Με την πάροδο των ημερών και των εβδομάδων και όσο απομακρυνόμαστε από τις τελευταίες εκλογές, μπορεί με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να κυριαρχεί μία αίσθηση «επιστροφής στην κανονικότητα», πλην όμως και αυτή ακόμη είναι απατηλή.
Μπορεί να έχει εκλείψει η εξαλλοσύνη της προηγούμενης περιόδου ή έστω να έχει περιθωριοποιηθεί, αφού οι οπαδοί και οι πρωτεργάτες της δεν βρίσκονται πλέον σε θέση να λαμβάνουν αποφάσεις και να καθορίζουν την τύχη της χώρας.
Ωστόσο, όλοι σταδιακά συνειδητοποιούν ότι όσο και αν διαμορφώνεται μία περισσότερο αισιόδοξη αντίληψη, υπάρχει κάτι άλλο που έρχεται σαν σύννεφο βαρύ.
Γίνεται αντιληπτό ότι αυτό στο οποίο θεωρούμε ότι επιστρέφουμε, ακόμη και αν θέλουμε να το χαρακτηρίζουμε κανονικότητα, σε τίποτε δεν μοιάζει με εκείνο που αφήσαμε, ενδεχομένως οριστικά, πίσω μας από το 2010 και μετά.
Στην ουσία θα πρέπει να μιλούμε για μία επιστροφή στην πραγματικότητα, η οποία όμως ενδέχεται να είναι και κάπως βίαιη, με άλλα και πολύ διαφορετικά προβλήματα.
Η οικονομία δεν είναι πλέον το μείζον θέμα που απασχολεί τους πολίτες. Αυτό δεν σημαίνει ότι το οικονομικό μας πρόβλημα έχει λυθεί. Πιθανώς όμως και να βρίσκεται σε κάποιον δρόμο προς την λύση του.
Η νέα πραγματικότητα σημαδεύεται από την κρίση του προσφυγικού/μεταναστευτικού. Είτε η κυβέρνηση το είχε υποτιμήσει, είτε η προηγούμενη φέρει ευθύνες και επί της ουσίας δεν έχει καμία νομιμοποίση να ασκεί σήμερα κριτική εκ του ασφαλούς από τα έδρανα της αντιπολίτευσης, το θέμα ίσως και να είναι μία ανησυχητική φωτογραφία για το πού βρίσκεται η Ελλάδα, δέκα χρόνια μετά την βύθισή της στην βαθιά κρίση.
Βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της νέας και πολύ διαφορετικής κρίσης, με άλλα χαρακτηριστικά και πιθανώς διαφορετικού τύπου επιπτώσεις.
Και σε αυτήν την περίπτωση έχουμε κρούσματα αντίστοιχα με εκείνα της προηγούμενης. Ο καθένας λέει ό,τι του κατέβει, βουλευτές, παράγοντες και παραγοντίσκοι σπεκουλάρουν για ίδιον όφελος και όλοι μαζί αρνούνται να παραδεχθούν και να αποδεχθούν την αλλαγή status την οποία έχει υποστεί η χώρα.
Με το μεταναστευτικό στο επίκεντρο – ένα θέμα για το οποίο η χώρα ελάχιστες ευθύνες φέρει ως προς την δημιουργία του – η Ελλάδα οφείλει να αντιμετωπίσει αυτήν την πραγματικότητα κατάματα και μόνον αφότου το κάνει, να κινηθεί έναντι όλων.
Η πραγματικότητα αυτή μας λέει ότι στο νέο μας μεγάλο ζήτημα βρισκόμαστε και πάλι μόνοι.
Με διαφορετικούς όρους από την προηγούμενη φορά, αλλά και πάλι με κάποια κοινά στοιχεία.
Σε αυτήν την περίπτωση είμαστε η βολική χώρα που υποδέχεται τις ροές των μεταναστών, για τους οποίους η Ευρώπη έχει κλείσει τις πύλες της. Η γεωγραφική μας θέση εν προκειμένω δεν βοηθά, ο γεωπολιτικός συσχετισμός στην περιοχή δεν επιδρά υπέρ μας και πλέον βρισκόμαστε στην δυσάρετση θέση να αναζητούμε λύσεις έκτακτης ανάγκης για την εσωτερική διαχείριση των μεταναστευτικών και προσφυγικών πληθυσμών.
Ίσως δεν έχει έλθει ακόμη η στιγμή για εσχατολογικές προβλέψεις.
Κοντεύει όμως να παρέλθει η στιγμή, στην οποία θα απαιτηθεί η ανάδειξη μίας εθνικής ηγεσίας, η οποία θα δείξει ότι μπορεί να ορθώσει ανάστημα απέναντι σε όλους τους συνομιλητές της, ανατολικούς και δυτικούς και θα υπερασπιστεί τα εθνικά συμφέροντα με σθένος, πυγμή, σοβαρότητα και αξιοπιστία.