Δεν είναι το κυρίαρχο κριτήριο για τα πανεπιστήμια η εμπορική αξιοποίηση της έρευνας τους ενώ η Πολιτεία οφείλει να στηρίζει οικονομικά την λειτουργία τους, απαντάει σε αυστηρό τόνο η Σύγκλητος του πανεπιστημίου Αθηνών στο υπουργείο Παιδείας και την κατεύθυνση των αλλαγών που σχεδιάζει στην ανώτατη εκπαίδευση της χώρας.
«Σε κάθε περίπτωση, κυρίαρχη προτεραιότητα του ΕΚΠΑ (και των άλλων ΑΕΙ της χώρας) είναι η ισότιμη προώθηση της βασικής και της εφαρμοσμένης έρευνας για όλες ανεξαιρέτως τις επιστήμες και μάλιστα ανεξάρτητα αν τα ερευνητικά τους αποτελέσματα διαμορφώνουν προοπτικές εμπορικής αξιοποίησης ή όχι» αναφέρεται σε ανακοίνωση του Ιδρύματος που υπογράφει ο πρύτανης του Θάνος Δημόπουλος.
«Αυτό σημαίνει ότι η καθιέρωση του κριτηρίου της προοπτικής της εμπορικής αξιοποίησης των ερευνητικών αποτελεσμάτων ως του κυρίαρχου στον προσανατολισμό της πανεπιστημιακής έρευνας ή ακόμη και των προγραμμάτων σπουδών, θα είχε εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις στην τριτοβάθμια παιδεία της χώρας μας» τονίζει.
Η ανακοίνωση του Ιδρύματος
Συγκεκριμένα στην ανακοίνωση του Ιδρύματος αναφέρεται ότι:
«Ανακοινώσεις του Υπουργείου Παιδείας που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, καθώς και σχετικές δημοσιεύσεις των ΜΜΕ ασκούν κριτική στα Πανεπιστήμια στην οποία τονίζεται η απουσία εμπορικής αξιοποίησης των ερευνητικών αποτελεσμάτων της πανεπιστημιακής κοινότητας με την δημιουργία πατεντών ή με την δημιουργία τεχνοβλαστών/spin-off εταιρειών, σε συνεργασία και με ιδιώτες επενδυτές.
Η Σύγκλητος του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών θεωρεί υποχρέωσή της να προβεί σε ορισμένες επισημάνσεις σχετικά με το θέμα αυτό.
Αποτελεί συνταγματική υποχρέωση της εκάστοτε κυβέρνησης να στηρίζει οικονομικά την ερευνητική δραστηριότητα των δημοσίων Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΑΕΙ) – κατά μείζονα δε λόγο όταν τα ερευνητικά τους αποτελέσματα τόσο στη Βασική όσο στην Εφαρμοσμένη έρευνα, στις θετικές ή στις ανθρωπιστικές επιστήμες, είναι υψηλού επιπέδου- σεβόμενη την ελευθερία του κάθε ερευνητή στην επιλογή της ερευνητικής του ενασχόλησης.
Η έρευνα για την απόκτηση νέας γνώσης
Το υψηλό αυτό επίπεδο προκύπτει και από την περίοπτη θέση που καταλαμβάνουν τα ΑΕΙ της χώρας μας για το ερευνητικό τους έργο με βάση τους διεθνείς επιστημονικούς δείκτες αξιολόγησης, αφού ληφθεί επιπλέον υπόψη ο χαμηλός πληθυσμός της χώρας σε συνδυασμό με την υποτυπώδη κρατική χρηματοδότηση της έρευνας, κι αυτό σε σύγκριση με ό,τι συμβαίνει σε άλλες ερευνητικά αναπτυγμένες χώρες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η βασική έρευνα που πρέπει να επιτελείται στο δημόσιο Πανεπιστήμιο είναι «η πειραματική ή θεωρητική εργασία της οποίας ο πρωταρχικός σκοπός είναι η απόκτηση νέας γνώσης θεμελιωδών φαινομένων και παρατηρήσιμων γεγονότων, χωρίς να αποβλέπει σε μία συγκεκριμένη εφαρμογή ή χρήση.
Η εφαρμοσμένη έρευνα είναι επίσης πρωτότυπη έρευνα που διενεργείται με σκοπό την απόκτηση νέας γνώσης.
