Το Αρχαιολογικό Μουσείο Καρδίτσας βρίσκεται εντός του πολεοδομικού ιστού της πόλης, σε μια περιοχή που θα μπορούσε να ονομαστεί νησίδα πολιτισμού της πόλης.
Ο πεζόδρομος Βασιαρδάνη το χωρίζει από τη Δημοτική Πινακοθήκη, όπου ο επισκέπτης μπορεί να βρει έργα του Γιολδάση και άλλων σημαντικών καλλιτεχνών της Καρδίτσας, ενώ δίπλα από αυτή στέκει ο επιβλητικός ναός της Ευαγγελίστριας.
Σε κοντινή απόσταση από το Αρχαιολογικό Μουσείο βρίσκεται η Δημοτική Αγορά, η οποία το 1992 κηρύχθηκε Μνημείο Ευρωπαϊκής Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς.
Πρόκειται, όπως τονίζει η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Καρδίτσας, Μαρία Βαϊοπούλου, «για ένα από τα τελευταία και ελάχιστα σωζόμενα κτίρια αγορών της γαλλικής εταιρείας Hennebique του Francois Coignet, η οποία κατασκευάστηκε τη δεκαετία του 1920 και αποτελεί για την εποχή του μοναδικό δείγμα μοντέρνας αρχιτεκτονικής από σκυρόδεμα, μέταλλο και γυαλί και σήμερα στεγάζει πολιτιστικές εκδηλώσεις».
Η έκθεση του Μουσείου, σύμφωνα με την ίδια, χωρίζεται σε δύο μέρη.
Το πρώτο περιλαμβάνει την Ενότητα Χρόνος και Άνθρωπος, όπου ο επισκέπτης μπορεί να παρακολουθήσει την εξέλιξη του ανθρώπου στο χρόνο από την Προϊστορική Περίοδο μέχρι και τους Κλασικούς Χρόνους.
Η περιήγησή του αυτή ξεκινά από τα παλαιολιθικά εργαλεία του οροπεδίου της Νεβρόπολης (νυν Λίμνη Πλαστήρα) και συνεχίζεται στους Νεολιθικούς Χρόνους, όπου μέσα από τα ανοιγόμενα παράθυρα της αναπαράστασης μιας Μαγούλας ο επισκέπτης μπορεί να δει τη στρωματογραφία και τα τεκμήρια πάνω στα οποία οι αρχαιολόγοι θεμελιώνουν τις θεωρίες τους για τον τρόπο ζωής του νεολιθικού ανθρώπου.
Η αναπαράσταση ενός νεολιθικού σπιτιού με την οικοσκευή του, καθώς και ο νεολιθικός ιπνός (φούρνος), βοηθούν να συμπληρωθεί η εικόνα της καθημερινότητας στο θεσσαλικό κάμπο κάποιες χιλιετίες πριν από το σήμερα.
«Ο εντυπωσιακός θολωτός μυκηναϊκός τάφος του Γεωργικού», προσθέτει η αρχαιολόγος, «με τα ευρήματα ενημερώνει τον επισκέπτη ότι οι κάτοικοι της περιοχής δεν ζούσαν απομονωμένοι και ότι συμμετείχαν στις εξελίξεις της Εποχής του Χαλκού, προσαρμόζοντας τον πολιτικοοικονομικό τρόπο ζωής τους καθώς και την καθημερινότητά τους. Η ενότητα αυτή κλείνει με το εμπόριο την Κλασική και Ελληνιστική Περίοδο».
Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζονται οι σημαντικότερες πόλεις και ιερά της περιοχής, ξεκινώντας από το πανθεσσαλικό ιερό της Ιτωνίας Αθηνάς με την αναπαράσταση ενός καμένου δέντρου φορτωμένου ακόμη από τα κτερίσματα των πιστών στη θεά.
Πιο αναλυτικά, η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Καρδίτσας σημειώνει:
«Στην προθήκη η οποία είναι αφιερωμένη στο Ασκληπιείο Κιερίου, οι μαρμάρινες παιδικές κεφαλές ενημερώνουν τον επισκέπτη ότι τα παιδιά που αφιερώθηκαν στον Ασκληπιό και έφυγαν για να εξασκήσουν το λειτούργημα του γιατρού σε άλλους χώρους άφησαν πίσω τους ένα μαρμάρινο ομοίωμά τους, για να πάρει τη θέση που άφησαν άδεια. Από το ιερό των χθόνιων θεοτήτων της Όθρυος εντυπωσιάζουν οι λεπτομέρειες των χάλκινων αντιγράφων επίπλων. Η περιήγηση στα ιερά τελειώνει με τον αρχαϊκό ναό του Απόλλωνα της αρχαίας Μητρόπολης, όπου δεσπόζει το χάλκινο άγαλμα του θεού με τη μορφή τοξότη και το άλογο υδρορροή του ναού».
Όσον αφορά τα εκθέματα που προσελκύουν επίσης την προσοχή και αναδεικνύουν τον πλούτο των πόλεων, αξίζει να σημειωθεί, σύμφωνα με την ίδια, η πήλινη κεφαλή του Διονύσου από τη Μητρόπολη, καθώς και τα ταπεινά, αποτυχημένα κατά την όπτηση αγγεία, η μισοτελειωμένη λάρνακα με την αρπαγή κόρης από τους Γόμφους, ο ξύλινος αυλός από την Αργιθέα, τα χρυσά κοσμήματα και τα όπλα από τα νεκροταφεία της Αργιθέας.
Ας μην ξεχάσουμε τέλος, προσθέτει, και τα χειρουργικά εργαλεία που βρέθηκαν στο Κιέριο.
«Το Αρχαιολογικό Μουσείο Καρδίτσας», καταλήγει η κ. Βαϊοπούλου, «είναι ένα μικρό επαρχιακό μουσείο, το οποίο όμως εντυπωσιάζει τον επισκέπτη με τον πλούτο και την ποικιλία των εκθεμάτων του».
(Πηγή πληροφοριών: ΑΠΕ – ΜΠΕ)