Τη στήριξή της στην Ουκρανική κυβέρνηση εξέφρασε η Ύπατη Εκπρόσωπος για την Εξωτερική Πολιτική της ΕΕ, Φ. Μογκερίνι, αποφεύγοντας να καταδικάσει την απαγόρευση του ΚΚ Ουκρανίας και της εφημερίδας του στην απάντησή της στην ερώτηση της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ, που κατέθεσε ο ευρωβουλευτής του Κόμματος Λευτέρης Νικολάου-Αλαβάνος.
Ενώ είναι γνωστό ότι η ΕΕ εμφανίζεται λαλίστατη κατά το δοκούν, χρησιμοποιώντας τα «ανθρώπινα δικαιώματα» ως εργαλείο παρέμβασης τόσο σε κράτη μέλη όσο και σε τρίτες χώρες, σε σχέση με την απαγόρευση του ΚΚ Ουκρανίας, αρκείται στο ότι η ΕΕ διαβίβασε στις ουκρανικές αρχές τις «κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής της Βενετίας σχετικά με την απαγόρευση και τη διάλυση πολιτικών κομμάτων και ανάλογα μέτρα», καθώς και «τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ)». Η Ύπατη Εκπρόσωπος στην απάντησή της επιχειρεί να βγει από την… υποχρέωση να απαντήσει με κούφιες διακηρύξεις για «τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αξίες, όπως το κράτος δικαίου και την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης» κι ανέξοδες διαβεβαιώσεις ότι «θα συνεχίσει να παρακολουθεί την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης στην Ουκρανία», ενώ η ίδια ουδέποτε καταδίκασε την καραμπινάτη αντικομμουνιστική απαγόρευση της κυκλοφορίας της εφημερίδας του ΚΚ Ουκρανίας.
Η ΕΕ όμως όχι απλώς δεν καταδικάζει αλλά προωθεί και ενισχύει την αντικομμουνιστική εκστρατεία τόσο σε τρίτες χώρες, όπως η Ουκρανία, όσο και στα κράτη-μέλη της. Το πρόσφατο κατάπτυστο αντικομμουνιστικό ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου που εξισώνει τον κομμουνισμό με το τέρας του φασισμού είναι χαρακτηριστικό ότι επικαλείται αυτές τις απαγορεύσεις και τις διώξεις σε βάρος ΚΚ σε μια σειρά από κράτη ζητώντας προκλητικά τη γενίκευσή τους.
Την ίδια ώρα η ΕΕ ενισχύει τις σχέσεις της με την ουκρανική κυβέρνηση για την εξασφάλιση των ευρωπαϊκών μονοπωλιακών συμφερόντων στην περιοχή. Η ενίσχυση αυτών των σχέσεων επιβεβαιώνεται και από την απάντηση της Ύπατης Εκπροσώπου που κάνει λόγο για «τακτικές επαφές της ΕΕ με τις ουκρανικές αρχές», «διμερείς συναντήσεις και τακτικούς διαλόγους». Σε αυτό το πλαίσιο των «τακτικών διαλόγων» άλλωστε βρέθηκε και ο Υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας στο Ευρωκοινοβούλιο προ ολίγων ημερών και μετά από παρέμβαση της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ αναγκάστηκε να παραδεχτεί τις απαράδεκτες διώξεις σε βάρος του ΚΚ Ουκρανίας, μεταθέτοντας ωστόσο στη συνέχεια επ’ αόριστον την άρση των απαγορεύσεων.
Ο αντικομμουνισμός και τα εμπόδια στη δράση των κομμουνιστών, στη διάδοση της κομμουνιστικής ιδεολογίας που προωθούν η ΕΕ και οι κυβερνήσεις της στοχεύουν να βάλουν εμπόδια στο δρόμο που οδηγεί στη μόνη ελπιδοφόρο διέξοδο των λαών, την απαλλαγή τους από τα δεσμά της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, το σοσιαλισμό.
Ο ουκρανικός λαός, οι λαοί της Ευρώπης, έχουν και μνήμη και πείρα από το σήμερα βιώνοντας όλο και πιο οξυμμένα προβλήματα από την εναλλαγή αστικών κυβερνήσεων. Μπορούν υπερασπιζόμενοι τα δικά τους συμφέροντα να γυρίσουν την πλάτη τους στην αντικομμουνιστική εκστρατεία που σηματοδοτεί πάντα την ένταση της αντιλαϊκής πολιτικής. Με την πάλη τους να ανοίξουν το δρόμο για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος που γεννά τους πολέμους, την εξαθλίωση, την προσφυγιά.
