Ο βουλευτής Αρκαδίας της Ν.Δ. σχολιάζει τις επιδόσεις της κυβέρνησης, τονίζει πως όλοι οφείλουν να «βάλουν πλάτη» για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού-προσφυγικού, αρκεί η διαδικασία να είναι δίκαιη, ισομερής και αναλογική για κάθε πόλη και νομό και σημειώνει πως ο Πρωθυπουργός θα χρειαστεί να πάρει «δύσκολες» αποφάσεις.

 

Πώς σχολιάζετε τις επιδόσεις της Κυβέρνησης ΝΔ μέχρι στιγμής; Είστε ευχαριστημένος ή θεωρείτε πως υπάρχουν και πράγματα που θα μπορούσαν να είχαν γίνει διαφορετικά;

Στη διακυβέρνηση της χώρας πάντα υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης και γι αυτό ποτέ δεν πρέπει να είμαστε 100% ευχαριστημένοι, ώστε να μην σταματάμε να προσπαθούμε για το καλύτερο. Θεωρώ, όμως, ότι η κυβέρνησή μας κατάφερε σε σύντομο χρονικό διάστημα να προχωρήσει σε αποφάσεις και κινήσεις, που σε άλλους μπορεί να έπαιρναν χρόνια. Νομίζω πως μια σύγκριση των πρώτων 100 ημερών της κυβέρνησης ΝΔ με το αντίστοιχο διάστημα διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ είναι χαοτική. Ειδικά στον τομέα της οικονομίας οι θετικές εξελίξεις είναι συνεχείς και σημαντικότατες. Βάλαμε τέλος στα capital controls, πετύχαμε ιστορικό χαμηλό στο 7ετές ομόλογο και ιστορικό χαμηλό 1,5% στο 10ετές ομόλογο, ενώ για πρώτη φορά η χώρα δανείστηκε με αρνητικό επιτόκιο.

Μέσα στις 100 πρώτες ημέρες προχωρήσαμε στη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 22% μεσοσταθμικά και βελτιώσαμε τη ρύθμιση των 120 δόσεων, κίνηση που είχε ως αποτέλεσμα πάνω από 1 εκατομμύριο οφειλέτες να ρυθμίσουν 11,5 δις. οφειλών στην εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία. Επιπλέον, χορηγήσαμε 66.000 αυξημένες συντάξεις χηρείας, που είχαν μειωθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση, ενώ αυξήσαμε και το επίδομα θέρμανσης.

Κάναμε πράξη τις δεσμεύσεις μας ξεμπλοκάροντας τα μεγάλα επενδυτικά σχέδια, όπως στο Ελληνικό, στο λιμάνι του Πειραιά και στη Χαλκιδική. Την ίδια ώρα δεν παραμελήσαμε την παιδεία μας, καθώς φροντίσαμε για την κάλυψη των κενών σε εκπαιδευτικό προσωπικό στα σχολεία, με πρόσληψη 30.350 αναπληρωτών εκπαιδευτικών και ειδικού βοηθητικού και επιστημονικού προσωπικού, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν εξακολουθούν να υπάρχουν κενά, ειδικά σε μη αστικά κέντρα, που πρέπει άμεσα να καλύψουμε. Επιπλέον, ξεκινήσαμε να ενισχύουμε το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών βάζοντας τέλος στο άσυλο ανομίας στα πανεπιστήμια, προχωρώντας σε εκκενώσεις κτηρίων που είχαν καταληφθεί για χρόνια, ενώ δρομολογήθηκε η πρόσληψη 1.500 αστυνομικών.

