Ανοιχτό το ενδεχόμενο της γενίκευσης σε όλο τον ιδιωτικό τομέα –και όχι μόνο για τα τραπεζικά στελέχη- της άρσης της αυτεπάγγελτης δίωξης για το αδίκημα της κακουργηματικής απιστίας, άφησε ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας, μετά τις ενστάσεις που διατυπώθηκαν περί αντισυνταγματικότητας της σχετικής ρύθμισης που εισηγείται στο πλαίσιο των αλλαγών του Ποινικού Κώδικα.
Κατά την συζήτηση στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, ο κ. Τσιάρας δήλωσε ότι εξετάσει την γενίκευση της κατ’ έγκληση δίωξης για απιστία σε όλο τον ιδιωτικό τομέα και όχι μόνο στον τραπεζικό, κάτι άλλωστε που αποτελούσε και την αρχική πρόταση της αρμόδιας νομοπαρασκευαστικής επιτροπής. Ωστόσο, επέμεινε ότι η επίμαχη διάταξη περιορίστηκε αποκλειστικά στον τραπεζικό χώρο προκειμένου να λύση στην διαχείριση των «κόκκινων» δανείων προς όφελος των οφειλετών. «Θέλουμε οι τράπεζες να μπορούν να υπογράψουν ρυθμίσεις για “κόκκινα” δάνεια, να μπορούν να διαπραγματευθούν απευθείας με τους οφειλέτες», ανέφερε κλείνοντας την συζήτηση αναγνωρίζοντας ότι υπάρχουν διαφορετικές απόψεις και ένας γενικότερος προβληματισμός.
Ωστόσο, τόνισε ότι προέχει «να απελευθερώσουμε την οικονομία, να δώσουν οι τράπεζες δάνεια, να σωθούν θέσεις εργασίας, να ρυθμίσουμε τα “κόκκινα” δάνεια ή αλλιώς θα έχουμε μόνιμα τα “κόκκινα” δάνεια να πηγαίνουν στα funds», είπε και διευκρίνισε σχετικά με την κριτική που ασκήθηκε ότι η ρύθμιση περιορίζεται μόνο στα τραπεζικά ιδρύματα ότι σε αυτή την περίπτωση μπορεί να προστρέξει στην αρχική διατύπωση της νομοπαρασκευαστικής περί γενικευμένης ισχύος στον ιδιωτικό τομέα. Είναι κάτι που θα εξεταστεί από τον ίδιο και τους αρμοδίους παράγοντες του υπουργείου Δικαιοσύνης σε συνάρτηση με το θέμα της αντισυνταγματικότητας που ήγειραν κάποιοι βουλευτές και κατά πόσον ισχύει. Πάντως, όσον αφορά συνολικά το νομοσχέδιο για τους νέους Κώδικες, ο κ. Τσιάρας εμφανίστηκε ανοιχτός σε βελτιώσεις αλλά, όπως είπε «όχι με την λογική των αφορισμών». «Θέλω την καλύτερη δυνατή νομοθέτηση. Με ανοιχτό πνεύμα», είπε στα κόμματα και τα κάλεσε μέχρι την προσεχή Δευτέρα (β’ ανάγνωση του νομοσχεδίου) να προσέλθουν με τις προτάσεις τους.
Για πιθανή αντισυνταγματικότητα της ρύθμισης λόγω της ειδικής μεταχείρισης των τραπεζών, είχε μιλήσει νωρίτερα ο βουλευτής του ΚΙΝΑΛ Χάρης Καστανίδης, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι υπέρ της επαναφοράς της αυτεπάγγελτης δίωξης για το αδίκημα της κακουργηματικής απιστίας τάχθηκε η Πρόεδρος της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος Άννα Ζαΐρη, σε αντίθεση με την άποψη που διατύπωσε η Γενική Γραμματέας της Ένωσης Τραπεζών Χαρίκλεια Απαλαγάκη, σημειώνοντας ότι σε 69 χρόνια ισχύος της η αυτεπάγγελτη δίωξη δεν έχει δει και πολλές καταδικαστικές αποφάσεις παρά μόνο διώξεις και αφετέρου ότι στα ΝΠΙΔ δεν διώκονται αυτεπάγγελτα ούτε τα αδικήματα της απάτης και της υπεξαίρεσης που είναι μεγαλύτερης κοινωνικής απαξίας από εκείνο της απιστίας.
Ο κ. Καστανίδης κάλεσε τον υπουργό Δικαιοσύνης να μείνει στην γενική αρχή χωρίς την εξαίρεση ότι οι κακουργηματικές απιστίες διώκονται αυτεπαγγέλτως. Ενώ ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Τζανακόπουλος καταλόγισε στην κυβέρνηση ότι «υλοποιεί μια κεντρική κυβερνητική απόφαση – “δώρο” στους τραπεζίτες». «Δεν υπάρχει καμία συνταγματική λογική, το μόνο που θα συμβεί είναι ότι θα γίνει μια μαζική εκκαθάριση υποθέσεων που βρίσκονται στην Δικαιοσύνη αφού θύμα και θύτης ταυτίζονται με τον τρόπο που είναι διατυπωμένη η διάταξη», ανέφερε, καλώντας τον κ. Τσιάρα να την πάρει πίσω: «Να μην εκθέσετε την ελληνική οικονομία στον κίνδυνο συγκάλυψης εκατοντάδων παράνομων πράξεων μόνο και μόνο για να ευνοηθούν τραπεζικά στελέχη και κόμματα. Εκτίθεστε», του είπε.