί να τη χειριστεί μόνη της. Γι’ αυτό οφείλει να προετοιμαστεί αναλόγως και κυρίως να οργανώσει και να επαυξήσει την αποτρεπτική της ικανότητα. Να σφραγίσει κατά το δυνατόν την επικράτειά της και να δηλώσει με τρόπο ευθύ ότι οποιαδήποτε επιβουλή θα έχει κόστος και μάλιστα μεγάλο. Κοινώς η Ελλάδα επιβάλλεται να ξαναγίνει ισχυρή και ικανή να υπερασπίζει τα δίκαιά της.