Εξω από την αυλή των θαυμάτων μας, ή ίσως και εντός της, παίζεται ένα παιχνίδι θυματοποίησης. Η διεθνής των νέων εθνικιστών και εχθρών του παγκοσμισμού (globalisme) εμφανίζεται ως θύμα της «κυρίαρχης προοδευτικής ιδεολογίας». Λένε: υπάρχει λογοκρισία των ανορθόδοξων ιδεών, της ετερόδοξης ανάλυσης, της ανυπότακτης σκέψης. Εννοείται, φυσικά, πως μέσα σε αυτή την εικονοκλαστική ανορθοδοξία τοποθετούν και τις δικές τους θέσεις για την κατάρρευση της Δύσης από έναν συνδυασμό δημογραφικών και πολιτισμικών μεταλλάξεων εξαιτίας της μετανάστευσης και αυτό που βλέπουν ως κατάργηση των συνόρων.
Σε πολλούς από τους χώρους της διεθνούς ριζοσπαστικής Δεξιάς κυριαρχεί η αίσθηση ότι υπάρχει ένα κυνήγι μαγισσών που το ιστορικό του ανάλογο είναι οι διώξεις των αριστερών τα πρώτα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου. Γύρω από αυτή τη στάση του διωκόμενου-για-τις ιδέες του συνωστίζονται πια διάφοροι υποψήφιοι.
Προφανώς, υπάρχουν φαινόμενα ανόητου παρεμβατισμού που δίνουν αφορμές για τη «θυματοποίηση». Σκέφτομαι, ας πούμε, τις απαράδεκτες, πουριτανικές παρεμβάσεις του facebook ακόμα και σε έργα τέχνης, την αδιαλλαξία με την οποία οι θύλακες μιας κάποιας Αριστεράς στα πανεπιστήμια αντιμετωπίζουν τις συντηρητικές και «νεοφιλελεύθερες» ιδέες, τις εκτροπές προς το φαιδρό που παρατηρούνται σε μια ορισμένη εξτρίμ πολιτική ορθότητα. Αυτή η τελευταία γίνεται πρόβλημα όταν δεν αφορά πια κάποιους κανόνες ευπρέπειας αλλά προβάλλει ως πάθος μοραλιστικής καταδίκης της ίδιας της ιστορίας των δυτικών κοινωνιών ή ως έλεγχος της διαγωγής των ατόμων σε βάθος δεκαετιών.
Ολες οι πιο πάνω στρεβλώσεις όμως απέχουν πολύ από το να δικαιώνουν το σχήμα πως έχουμε τάχα μια κυρίαρχη ιδεολογία που καταπιέζει και καταδιώκει τους φορείς των ανορθόδοξων δεξιών και «πατριωτικών» λόγων. Γιατί; Μα αυτή τη στιγμή στην εξουσία πολύ ισχυρών κρατών του πλανήτη βρίσκονται χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι των «διωκόμενων»! Ο Τραμπ, ο Τζόνσον, ο Μπολσονάρο ή ένας Ναρέντρα Μόντι στην Ινδία (για να μην αναφερθούμε στον Πούτιν ή στον Σι Τζινπίνγκ) έχουν πολύ μεγάλη εξουσία στα χέρια τους, ακόμα και αν στις περιπτώσεις των φιλελεύθερων δημοκρατιών τα κύματα της κριτικής και τα αντίβαρα των θεσμών εμποδίζουν την εδραίωση του πολιτικού αυταρχισμού. Αν επίσης πάει κανείς έξω από τα campus των πανεπιστημίων και δει τις εμπειρίες της εργασιακής, οικιακής και κοινωνικής καθημερινότητας εκατομμυρίων πολιτών, εξακολουθούν να έχουν πολύ μεγάλη ισχύ διάφοροι σεξισμοί και ρατσισμοί, όπως και διάφορα παραδοσιακά πρότυπα.