 

Αναμφίβολα το θέμα των ημερών είναι το μεταναστευτικό-προσφυγικό. Παρατηρούμε μια «έκρηξη» των εισροών, η κατάσταση στα νησιά βρίσκεται στο «κόκκινο», ενώ και οι κάτοικοι της ενδοχώρας αντιδρούν έντονα στο ενδεχόμενο φιλοξενίας προσφύγων στις περιοχές τους. Θεωρείτε ότι μπορεί η κυβέρνηση της ΝΔ να αντιμετωπίσει το πρόβλημα;

Θέλω να είμαι ξεκάθαρος. Το μεταναστευτικό-προσφυγικό στη σημερινή του μορφή μας το κληροδότησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Αρκεί να συγκρίνουμε ποια ήταν η κατάσταση το ’14 και τι παρέδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ… Η κατάσταση δεν θα είχε εξελιχθεί με τον τρόπο που εξελίχθηκε, αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε ακολουθήσει την πολιτική των «ανοικτών συνόρων», αν ο κ. Τσίπρας προτάσσοντας τον δήθεν ανθρωπισμό της αριστερής προοδευτικής του πολιτικής δεν είχει προλάβει να δημιουργήσει την εικόνα μιας χώρας που είναι «ξέφραγο αμπέλι» δίχως κανέναν έλεγχο.

Προφανώς και το προσφυγικό είναι ένα γεωπολιτικό ζήτημα με ευρύτερες διαστάσεις και πολλές παραμέτρους, του οποίου η αντιμετώπιση δεν είναι απλή υπόθεση. Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν εκπόνησε το απαραίτητο σχέδιο, αλλά και δεν εκμεταλλεύτηκε καν σωστά τους πόρους που είχε στη διάθεσή της για να το αντιμετωπίσει.

 

 

Πλέον η κατάσταση είναι ιδιαιτέρως κρίσιμη και η αντιμετώπισή της είναι πολύπλευρη. Από τη μία οφείλουμε ως Έλληνες, που διαχρονικά έχουμε αποδείξει την αλληλεγγύη μας και την ανθρωπιά μας, να «βάλουμε πλάτη» και να βοηθήσουμε τους ανθρώπους αυτούς. Δεν είναι δυνατόν όλο το βάρος της κατάστασης αυτής να το «σηκώνουν» 5 νησιά του Αιγαίου, οι κάτοικοι των οποίων έχουν φτάσει στα όριά τους εδώ και καιρό. Η ενδοχώρα οφείλει να βοηθήσει στην αποσυμφόρηση των νησιών. Η διαδικασία αυτή όμως οφείλει να γίνει με τρόπο δίκαιο, ισομερή και αναλογικό για κάθε πόλη και νομό, λαμβάνοντας υπόψη τι μπορεί να προσφέρει η κάθε περιοχή, χωρίς να δημιουργηθεί πρόβλημα στην καθημερινότητα των κατοίκων.

Από την άλλη – και ίσως αυτό είναι το πιο σημαντικό – είναι να αναλάβει έναν πιο ισχυρό ρόλο η Ευρωπαϊκή Ένωση στο ζήτημα αυτό. Όπως είπε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος θα χρειαστεί να πάρει «δύσκολες» αποφάσεις, η ΕΕ οφείλει να επιδείξει πολύ μεγαλύτερη αλληλεγγύη προς την Ελλάδα στη διαχείριση αυτού του ζητήματος. Δεν μπορούμε να εκβιαζόμαστε από την Τουρκία. Η ΕΕ οφείλει να εκπονήσει μια νέα δέσμη μέτρων για τη μετανάστευση και το άσυλο, αλλά και να προετοιμαστεί κατάλληλα ως αρραγές σύνολο, ώστε να προλάβουμε περαιτέρω αρνητικές εξελίξεις.

