Με προίκα τους υψηλούς δείκτες κεφαλαιακής τους επάρκειας, απόρροια της ανακεφαλαιοποίησης του 2015, της εφαρμογής του πλάνου μετασχηματισμού τους, αλλά και του ράλι των ελληνικών ομολόγων τους τελευταίους μήνες, εισέρχονται οι ελληνικές τράπεζες στη διαδικασία των νέων stress tests που θα ξεκινήσουν στις αρχές του 2020. Οι διοικήσεις τους, τόσο σε δημόσιες τοποθετήσεις όσο και ανεπισήμως, εκφράζουν την αισιοδοξία τους ότι θα περάσουν για μία ακόμη φορά με επιτυχία τους σχετικούς ελέγχους.
Προσδοκούν δε πως με εξασφαλισμένο το πιστοποιητικό φερεγγυότητας από τη Φρανκφούρτη θα επιταχύνουν από την επόμενη χρονιά, χωρίς την πίεση για δράσεις άμεσης κεφαλαιακής ενίσχυσης, τον επιχειρησιακό τους σχεδιασμό για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι δεν θα υπάρξουν κινήσεις αύξησης των κεφαλαίων τους το επόμενο διάστημα προς κάλυψη μέρους των ζημιών από τη διαδικασία της εξυγίανσης. Ωστόσο, ο προγραμματισμός τους θα γίνει δίχως ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα από τις εποπτικές αρχές, αλλά στη βάση των προτεραιοτήτων τους, των αναγκών τους αλλά και των συνθηκών που θα επικρατούν στις διεθνείς αγορές.
Με τον τρόπο αυτόν οι επικεφαλής των τεσσάρων συστημικών ομίλων ευελπιστούν ότι στις μεθεπόμενες ασκήσεις προσομοίωσης, που θα διεξαχθούν το 2022, οι δείκτες καθυστερήσεων θα βρίσκονται κάτω από το 10%, δίνοντας στο εγχώριο σύστημα το διαβατήριο για ένταξη στην υπό δημιουργία πανευρωπαϊκή τραπεζική ένωση.
Εφικτός ο στόχος για καθαρά κέρδη 1 δισ. ευρώ το 2019
Χωρίς σημαντικές διαφοροποιήσεις αναμένονται τα αποτελέσματα γ’ τριμήνου, τα οποία θα δημοσιοποιήσουν αυτή την εβδομάδα οι τέσσερις μεγάλοι τραπεζικοί όμιλοι. Ενδεχομένως να υπάρξει μία μικρή τριμηνιαία πτώση στα έσοδα, ωστόσο αυτό αποδίδεται στην εποχικότητα. Με δεδομένο ότι στο α’ εξάμηνο του 2019 τα καθαρά κέρδη διαμορφώθηκαν στα 500 εκατ. ευρώ, είναι πολύ πιθανό στο σύνολο της χρονιάς να προσεγγίσουν το 1 δισ. ευρώ.
Η σύγκριση με το 2018
Οπως επισημαίνει αναλυτής που παρακολουθεί τον κλάδο, σε σχέση με τα stress tests του 2018, από τα οποία δεν προέκυψε ανάγκη για νέες εκδόσεις κοινών μετοχών, οι τράπεζες βρίσκονται σήμερα σε καλύτερη θέση. Συγκεκριμένα:
1.Μακροοικονομικές προοπτικές
Οι παραδοχές για την πορεία βασικών οικονομικών μεγεθών, από τις οποίες εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα της άσκησης, δεν θα είναι δυσμενέστερες. Και αυτό διότι η οικονομία ανακάμπτει με επιταχυνόμενους ρυθμούς μετά την 10ετή κρίση, ενώ ανοδικά κινείται και η κτηματαγορά. Στο πλαίσιο αυτό, οι υποθέσεις του δυσμενούς μακροοικονομικού σεναρίου θα είναι στη χειρότερη για τις τράπεζες εξέλιξη ίδιες με αυτές του 2018 (πτώση ΑΕΠ 3% στην τριετία), ενώ το πιο πιθανό είναι πως η προβλεπόμενη μεσοσταθμική μείωση των τιμών των ακινήτων θα είναι αυτή τη φορά χαμηλότερη από το -17,50% της τριετίας 2018-2020.
2.Κεφαλαιακή ισχύς
Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας στα αποτελέσματα της χρήσης του 2019, στη βάση των οποίων θα γίνουν οι έλεγχοι, αναμένεται να είναι περίπου οι ίδιοι με τους αντίστοιχους του 2017 που χρησιμοποιήθηκαν στην περυσινή άσκηση. Συγκεκριμένα, ο δείκτης κύριων βασικών ιδίων κεφαλαίων εκτιμάται πως θα διαμορφωθεί στο τέλος της χρονιάς στα επίπεδα του 16,50% κατά μέσο όρο (άσκηση 2018: 16,30%).
Σε αυτό έχει συμβάλει μεταξύ άλλων η εφετινή άνοδος των αποτιμήσεων των κρατικών ομολόγων που διατηρούν στα χαρτοφυλάκιά τους οι τράπεζες, αλλά και η αύξηση κεφαλαίου της Eurobank μέσω της συγχώνευσης με την Grivalia. Επιπλέον, με δεδομένο ότι όλες οι μεγάλες τιτλοποιήσεις προγραμματίζονται για το 2020, δεν θα υπάρξει επίπτωση από αυτές στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας μέχρι το τέλος του 2019.