Αποβλέπει όμως πρωταρχικά σε ένα συγκεκριμένο πρακτικό σκοπό».
Είναι προφανές ότι ερευνητικά αποτελέσματα εφαρμοσμένων ερευνητικών δραστηριοτήτων μπορούν να αξιοποιηθούν ώστε να οδηγήσουν και σε αξιοποιήσιμα κοινωνικά και οικονομικά οφέλη. Στην κατεύθυνση αυτή, θα ήταν σημαντική η συμβολή της Πολιτείας, μέσα από την παροχή φορολογικών, οικονομικών και άλλων κινήτρων ή και την απλούστευση των τρεχουσών διαδικασιών δεδομένου ότι η πολυπλοκότητα τους συχνά αποτελεί εμπόδιο για την αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων.
Επίσης, απαιτείται παρέμβαση σε επίπεδο υποδομών στα ΑΕΙ και ίδρυση γραφείων μεταφοράς τεχνογνωσίας στελεχωμένο με εξειδικευμένο προσωπικό που θα υποστηρίζει τους Ερευνητές και θα εξασφαλίζει τη διαφάνεια των διαδικασιών.
Πολύ συχνά στην επιστήμη, οι εφαρμογές των ερευνητικών αποτελεσμάτων (εμπορικές ή τεχνολογικές) δεν είναι εκ των προτέρων γνωστές και είναι ενδεχομένως και μη-αναμενόμενες. Συνήθως χρειάζεται κάποιος χρόνος ωρίμανσης της αρχικής ιδέας (ανακάλυψης) πριν αυτή λάβει μια εφαρμόσιμη μορφή.
Η έρευνα για την ανάπτυξη κοινωνικής αυτογνωσίας
Η έρευνα στις Ανθρωπιστικές Επιστήμες (Θεολογία, Ιστορία, Αρχαιολογία, Φιλοσοφία, Πολιτισμός, Θέατρο κλπ.) είναι ανεκτίμητης αξίας για την ανάπτυξη κοινωνικής αυτογνωσίας, συνοχής και αλληλεγγύης. Ως εκ τούτου πρέπει να χρηματοδοτείται ισότιμα με άλλες επιστήμες και τέχνες χωρίς προϋποθέσεις άμεσης αξιοποίησης των αποτελεσμάτων αυτής.
Η βασική έρευνα, πέρα από την επιστημονική αίγλη που προσδίδει στα Πανεπιστήμια που την διεξάγουν επιτυχώς, δημιουργεί τις βάσεις για την ανάπτυξη και διεξαγωγή της εφαρμοσμένης έρευνας.
Επειδή όμως η βασική έρευνα δεν επιφέρει άμεσα οικονομικά οφέλη, ο φυσικός χώρος διεξαγωγής της, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, είναι τα Πανεπιστήμια, που χαίρουν της κρατικής και ανιδιοτελούς χρηματοδότησης.
Ο αποκλεισμός της βασικής έρευνας από τα Πανεπιστήμια είναι ευνόητο ότι θα έχει καταστροφικά αποτελέσματα όχι μόνο για την ίδια τη βασική έρευνα, που θα πάψει πλέον να διεξάγεται στην χώρα μας, αλλά, μακροπρόθεσμα, και για την εφαρμοσμένη.
Σε κάθε περίπτωση, κυρίαρχη προτεραιότητα του ΕΚΠΑ (και των άλλων ΑΕΙ της χώρας) είναι η ισότιμη προώθηση της βασικής και της εφαρμοσμένης έρευνας για όλες ανεξαιρέτως τις επιστήμες και μάλιστα ανεξάρτητα αν τα ερευνητικά τους αποτελέσματα διαμορφώνουν προοπτικές εμπορικής αξιοποίησης ή όχι.
Αυτό σημαίνει ότι η καθιέρωση του κριτηρίου της προοπτικής της εμπορικής αξιοποίησης των ερευνητικών αποτελεσμάτων ως του κυριάρχου στον προσανατολισμό της πανεπιστημιακής έρευνας ή ακόμη και των προγραμμάτων σπουδών, θα είχε εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις στην τριτοβάθμια παιδεία της χώρας μας”.