 

Ένα ακόμα ανοικτό ζήτημα για την κυβέρνηση είναι αυτό της ΔΕΗ, ένα ζήτημα που αφορά άμεσα και στην Αρκαδία, την οποία εκπροσωπείται στη Βουλή, λόγω του λεκανοπεδίου της Μεγαλόπολης. Πιστεύετε ότι τελικά θα βρεθεί η λύση, ώστε να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα της επιχείρησης;

Στη Νέα Δημοκρατία θα κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας για να σωθεί η ΔΕΗ, για να δοθεί μια οριστική λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Δυστυχώς, και σε αυτό το ζήτημα, είμαστε υποχρεωμένοι να «πληρώσουμε τα σπασμένα» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, που με την αδιαφορία, την ιδεοληψία και την ανικανότητά της έφερε την άλλοτε κραταιά επιχείρηση ένα βήμα πριν την καταστροφή. Το ζήτημα της ΔΕΗ είναι κι αυτό πολύπλευρο και σίγουρα οι ευθύνες βαραίνουν πολλούς, ωστόσο, είναι τουλάχιστον προκλητικό να εγκαλούν την προσφάτως εκλεγμένη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας εκείνοι που τα προηγούμενα 4,5 χρόνια με τις πράξεις, τις παραλείψεις και τις αστοχίες τους απαξίωσαν και επί της ουσίας διέλυσαν τη ΔΕΗ. Θεωρώ ότι είναι περιττό να σας θυμίσω πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ πολέμησε το σχέδιο για τη «Μικρή ΔΕΗ» και πως συμφώνησε για τη μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ στο 50% χωρίς αντάλλαγμα. Στις περιπτώσεις αυτές οι αριθμοί λένε όλη την αλήθεια. Το 2014, η Δ.Ε.Η. είχε κεφαλαιοποίηση περίπου 2 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ πριν από τις ευρωεκλογές η χρηματιστηριακή αξία της επιχείρησης υποχώρησε στο 1/7 περίπου του ποσού αυτού. Να θυμίσω επίσης ότι επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ έγιναν 2 προσπάθειες ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ οι οποίες δεν τελεσφόρησαν, καθώς η εταιρεία ήταν ζημιογόνος και ασύμφορη ακόμα και για τους ιδιώτες. Οι εν λόγω απόπειρες ιδιωτικοποίησης, μάλιστα, διασφάλιζαν τις θέσεις των εργαζομένων για μόλις 6 χρόνια. Δυστυχώς τα λάθη ήταν πολλά και επαναλαμβανόμενα, για αυτό και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε.

Αυτό που πλέον έχει σημασία είναι να γίνει το καλύτερο δυνατό για μια ισχυρή και βιώσιμη ΔΕΗ και το αρμόδιο Υπουργείο κινείται προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό ισχύει και για το λεκανοπέδιο της Μεγαλόπολης. Η Μεγαλόπολη εδώ και πάρα πολλά χρόνια στηρίζει την ενεργειακή επάρκεια της χώρας με κόστος για τους κατοίκους της και αυτό οφείλουμε να το σεβαστούμε και να το λάβουμε σοβαρά υπόψη.

Ο στόχος μας είναι το καλύτερο δυνατό για τη ΔΕΗ, αλλά και για τη Μεγαλόπολη ιδιαίτερα, στο πλαίσιο της μεταλιγνιτικής εποχής. Προσωπικά δεν θα σταματήσω να προσπαθώ εντός κι εκτός βουλής προκειμένου η η Μεγαλόπολη να κερδίσει το στοίχημα της επόμενης μέρας, προκειμένου να διασφαλιστούν οι θέσεις εργασίες του τακτικού προσωπικού, προκειμένου η Αρκαδία να παραμείνει το 2ο ενεργειακό κέντρο της χώρας και μετά το 2028, με τη δημιουργία μονάδας φυσικού αερίου αλλά και την κατασκευή φωτοβολταϊκών και αιολικών πάρκων.