3.Τα «κόκκινα» δάνεια
Οι δείκτες μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων θα είναι μειωμένοι σε σχέση με δύο χρόνια νωρίτερα. Συγκεκριμένα, από το 48,70% στη χρήση του 2017 εκτιμάται πως θα έχουν υποχωρήσει στα επίπεδα του 40% εφέτος. Δεν πρόκειται για εντυπωσιακή προσαρμογή, αναμφίβολα όμως αποτελεί μια πρόοδο. Από την άλλη, χαμηλότερος θα είναι ο δείκτης κάλυψης από προβλέψεις, ως αποτέλεσμα των δράσεων εξυγίανσης που έχουν γίνει. Θα βρίσκεται όμως πάνω από το 50%, επίπεδο που θεωρείται ικανοποιητικό και σίγουρα καλύτερο από τον πανευρωπαϊκό μέσο όρο.
Το δυσμενές σενάριο
Με αυτά τα δεδομένα, τραπεζικοί κύκλοι σημειώνουν πως θα ήταν μεγάλη έκπληξη εάν από τα αποτελέσματα των stress tests της ερχόμενης χρονιάς ελληνικό πιστωτικό ίδρυμα οδηγούνταν σε αναγκαστική άμεση ενίσχυση των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας. «Ο επόπτης πάντοτε επιδιώκει τη σταθερότητα. Δεν θα επιλέξει να «σκοτώσει» την αγορά, ειδικά σε μια περίοδο που οι οικονομικές συνθήκες βελτιώνονται» αναφέρουν οι ίδιες πηγές.
Σημειώνεται πως, όπως και το 2018, η άσκηση δεν έχει τον χαρακτήρα «επιτυχία – αποτυχία (pass or fail)». Υπάρχει ένα άτυπο ελάχιστο όριο στα επίπεδα του 5,50% ως προς τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας στο δυσμενές σενάριο, ωστόσο αυτό λαμβάνεται υπ’ όψιν μόνο αν υπάρχει σημαντική απόκλιση.
Υπενθυμίζεται ότι στην προ διετίας άσκηση ο συγκεκριμένος δείκτης είχε διαμορφωθεί στο 9,70% για την Alpha Bank, στο 6,90% για την Εθνική, στο 6,75% για τη Eurobank και στο 5,90% για την Τράπεζα Πειραιώς. Και το μόνο που ζητήθηκε από τον επόπτη, όχι δημοσίως, ήταν μια κεφαλαιακή ενίσχυση μέσω ομολόγων από την τελευταία, όταν οι συνθήκες θα το επέτρεπαν, όπως και έγινε, για τη δημιουργία «μαξιλαριού» ασφαλείας.
Εν αναμονή του «Ηρακλή» για τις τιτλοποιήσεις
Την οριστικοποίηση και την ψήφιση του νομοσχεδίου του υπουργείου Οικονομικών για το σχέδιο «Ηρακλής», μέσω του οποίου θα παρασχεθούν κρατικές εγγυήσεις 9 δισ. ευρώ για την τιτλοποίηση μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων 30 δισ. ευρώ, αναμένουν οι τράπεζες προτού προχωρήσουν στις επόμενες κινήσεις.
Το βελτιωμένο σχέδιο, σε σχέση με την αρχική μορφή, επρόκειτο να αποσταλεί στα τέλη της περασμένης εβδομάδας στους θεσμούς, για να ληφθούν οι απαραίτητες εγκρίσεις.
Ωστόσο, κανείς στην αγορά δεν μπορεί να προβλέψει πόσος χρόνος θα απαιτηθεί για να ολοκληρωθεί η διαδικασία και να τεθεί ο μηχανισμός στη διάθεση των τραπεζών. Με αυτό το δεδομένο, ακόμη και η Eurobank που ήταν έτοιμη να ολοκληρώσει πρόγραμμα τιτλοποιήσεων εφέτος, θα προχωρήσει τελικώς στις συναλλαγές τους πρώτους μήνες του 2020. Το Διοικητικό Συμβούλιο της τράπεζας που συνεδρίασε την περασμένη Τρίτη, παρότι εξέτασε τις δύο προσφορές που έχει δεχθεί από PIMCO και Fortress για τη θυγατρική της στον τομέα διαχείρισης επισφαλειών (FPS) και για ένα πακέτο «κόκκινων» δανείων 7,3 δισ. ευρώ, δεν έλαβε αποφάσεις, εν αναμονή της ψήφισης του «Ηρακλή».
Σημειώνεται ότι μεθαύριο Τρίτη η Alpha Bank μαζί με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του γ’ τριμήνου θα κάνει γνωστό το δικό της εμπροσθοβαρές πλάνο για τα δάνεια που βρίσκονται σε καθυστέρηση, το οποίο επίσης θα στηρίζεται σε τιτλοποίηση του μισού περίπου «κόκκινου» χαρτοφυλακίου της.
Από την άλλη πλευρά, η Τράπεζα Πειραιώς στοχεύει να προχωρήσει την επόμενη διετία σε τιτλοποιήσεις «κόκκινων» δανείων ύψους 6 δισ. ευρώ, εκ των οποίων η πρώτη που θα ολοκληρωθεί στο πρώτο μισό του 2020 θα αφορά στεγαστικά 2 δισ. ευρώ που βρίσκονται σήμερα στον ισολογισμό της.
Η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας δεν έχει κάνει γνωστό τον σχεδιασμό της. Αναλυτές εκτιμούν ότι οι τιτλοποιήσεις της θα κινηθούν γύρω από τα 5 δισ. ευρώ. Εάν οι παραπάνω κινήσεις ολοκληρωθούν με επιτυχία, το επόμενο 12μηνο οι δείκτες καθυστερήσεων θα μειωθούν μεσοσταθμικά στον κλάδο ενδεχομένως και κάτω από 15%.