Μετά τις Γαλλία, Αυστρία, Σουηδία, Βρετανία και Ιταλία, η Γερμανία έγινε η έκτη ευρωπαϊκή χώρα που αυξάνει τη φορολόγηση των αεροπορικών εισιτηρίων ανταποκρινόμενη στη νέα «μόδα», σε ό,τι αφορά τον κλάδο των μεταφορών. Μια «μόδα» που δαιμονοποιεί τις αεροπορικές πτήσεις και στέλνει τα αεροπλάνα εις το… πυρ το εξώτερον.
Ο λόγος για το flygscam, για την ντροπή δηλαδή που «πρέπει» να νιώθει όποιος χρησιμοποιεί αεροπλάνο για τις μετακινήσεις του. Διότι, όπως έχουν επισημάνει οι ειδικοί, η περιβαλλοντική επιβάρυνση ενός επιβάτη αεροσκάφους είναι κατά 52 φορές μεγαλύτερη από εκείνη ενός επιβάτη σιδηροδρομικού συρμού – η όλη προπαγάνδα γίνεται εν προκειμένω για να ενθαρρυνθούν οι μετακινήσεις με σιδηρόδρομο ως εναλλακτικές των αεροπορικών.
Ουδεμία αντίρρηση να πριμοδοτηθεί το τρένο, εφόσον το αεροπορικό ταξίδι είναι τόσο ρυπογόνο. Να πριμοδοτηθεί εκεί, όμως, που υπάρχει η δυνατότητα εναλλακτικής μετάβασης με σιδηρόδρομο ή με άλλο μέσο (υπεραστικό πούλμαν φέρ’ ειπείν). Διότι η κυβέρνηση της Άνγκελα Μέρκελ αποφάσισε να αυξήσει τη φορολόγηση των εισιτηρίων όχι μόνο στις εσωτερικές πτήσεις στη Γερμανία ή στις γειτονικές ευρωπαϊκές χώρες.
Το Βερολίνο «τιμωρεί» και τα υπερατλαντικά ταξίδια, αυτά δηλαδή στα οποία η μοναδική εναλλακτική του αεροπλάνου που έχει ο επιβάτης είναι το πλοίο. Και σε ό,τι αφορά τον χρόνο του ταξιδιού, η διαφορά είναι της τάξεως των… ολίγων ημερών για κάποιον που θα επιλέξει το αεροπλάνο για να μεταβεί από το Βερολίνο στη Νέα Υόρκη από έναν άλλο που θα μεταβεί με τρένο στο Αμβούργο ή σε κάποιο λιμάνι της δυτικής Γαλλίας από όπου θα μπορούσε να επιβιβαστεί σε ένα υπερωκεάνιο για τις ΗΠΑ…
Το τρένο στα πάνω του
Το σχέδιο της κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών, λοιπόν, που θα πρέπει βέβαια να εγκριθεί από την Bundestag για να εφαρμοστεί (είναι θέμα χρόνου), προβλέπει την αύξηση κατά 74% των φόρων στις εσωτερικές και ευρωπαϊκές πτήσεις και κατά 41% στις υπερατλαντικές και εν γένει τις πτήσεις μεγάλων αποστάσεων. Αυτό μεταφράζεται στην πράξη σε αύξηση κατά 13 ευρώ του φόρου στις εσωτερικές και ευρωπαϊκές πτήσεις μικρών αποστάσεων, σε αύξηση κατά 33 ευρώ του φόρου στις πτήσεις μεσαίων αποστάσεων και περίπου κατά 60 ευρώ στις μεγάλων αποστάσεων.
Η φορολόγηση του αεροπορικού ταξιδιού αποτελεί απάντηση της κυβέρνησης Μέρκελ στις πολυπληθείς διαδηλώσεις για το κλίμα και την προστασία του πλανήτη που διοργανώθηκαν σε μεγάλες γερμανικές πόλεις το Σεπτέμβριο. Αναφερόμενη μάλιστα στην σουηδέζα μαθήτρια Λυκείου και διάσημη ακτιβίστρια για το περιβάλλον Γκρέτα Τούνμπεργκ, η γερμανίδα καγκελάριος προανήγγειλε και άλλα μέτρα για τη μείωση κατά 55% έως το έτος 2030 των εκπομπών αερίων που κατηγορούνται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου – ως βάση για τη μείωση λαμβάνονται οι τιμές των εκπομπών ρύπων το έτος 1990.