Με άλλα λόγια, η έμμονη ιδέα των λογής εναλλακτικών δεξιών ότι αποτελούν καταπιεσμένες μειονότητες σε ένα αρχιπέλαγος προοδευτικών και αριστερών ιδεολογιών είναι ψευδαίσθηση. Το γεγονός ότι υπάρχουν αντιπαθητικές (το λιγότερο) εκδοχές αριστερού ηθικισμού δεν σημαίνει ότι ο Στιβ Μπάνον και οι αντίστοιχοι Μπάνον άλλων χωρών είναι τα θύματα μιας μεταμοντέρνας Ιεράς Εξέτασης. Το γεγονός πως ο ένας ριζοσπαστισμός μπορεί να παράγει αποκλεισμούς δεν σημαίνει ότι οι ακρο-συντηρητικοί είναι οι Αντιφρονούντες της εποχής όπως υπήρξαν οι δυτικοί κομμουνιστές σε ορισμένες χώρες πριν από δεκαετίες ή όπως τα πραγματικά θύματα των κομμουνιστικών δεσποτισμών στις πρώην ανατολικές χώρες. Οι συγκρίσεις είναι ατυχείς, συχνά κωμικοτραγικές και ανούσιες.
Είναι σημαντικό λοιπόν να διακρίνουμε ανάμεσα στις αναπαραστάσεις που κυκλοφορούν μέσα σε ιδιαίτερες ομάδες και κύκλους πιστών/ομόδοξων και στην ευρύτερη κοινωνική πραγματικότητα. Μπορεί κάποιος να χτίζει την εικόνα του απειλούμενου και του διωκόμενου ενώ πολλά από όσα διακηρύττει κυκλοφορούν σχεδόν παντού ανεμπόδιστα (με κάποιες εξαιρέσεις). Και υπάρχει πάντα και το άλλο ενδεχόμενο: ο εξωτερικός παρατηρητής να κάνει το λάθος παίρνοντας την εικονική ισχύ κάποιων λόγων για πραγματική δύναμη. Καμιά φορά αναφέρω ένα, μάλλον γραφικό, παράδειγμα από τη ζωή στη Θεσσαλονίκη: αν κάποιος περπατήσει, για παράδειγμα, την οδό Φιλίππων προς τη Ροτόντα ή κάποιον άλλο δρόμο του κέντρου της Θεσσαλονίκης μπορεί να πιστέψει πως η νύμφη του Θερμαϊκού κυβερνάται από τον αντιεξουσιαστικό και ακροαριστερό χώρο. Οτι η κυρίαρχη ιδεολογία της πόλης που ο δήμαρχός της δήλωσε προσφάτως πως δεν του πάει η γλώσσα να πει το Βόρεια Μακεδονία είναι ο «αντιφα» αντιεθνικισμός. Κάπως έτσι χρειάζεται προσοχή για να μην μπερδεύουμε τον επικοινωνιακό και σημειολογικό θόρυβο κάποιων ιδεών με το πραγματικό τους υλικό και ιδεολογικό εκτόπισμα.
Οπως δεν ισχύει η αφήγηση των αντιδραστικών δεξιών ότι κάποια ολοκληρωτική προοδευτική παγκοσμιοποίηση τους λογοκρίνει και τους καταστέλλει, το ίδιο μοιάζει άκυρη και ενίοτε ναρκισσιστική η πεποίθηση πολλών μέσα στην Αριστερά ότι το κράτος και οι μηχανισμοί άλλο δεν σκέφτονται και άλλο δεν απεργάζονται από την καταπίεση των «απελευθερωτικών ιδεών» και την καταστολή των αριστερών.
Βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου η δύναμη των social media μετατρέπεται στο μυαλό πολλών σε αυταπάτη παντοδυναμίας. Σε μια εποχή όπου οι ριζοσπαστισμοί κολυμπούν στα στερεότυπα που κατασκευάζουν οι οπαδοί τους αλλά και οι εχθροί τους, φτιάχνοντας μικρές ή μεγάλες κοινότητες αυτοθαυμαζόμενου μεγαλείου. Ο εικοστός αιώνας γέννησε τεράστιας κλίμακας διώξεις πολιτικών φρονημάτων. Ο εικοστός πρώτος αιώνας έχει βάλει μπρος για τα καλά τη μηχανή των κατά φαντασία εξόριστων στις κεντρικές λεωφόρους του Διαδικτύου.
Η διεκδίκηση του ρόλου του θύματος, είτε στον χώρο της πολιτικής είτε σε άλλους χώρους, δεν μας λέει πολλά γι’ αυτό που συμβαίνει στ’ αλήθεια. Μπορεί να είναι – και συχνά είναι – μια ιδανική τέχνη της συγκάλυψης και μαζί ένας ζωτικός μύθος. Σαν αυτούς στους οποίους προσκρούουμε κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε τις προκλήσεις μιας πραγματικότητας όλο και πιο περίπλοκης και αδιαφανούς.
Ο κ. Νικόλας Σεβαστάκης είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ.