Έντονη κριτική στον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, ασκεί ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, με αφορμή τις εξελίξεις γύρω από το «πάγωμα» της ενταξιακής πορείας της Βόρειας Μακεδονίας στην πρόσφατη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
«Η Ελλάδα ξαναγυρνάει, δυστυχώς, σε ρόλο κομπάρσου στη περιοχή των Βαλκανίων. Η μικρή Ελλάδα που παρακολουθεί και ακολουθεί πρωτοβουλίες τρίτων» αναφέρει ο κ. Τσίπρας σε ανάρτηση του στο Facebook, σημειώνοντας ότι «η εξωτερική πολιτική δεν γίνεται υπό τον φόβο των εσωκομματικών συσχετισμών».
Ειδικότερα, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ τονίζει ότι «τη στιγμή που η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με τις συνέπειες της τραγικής της απόφασης να μη δώσει πράσινο φως για την ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας, η Ελλάδα φαίνεται να απουσιάζει παντελώς από τις εξελίξεις στη γειτονιά της».
Σχολιάζει πως «ο έλληνας πρωθυπουργός, που δεν τολμά καλά-καλά να προφέρει το όνομα της γειτονικής χώρας, αποδέχθηκε πειθήνια τη μοιραία σύνδεση της ενταξιακής πορείας της γειτονικής μας χώρας με αυτήν της Αλβανίας, χωρίς μάλιστα να απαιτήσει μεταρρυθμίσεις για τα δικαιώματα της ελληνικής εθνικής μειονότητας».
Σύμφωνα με τον κ. Τσίπρα, ο κ. Μητσοτάκης «παρακολούθησε σιωπηλός στη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τη Δανία και την Ολλανδία να διαπραγματεύονται το μέλλον των Βαλκανίων. Και τώρα αμήχανα παρακολουθεί την Ιταλία, να προτείνει επανεκκίνηση του ενταξιακού διαλόγου τον Νοέμβριο».
«Είμαι βέβαιος» σχολιάζει ο κ. Τσίπρας, «ότι όσο δημόσια θα λέει το εξόχως αντιφατικό ότι πρέπει να τιμήσουμε την επιζήμια Συμφωνία, ταυτόχρονα θα παρακαλάει μη τυχόν και κερδίσουν ξανά στη γειτονική χώρα οι εθνικιστές και αμφισβητήσουν την -κατά τ’ άλλα- «κατάπτυστη» Συμφωνία των Πρεσπών».
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνει καταληκτικά πως «με αυτά και με αυτά, όμως, η Ελλάδα ξαναγυρνάει δυστυχώς σε ρόλο κομπάρσου στην περιοχή των Βαλκανίων. Η μικρή Ελλάδα που παρακολουθεί και ακολουθεί πρωτοβουλίες τρίτων». «Γιατί», υπογραμμίζει, «η εξωτερική πολιτική δεν γίνεται υπό τον φόβο των εσωκομματικών συσχετισμών. Και κυρίως γιατί τον λαϊκισμό της αντιπολίτευσης συνήθως τον πληρώνεις μεταχρονολογημένα. Το κακό όμως είναι ότι τον πληρώνει και η χώρα».