Ακολουθούν τα κείμενα της ερώτησης του ευρωβουλευτή του ΚΚΕ και της απάντησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής:
«Ερώτηση με αίτημα γραπτής απάντησης E-002564/2019 προς την Επιτροπή
Άρθρο 138 του Κανονισμού
Λευτέρης Νικολάου-Αλαβάνος
Θέμα: Ερώτηση για την απαγόρευση της εφημερίδας του ΚΚ Ουκρανίας
Μετά την απαράδεκτη απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ουκρανίας στις 16 Ιούλη που επέβαλε την απαγόρευση του ΚΚ Ουκρανίας, στις 19 Αυγούστου το Διοικητικό Δικαστήριο του Κιέβου, αξιοποιώντας όλο το αντικομμουνιστικό νομικό οπλοστάσιο των ουκρανικών κυβερνήσεων, προχώρησε και στην απαγόρευση κυκλοφορίας της εφημερίδας του ΚΚ Ουκρανίας « Εφημερίδα των Εργατών».
Οι εν λόγω αποφάσεις συνιστούν περαιτέρω κλιμάκωση του αντικομμουνισμού. Απαγορεύουν την πολιτική δράση των κομμουνιστών, καταπατώντας το δικαίωμα ελεύθερης διάδοσης των ιδεών τους. Αποδεικνύουν πόσο υποκριτικές είναι οι διακηρύξεις περί «ανθρωπίνων δικαιωμάτων κι ελευθεριών», περί «ελευθερίας του τύπου» που η ΕΕ συστηματικά επιστρατεύει όπου γης απέναντι σε μη αρεστές σε αυτήν κυβερνήσεις όταν διακυβεύονται τα συμφέροντά της.
Στην περίπτωση της Ουκρανίας, όπως και της Πολωνίας και χωρών της Βαλτικής, οι κυβερνήσεις με τη στήριξη της ΕΕ προωθούν τέτοιες προκλητικές αντικομμουνιστικές αποφάσεις στη βάση της ανιστόρητης εξίσωσης του κομμουνισμού με το τέρας του φασισμού. Ταυτόχρονα, η Ουκρανία, οι κυβερνήσεις κι οι επιχειρηματικοί όμιλοί της απολαμβάνουν σε βάρος του ουκρανικού λαού μια σειρά συμφωνιών με την ΕΕ όπως η λεγόμενη Συμφωνία Σύνδεσης ΕΕ-Ουκρανίας.
Στη βάση όλων των παραπάνω, πώς τοποθετείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις εν λόγω απαγορεύσεις σε βάρος του ΚΚ Ουκρανίας, της εφημερίδας του και στις μεθοδεύσεις για την απαγόρευση της διάδοσης των κομμουνιστικών ιδεών;».
Απάντηση της Φ. Μογκερίνι εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής:
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποδίδει μεγάλη σημασία στα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αξίες, όπως το κράτος δικαίου και η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, τα οποία βρίσκονται στο επίκεντρο της συμφωνίας σύνδεσης με την Ουκρανία. Η ΕΕ έχει τακτικές επαφές με τις ουκρανικές αρχές σχετικά με τα ανωτέρω θέματα, τόσο επιτόπου μέσω της αντιπροσωπείας της ΕΕ στην Ουκρανία όσο και κατά τη διάρκεια διμερών συναντήσεων και τακτικών διαλόγων, όπως ο ετήσιος διάλογος για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Στο πλαίσιο αυτών των ανταλλαγών, η ΕΕ υπογραμμίζει τακτικά τη σημασία της ελευθερίας του Τύπου, ως πυλώνα της δημοκρατίας. Η ΕΕ θα συνεχίσει να παρακολουθεί την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης στην Ουκρανία, μεταξύ άλλων από κοινού με τις ουκρανικές αρχές.
Όσον αφορά την απαγόρευση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ουκρανίας, η ΕΕ διαβίβασε στις ουκρανικές αρχές ότι οποιαδήποτε δικαστική απαγόρευση πολιτικών κομμάτων θα πρέπει να συνάδει με τα σχετικά διεθνή πρότυπα, ιδίως τις «κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής της Βενετίας σχετικά με την απαγόρευση και τη διάλυση πολιτικών κομμάτων και ανάλογα μέτρα» του Ιανουαρίου 2000, καθώς και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».