Πρόκειται για ένα στόχο πολύ αισιόδοξο για τη Γερμανία, όπως εκτιμούν τα ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης. Η αρχή, όμως, έγινε δυναμικά από τη Μέρκελ, που ξεκίνησε από το μακράν πιο «βρόμικο» μεταφορικό μέσο, που είναι το αεροπλάνο. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Βερολίνου, μόνο η φορολόγηση των αεροπορικών εισιτηρίων θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των φορολογικών εσόδων της κυβέρνησης κατά 740 εκατ. ευρώ ετησίως, αρχής γενομένης από το 2020.
Τα πρόσθετα αυτά φορολογικά έσοδα θα επιτρέψουν τη μείωση της φορολόγησης των σιδηροδρομικών μεταφορών. Το σιδηροδρομικό εισιτήριο για διαδρομές μεγάλων αποστάσεων θα φορολογείται με συντελεστή 7% αντί για 19% που ισχύει σήμερα. Το περιβαλλοντικό σχέδιο της γερμανικής κυβέρνησης προβλέπει επίσης επενδύσεις 20 δισ. ευρώ στη σιδηροδρομική εταιρεία της χώρας, Deutsche Bahn, έως το έτος 2030.
Τι ισχύει αλλού
Με την άγρια φορολόγηση των αερομεταφορών η Γερμανία προστίθεται στη μικρή (ακόμα) ομάδα των ευρωπαϊκών κρατών που πρωτοπορούν σε ένα κίνημα «πράσινων μετακινήσεων», το οποίο φαίνεται πως κερδίζει τάχιστα έδαφος στην Ευρώπη. Το κίνημα αυτό έχει βάλει στο στόχαστρο το αεροπορικό ταξίδι – είναι χαρακτηριστικό ότι η Βρετανία φορολογεί ήδη με 14 ευρώ επιπλέον τις πτήσεις μικρών αποστάσεων και με 86 ευρώ τις πτήσεις μεγάλων αποστάσεων, ενώ η Σουηδία με 6 και 40 ευρώ αντίστοιχα.
Η γαλλίδα υπουργός Μεταφορών Ελιζαμπέτ Μπορν έχει επιβάλει από τον περασμένο Ιούλιο μεγαλύτερο «οικολογικό φόρο» στις αερομεταφορές, επιβαρύνοντας με 18 ευρώ το κάθε εισιτήριο – μετριοπαθής μοιάζει εξάλλου ο στόχος της γαλλικής κυβέρνησης για έσοδα 180 εκατ. ευρώ από το 2020, συγκριτικά με το στόχο της γερμανικής που προσδοκά 740 εκατ. ευρώ.
Ασυντόνιστοι κι εδώ…
Οι προσπάθειες των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να στρέψουν το επιβατικό κοινό από το αεροπλάνο στο τρένο δεν είναι, ωστόσο, συντονισμένες. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο συντονισμός δεν υπάρχει παρά τις πιέσεις της Γαλλίας. Μόλις την περασμένη Τρίτη, 15 Οκτωβρίου, ο γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ πρότεινε την επιβολή ενός ευρωπαϊκού φόρου στα καύσιμα των αεροπλάνων και των πλοίων, που θα αποφέρουν σημαντικά έσοδα (δηλαδή τα απαραίτητα επενδυτικά κεφάλαια) στον κοινό αγώνα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Με τα φορολογικά έσοδα θα μπορεί, για παράδειγμα, να χρηματοδοτηθεί η έρευνα για την αντικατάσταση της κηροζίνης με φυσικό αέριο – μια έρευνα που έχει ήδη ξεκινήσει από τις μεγάλες αεροναυπηγικές βιομηχανίες, την ευρωπαϊκή Airbus και την αμερικανική Boeing.
Σημειωτέον ότι η κηροζίνη, το είδος καυσίμου που χρησιμοποιούν τα αεροπλάνα, δεν φορολογείται στην Ευρώπη. Η εξαίρεση προβλέπεται από τη Διεθνή Σύμβαση του Σικάγου για την Πολιτική Αεροπορία που υπεγράφη το 1944. Το κάθε κράτος, συνεπώς, και η κάθε εθνική κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να φορολογήσει μόνο τα αεροπορικά εισιτήρια. Και η λύση αυτή, όμως, θα πρέπει να είναι πανευρωπαϊκή για να είναι αποτελεσματική. Διότι πάμπολλοι θα είναι οι ταξιδιώτες από τις έξι ευρωπαϊκές χώρες που θα σκεφθούν να πάρουν την πτήση τους από κάποια γειτονική, «περιβαλλοντικά αναίσθητη» χώρα.