Με δεδομένες τις συνθήκες που διαμορφώνει η κλιματική αλλαγή, αλλά και με γνώμονα την ευαισθησία της Νέας Δημοκρατίας και πρωτίστως του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη σε περιβαλλοντικά ζητήματα, θα ληφθούν οι αναγκαίες πρωτοβουλίες, ώστε η Μεγαλόπολη να αποτελέσει έναν πόλο καινοτομίας και ανάπτυξης με επενδύσεις, που θα φέρουν νέες θέσεις εργασίας. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να αξιοποιηθεί το λεκανοπέδιο της Μεγαλόπολης, με τη δημιουργία πάρκων, με την προώθηση καλλιεργειών αλλά και διαφόρων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, πάντα με σεβασμό στο περιβάλλον αλλά και στην υγεία και την ποιότητα ζωής των κατοίκων της.

 

 

Ο ενεργειακός προσανατολισμός της χώρας, αλλά και η επόμενη ημέρα για τη Μεγαλόπολη οφείλουν να αποτελέσουν μέρος ενός εθνικού στρατηγικού ενεργειακού σχεδίου, που θα αξιοποιήσει όλα τα πλεονεκτήματα που διαθέτουμε.

 

Από τον τρόπο που τοποθετήστε καταλαβαίνει κανείς ότι δίνετε ιδιαίτερη σημασία στον μακρόπνοο σχεδιασμό και γενικότερα σ’ έναν σωστό προγραμματισμό. Αυτό είναι το όραμά σας για την Αρκαδία;

Πιστεύω πως η απουσία μακρόπνοου στρατηγικού σχεδιασμού, αλλά και η ασυνέχεια και ασυνέπεια μεταξύ των διαφόρων κυβερνήσεων, ευθύνονται για πολλά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα κι όχι μόνο αυτό, αλλά της στερούν και τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί πλήρως τις αναπτυξιακές της δυνατότητες. Οφείλουμε επιτέλους να αναγνωρίσουμε τα πλεονεκτήματά μας και να τα αξιοποιήσουμε στο έπακρο.

Αυτό ισχύει και για την Αρκαδία, που αναμφίβολα έχει μεγάλες αναπτυξιακές δυνατότητες σε όλα τα επίπεδα. Η αρχή μπορεί να γίνει από την Τρίπολη και την ΒΙ.ΠΕ., που μπορεί και πρέπει να αποτελέσει πυρήνα ανάπτυξης και πόλο προσέλκυσης επενδύσεων, καθώς έχει όλες τις προδιαγραφές για κάτι τέτοιο. Αντίστοιχες δυνατότητες παρουσιάζει και η Κυνουρία, καθώς με την ολοκλήρωση του καταδυτικού πάρκου στον Τυρό και την περαιτέρω ανάπτυξη του αναρριχητικού πάρκου στο Λεωνίδιο, μπορεί να αλλάξει ολόκληρος ο τουριστικός χάρτης της Αρκαδίας. Φυσικά και η διαδικασία αυτή μπορεί να επιταχυνθεί και να γίνει ακόμα πιο αποτελεσματική με τα κατάλληλα αναπτυξιακά έργα, όπως για παράδειγμα την πολυσυζητημένη παράκαμψη των Λαγκαδιών στη Γορτυνία.

Τα τελευταία χρόνια νομίζω ότι έχει πλέον καταστεί σαφές ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος να προχωρήσουμε μπροστά, πέρα από αυτόν της ανάπτυξης, και αυτό ισχύει όχι μόνο για τη χώρα συνολικά, αλλά και για τις τοπικές κοινωνίες και η Αρκαδία μπορεί να πρωταγωνιστήσει σ’ αυτό. Με την προσέλκυση επενδύσεων, με την ανάπτυξη του τουρισμού και κυρίως του θεματικού τουρισμού, με την προώθηση της αγροδιατροφής και των τοπικών προϊόντων, η Αρκαδία μπορεί να κερδίσει το στοίχημα της επόμενης μέρας και να γίνει πρωταγωνίστρια.

 

Ο Κώστας Βλάσης είναι Χειρουργός Ορθοπεδικός – Αναπληρωτής Καθηγητής Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών

Βουλευτής Αρκαδίας Ν.Δ.