Η επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια στο Κάιρο και η συνάντησή του με τον αιγύπτιο ομόλογό του Σαμέχ αλ – Σούκρι ήταν μία αναπόφευκτη και απαραίτητη κίνηση εκ μέρους της Αθήνας μετά από την, αδιαμφισβήτητα προβοκατόρικη, κίνηση της Άγκυρας να υπογράψει το Μνημόνιο Συναντίληψης περί Θαλασσίων Δικαιοδοσιών με την κυβέρνηση της Τρίπολης υπό τον Φαγέζ αλ – Σαράζ στη Λιβύη. Η Αίγυπτος αποτελεί κομβική χώρα για τις θαλάσσιες οριοθετήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο και η πραγματικότητα είναι ότι η Ελλάδα είχε προσπαθήσει ήδη από τη δεκαετία του 1970 να έρθει σε συμφωνία με τη μεγάλη αραβική χώρα για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας – χωρίς όμως αποτέλεσμα. Άλλωστε, το Κάιρο έχει συστηματικά αποφύγει να δεσμευθεί σε μία οριοθέτηση με την Αθήνα η οποία θα δυσαρεστούσε την Άγκυρα και δεν μοιάζει βέβαιο ότι θα το πράξει τώρα…
Ωστόσο, η σκληρή και ευθεία ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών το απόγευμα της Κυριακής, μετά τη συνάντηση των κκ. Δένδια και αλ – Σούκρι, δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολιών για τις προθέσεις της Τουρκίας. Η Άγκυρα, όπως προκύπτει από το κείμενο της ανακοίνωσης του εκπροσώπου του υπουργείου Εξωτερικών Χαμί Ακσόι, έχει μελετήσει πολύ καλά το μάθημά της. Δεν είναι τόσο το γεγονός ότι αρνείται την επήρεια θαλασσίων ζωνών του συμπλέγματος του Καστελορίζου, σημείο στο οποίο επικεντρώνονται οι περισσότεροι. Είναι ότι ρίχνει το βάρος της σε σειρά αποφάσεων της νομολογίας του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (και όχι μόνο αυτού) που επίσης διαμορφώνουν δίκαιο – και πιο συγκεκριμένα εθιμικό δίκαιο. Οι αποφάσεις αυτές δεν είναι λίγες: είναι η απόφαση για την υφαλοκρηπίδα της Βόρειας Θάλασσας μεταξύ Γερμανίας και Ολλανδίας του 1969, για το Νησί των Όφεων στη Μαύρη Θάλασσα μεταξύ Ρουμανίας και Ουκρανίας του 2009, η απόφαση στην υπόθεση Νικαράγουας – Κολομβία του 2012 κ.ά.
Φυσικά, αυτές οι αποφάσεις δεν είναι οι μόνες που υπάρχουν. Ωστόσο, η επίκληση από την Άγκυρα της διεθνούς νομολογίας καθώς και μεθόδων που το Δικαστήριο έχει ακολουθήσει (όπως πχ αυτή η οποία αναφέρεται στο ότι τα νησιά που βρίσκονται στη «λάθος πλευρά» δεν δικαιούνται θαλάσσιες ζώνες πέραν των χωρικών υδάτων) καταδεικνύει ότι το Διεθνές Δίκαιο εξελίσσεται. Αποδεικνύει επίσης αυτό που έμπειροι έλληνες νομικοί (και στο υπουργείο Εξωτερικών υπάρχουν ορισμένοι από τους καλύτερους) γνωρίζουν πολύ καλά και αρκετοί από τους πολιτικούς μας ταγούς επιμένουν να αγνοούν: ότι ο μαξιμαλισμός στην εξωτερική πολιτική πρέπει να αποφεύγεται και αντίθετα είναι αναγκαίο να προηγείται η καλή και συστηματική προετοιμασία και η αποφυγή καλλιέργειας εντυπώσεων που στη συνέχεια τροφοδοτούν τον δημόσιο διάλογο και εγκλωβίζουν όσους αρχικά τις καλλιέργησαν.
Η Ελλάδα έχει απέναντί της ένα δύσκολο και προετοιμασμένο για όλα αντίπαλο. Όσα κάνει η Τουρκία δεν είναι, δυστυχώς, φαιδρότητες και αυτό έχει αποδειχθεί πολλάκις από το 1973 και μετά. Οι κινήσεις της είναι κομμάτι μίας στρατηγικής που όσο και αν δεν μας αρέσει, θα πρέπει να μας οδηγήσει να εξετάσουμε τι θέλουμε, όχι με υποχωρητικότητα όπως θα ήθελαν ίσως κάποιοι όψιμοι εισερχόντες στην αρένα της πολιτικής, αλλά με συνέπεια και αποφασιστικότητα. Η σκληρή πραγματικότητα βρίσκεται ενώπιόν μας.